Γράφει ο Σεραφείμ Π. Κοτρώτσος:
Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) για το νόμο Παππά παρήγαγε ένα ιδιότυπο “δεδικασμένο”. Μόνο το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) μπορεί εφεξής να διεξαγάγει διαγωνισμό για την αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών. Οιαδήποτε άλλη διαδικασία είναι αντισυνταγματική.
Αυτό, αυτονοήτως, οδηγεί σε μία αναγκαία και ικανή προϋπόθεση που θα οδηγήσει στην ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου. Να συγκροτηθεί ΕΣΡ. Δίχως ΕΣΡ, ώστε να διεξαχθεί η δημοπρασία των νέων τηελοτπικών αδειών, το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο θα μένει εσαεί άναρχο και υπό καθεστώς ανομίας.
Το ίδιο το ΣτΕ, όμως, έχει ήδη κρίνει πως η “προσωρινή λειτουργία” των τηλεοπτικών σταθμών είναι παράνομη και αντισυνταγματική.
Είναι μία απόφαση που αρκετοί προτιμούν να ξεχνούν- Ιδού η σύντομη ιστορία:
Με την απόφαση 3578/2010 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας επί της προσφυγής του Αθήνα TV, το Δικαστήριο έκρινε πως η διοίκηση (κυβερνήσεις) ξεπέρασε κάθε ανεκτό όριο συνταγματικότητας και κήρυξε τη λειτουργία των ιδιωτικών καναλιών παράνομη. Η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε πως η «επ’ αόριστον ανοχή της λειτουργίας τηλεοπτικών σταθμών οι οποίοι ιδρύθηκαν και λειτούργησαν παρανόμως αντίκειται προς το Σύνταγμα», η ρύθμιση της προσωρινής νομιμότητας αντιβαίνει προς τη συνταγματική αρχή της ισότητας και η υπέρβαση αυτού του ορίου δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να γίνει ανεκτή από τη συνταγματική τάξη.
Το ΣτΕ σημείωνε πως η επίμαχη διάταξη ήταν ήδη κατά τον χρόνο θεσπίσεώς της αντισυνταγματική. «Σε κάθε δε περίπτωση δέκα (10) περίπου έτη μετά τη θέσπιση του ν. 2328/1995, επτά (7) έτη μετά τη δημοσίευση των πρώτων προκηρύξεων για την αδειοδότηση τηλεοπτικών σταθμών και τρία (3) έτη μετά τη θέση σε ισχύ των διατάξεων του άρθρου 19 παρ. 2 και 3 του ν. 3051/2002, τα χρονικά όρια της συνταγματικής ανοχής είχαν, πλέον, εξαντληθεί και η επίμαχη διάταξη είχε οπωσδήποτε καταστεί αντισυνταγματική και, ως εκ τούτου, αντίσχυρη, διότι η περαιτέρω διατήρησή της σε ισχύ θα ήταν, κατά τα ανωτέρω, αντίθετη προς το Σύνταγμα».
Παρά την απόφαση αυτή, οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ συνέχισαν την τακτική της «προσωρινής νομιμότητας» έως και το 2014, οπότε η λειτουργία των ιδιωτικών καναλιών θεωρούνταν για τη διοίκηση του κράτους «νόμιμη» μέχρι τον Δεκέμβριο του 2015.
Η εν λόγω διάταξη έπαυσε να ισχύει και από τον Ιανουάριο του 2016 όλα τα ιδιωτικά κανάλια βρίσκονται θεσμικά στον αέρα, χωρίς καμία νομική κάλυψη. Στο μεσοδιάστημα υπήρξε μια ρύθμιση, που δεν την ψήφισαν οι πρώην πρωθυπουργοί Κώστας Καραμανλής και Γιώργος Παπανδρέου, με την οποία οι σταθμοί αποκτούσαν με το άρθρο 18 του ν. 4208/2013 τη δυνατότητα να εκπέμπουν χωρίς άδειες και ψηφιακά!
Στο “δια ταύτα”
Το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο βρίσκεται, λοιπόν, αυτή τη στιγμή μεταξύ δύο πόλων…αντισυνταγματικότητας. Αντισυνταγματικό να λειτουργούν προσωρινά με κατ’ έτος αποφάσεις της διοίκησης (κυβερνήσεις και αρμόδιοι υπουργοί), αντισυνταγματικό, όμως, και να ρυθμίσει οιοσδήποτε άλλος το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο πλην του ΕΣΡ!
Ο υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς υποσχέθηκε πως μετά την (δεσμευτική) απόφαση του ΣτΕ αποσύρει το άρθρο 2Α -αυτό, δηλαδή, που κρίθηκε αντισυνταγματικό και όχι το σύνολο του νόμου, όπως εσφαλμένα ή σκόπιμα διακινούν κάποιοι- και εκχωρεί το σύνολο των αρμοδιοτήτων για την αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών στο ΕΣΡ.
Πρακτικά, το ΕΣΡ θα διεξαγάγει τη νέα δημοπρασία και θα ορίσει τον αριθμό των τηλεοπτικών αδειών που θα παραχωρηθούν.
Αρκεί, φυσικά, να υπάρχει ΕΣΡ!
Συμπέρασμα, πρώτο, λοιπόν: Κάθε πολιτικό κόμμα, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, που θεωρεί πως πρέπει να ρυθμιστεί το τηλεοπτικό τοπίο και να πληρώσουν οι ιδιοκτήτες τηλεοπτικών σταθμών, έχει όλους τους λόγους να επιδιώκει την άμεση συγκρότηση του ΕΣΡ. Και σε όποιον δεν αρέσει ο Βύρων Πολύδωρας, ιδού πεδίο δόξης λαμπρό να αντιπροτείνει πρόσωπο ή πρόσωπα. Για να είμαστε, όμως, ειλικρινείς, όποιος απορρίπτει και δεν προτείνει, απλώς, δρα προσχηματικά και επιδιώκει την παράταση του καθεστώτος ανομίας.
Συμπέρασμα, δεύτερο: Ακόμα κι αν συγκροτηθεί ΕΣΡ τις επόμενες μέρες (να συμφωνήσουν, δηλαδή, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση κατά κύριο λόγο), η Ανεξάρτητη Αρχή θα χρειαστεί ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα για να προετοιμάσει τον διαγωνισμό, να κάνει τη δημοπρασία, να ανακηρύξει, τελικά, τους νέους αδειούχους. Οι γνωρίζοντες, λένε, πως υπό τις καλύτερες προϋποθέσεις το ΕΣΡ θα χρειαστεί ένα έως και δύο χρόνια για την ολοκλήρωση της διαδικασίας.
Τι θα συμβεί στο μεσοδιάστημα; Για ένα ή και δύο χρόνια, τα κανάλια θα λειτουργούν όπως μέχρι σήμερα; Δηλαδή στο πλαίσιο της καταφανούς αντισυνταγματικότητας που το ίδιο το ΕΣΡ περιέγραψε στις αποφάσεις της Ολομέλειάς του, το 2010 και το 2015;
Οι κήνσορες της αντισυνταγματικότητας του νόμου Παππά θα μετατραπούν τώρα σε θεράποντες (υπηρέτες) εκείνων που θέλουν να διαιωνίζουν το εξίσου αντισυνταγματικό (κατά ΣτΕ πάντοτε) καθεστώς της προσωρινής (παράνομης) λειτουργίας των καναλιών;
Είναι προφανές πως το Ανώτατο Δικαστήριο παρήγαγε, με την τελευταία απόφασή του και δίχως να λάβει επαρκώς υπόψη του το “δεδικασμένο” της προηγούμενης δικής του απόφασης, ένα περίεργο συνταγματικό κενό. Μία “ζώνη συνταγματικού λυκόφωτος”.
Εν κατακλείδι,
Εάν η Ν.Δ συναινέσει στη συγκρότηση ΕΣΡ, η διαδικασία, έστω και με αργούς ρυθμούς, ξεκινά. Εάν δεν συναινέσει, τότε μάλλον προδίδει τις πραγματικές προθέσεις κάποιων. Να συνεχιστεί, δηλαδή, το καθεστώς ανομίας.
Ακόμα, όμως, κι αν συγκροτηθεί το ΕΣΡ (προσωπικά πιστεύω πως με καλή προαίρεση τα πολιτικά κόμματα θα καταλήξουν σε κοινό τόπο), η Πολιτεία και ο αρμόδιος υπουργός θα συνεχίσουν να παρανομούν- πάντοτε με βάση την προηγούμενη απόφαση του ΣτΕ περί αντισυνταγματικότητας της προσωρινής λειτουργίας των καναλιών;
Και το κράτος, όχι μόνο δεν θα εισπράξει τα 250 εκατ. του νόμου Παππά, αλλά μέχρις ότου ολοκληρωθεί η αδειοδότηση των καναλιών μέσω ΕΣΡ (μπορεί και σε δύο χρόνια) δεν θα εισπράττει ούτε ένα ευρώ;
Αυτονόητο, λοιπόν, πρέπει να είναι το ότι το κράτος:
-Πρώτον, πρέπει να σταματήσει να παρανομεί (κατά ΣτΕ) εκδίδοντας άδειες προσωρινής λειτουργίας,
-Δεύτερον, πρέπει να υπερασπίσει το δημόσιο συμφέρον και να αποκομίσει οφέλη από την (προσωρινή) παραχώρηση δημοσίων συχνοτήτων.
Αυτό οδηγεί στην έναντι άξιου τιμήματος έκδοση βεβαιώσεων προσωρινής λειτουργίας. Άλλη λύση δεν φαίνεται να υπάρχει. Και η αντιπολίτευση, όχι απλώς πρέπει να συναινέσει αλλά πρέπει να το επιβάλλει αυτό. Αλλιώς θα είναι όλοι υπόλογοι στην διαιώνιση της παρανομίας…