ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΗΣ ΤΟΥ ΓΚΟΥΑΝΤΑΝΑΜΟ, ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΩΝ ΣΥΛΛΗΨΕΩΝ ΓΙΑ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΟΥ ΒΑΘΕΩΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ Ο ΠΟΛΕΜΙΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ( Wolfgang Schäuble), γεννημένος στις 18 Σεπτεμβρίου 1942 στο Φράιμπουργκ, είναι κορυφαίο στέλεχος της κεντροδεξιάς Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU). Είναι ο σημερινός Ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομικών της χώρας, στα πλαίσια της Δεύτερης Κυβέρνησης της Άνγκελα Μέρκελ.
Βετεράνος της γερμανικής πολιτικής, ο Σόιμπλε έγινε πρώτη φορά μέλος της ομοσπονδιακής γερμανικής κυβέρνησης το 1984, και στο παρελθόν διετέλεσε Αρχηγός της Καγκελαρίας, Υπουργός Ειδικών Υποθέσεων, και Υπουργός Εσωτερικών.
Σπούδασε Νομικά και Οικονομικά στα Πανεπιστήμια του Φράιμπουργκ και του Αμβούργου, και το 1971 έλαβε το διδακτορικό του στη Νομική. Έχει εργαστεί ως εφοριακός και κατόπιν ως δικηγόρος.
Η καριέρα του στην πολιτική ξεκίνησε το 1961 με την ένταξή του στην Junge Union, τη νεολαία της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης…
Αποτελεί μέλος του Κοινοβουλίου (Bundestag) από το 1972. Από το 1984 μέχρι το 1991 ήταν Υπουργός της Κυβέρνησης του Χέλμουτ Κολ, αρχικά ως Ομοσπονδιακός Υπουργός Ειδικών Υποθέσεων και Αρχηγός της Καγγελαρίας, κι έπειτα ως Ομοσπονδιακός Υπουργός Εσωτερικών. Διετέλεσε και πάλι Υπουργός Εσωτερικών κατά την πρώτη θητεία της Μέρκελ μεταξύ των ετών 2005 και 2009.
Στις 12 Οκτωβρίου 1990 έγινε απόπειρα δολοφονίας του κατά τη διάρκεια προεκλογικής συγκέντρωσης. Ο Σόιμπλε τραυματίστηκε σοβαρά στο πρόσωπο και τη σπονδυλική στήλη, με αποτέλεσμα να χάσει τη λειτουργία των κάτω άκρων.
Είναι παντρεμένος με την οικονομολόγο Ίνγκεμποργκ Σόιμπλε από το 1969. Το ζεύγος έχει αποκτήσει τέσσερα παιδιά.
Στην πατρίδα του, ο Σόιμπλε έχει γίνει αντικείμενο σφοδρής κριτικής από τη γερμανική αριστερά για την υποστήριξή του στον Πόλεμο κατά του Ιράκ το 2003. Επίσης, ο Σόμπλε είναι υποστηρικτής του στρατοπέδου Γκουαντάναμο. Σε συνέντευξή του στο Σπίγκελ το 2007 ως Υπουργός Εσωτερικών, πρότεινε την αύξηση της εξουσίας της γερμανικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης με στόχο την καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας, και ζήτησε τα ακόλουθα: προληπτική σύλληψη υπόπτων για θέματα τρομοκρατίας, χρησιμοποίηση του γερμανικού στρατού για επιχειρήσεις τήρησης της τάξης στο εσωτερικό της Γερμανίας, συστηματική παρακολούθηση του internet και υποκλοπές e-mail από κυβερνητικές υπηρεσίες, και δολοφονίες (targeted killings) τρομοκρατών από τις αρχές ασφαλείας.[1]