του Κριστόφ ντε Φογκντ
Όταν η Ολλανδία ψήφισε το 2005 ΟΧΙ στο ευρωπαϊκό Σύνταγμα, πολλοί τη συνέκριναν με τη Γαλλία, που είχε κάνει το ίδιο λίγες ημέρες νωρίτερα. Και τα δύο εκείνα αποτελέσματα είχαν αιφνιδιάσει τους αναλυτές.
Υπάρχουν όμως κι άλλοι λόγοι να συγκρίνει κανείς τη Γαλλία και την Ολλανδία: οικονομικές κρίσεις του 2000-2002, και κυρίως του 2008-2012, αμφισβήτηση του κοινωνικού κράτους, ανησυχία για την ασφάλεια, αυξανόμενος ευρωσκεπτικισμός, κεντρική θέση της μετανάστευσης στην πολιτική ατζέντα.
Όλα αυτά αντανακλώνται σε μια σχεδόν αδιάκοπη άνοδο του εθνικολαϊκισμού, ενός ιδεολογικού μίγματος δηλαδή ανάμεσα στον παραδοσιακό ταυτοτικό εθνικισμό της άκρας Δεξιάς και ένα κοινωνικό πρόγραμμα που παραπέμπει στην «Αριστερά της Αριστεράς»: μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης, υπεράσπιση των κοινωνικών κεκτημένων, έμφαση στον ρόλο των κοινωνικών υπηρεσιών, ιδιαίτερα στον τομέα της υγείας.
Οι ιστορικοί γνωρίζουν ότι η άκρα Δεξιά προσπαθούσε πάντα να δείξει ένα κοινωνικό πρόσωπο. Εγκαταλείποντας όμως τη συντηρητική ρητορική του παρελθόντος, ο εθνικολαϊκισμός αναδεικνύει τα δικαιώματα των γυναικών και των ομοφυλοφίλων, την ελευθερία της έκφρασης και την υπεράσπιση της κοσμικότητας (στη γαλλική εκδοχή) ή της θρησκευτικής «ουδετερότητας» (στην ολλανδική εκδοχή).
Ανάμεσα στο Κόμμα της Ελευθερίας (PVV), του Γκέερτ Βίλντερς, και το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν, το πιο ριζοσπαστικό είναι το πρώτο. Ο Βίλντερς πηγαίνει πιο μακριά από τη γαλλίδα σύμμαχό του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ζητώντας το κλείσιμο των τζαμιών και των μουσουλμανικών σχολείων, τη διακοπή της μετανάστευσης από τον μουσουλμανικό κόσμο, ακόμη και την απαγόρευση του Κορανίου. Το PVV ζητούσε την έξοδο της χώρας από την Ευρώπη και το ευρώ ήδη από το 2012, όταν η αρχηγός του Εθνικού Μετώπου μιλούσε ακόμη για μια οικονομική σύγκλιση των ευρωπαϊκών χωρών.
Η σύγκριση όμως ανάμεσα στις δύο χώρες πρέπει να σταματήσει εδώ εξαιτίας δύο λόγων. Ο ένας είναι το θεσμικό πλαίσιο: το αναλογικό εκλογικό σύστημα της Ολλανδίας οδηγεί σε μια ουσιαστική κοινοβουλευτική εκπροσώπηση του PVV, αλλά την ίδια στιγμή το καταδικάζει να αναζητήσει συμμαχίες αν θέλει να κυβερνήσει. Όλα τα μεγάλα κόμματα όμως έχουν δεσμευτεί ότι δεν θα συνεργαστούν μαζί του. Περιμένει άραγε και τη Λεπέν η ίδια αποτυχία;
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι λείπουν δύο στοιχεία από τον ολλανδικό λαϊκισμό προκειμένου να επικρατήσει. Το ένα έχει σχέση με την οικονομία: η χώρα γνωρίζει ανάπτυξη άνω του 2%, ενώ η ανεργία της είναι κάτω από 6%. Το άλλο έχει σχέση με την ασφάλεια: παρά τις πολιτικές δολοφονίες του Πιμ Φόρτουιν και του Τέο Βαν Γκογκ στις αρχές της δεκαετίας του 2000, που έχουν σημαδέψει τη συλλογική μνήμη, η Ολλανδία, αντίθετα με τη Γαλλία, δεν έχει γνωρίσει τη μαζική τρομοκρατία.
Οι Ολλανδοί ζουν από την αρχή του αιώνα μια εποχή με πολλές ιδιαιτερότητες που δεν διακρίνεται από την κοινωνική συναίνεση της δεκαετίας του ?90. Η πολιτική τους κουλτούρα, όμως, και το θεσμικό τους σύστημα ευνοούν τον συμβιβασμό. Και όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, εννιά στους δέκα επιμένουν να χαρακτηρίζουν τη συνθήκη της Ρώμης ένα θετικό γεγονός.
(*) Ο Κριστόφ ντε Φογκντ είναι ολλανδός κοινωνιολόγος
Πηγή: Le Monde, ΑΠΕ-ΜΠΕ