Την τελευταία ημέρα της προεκλογικής περιόδου επέλεξε για να εμφανιστεί, μετά από μακρά πολιτική απουσία, ο πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ο άνθρωπος που συνέδεσε το όνομά του με την παράδοση της ελληνικής οικονομίας στην τρόϊκα και το ΔΝΤ. Με ένα άρθρο απολογισμού και “προσωπικής δικαίωσης” στην ιστοσελίδα του ο Γ. Παπανδρέου καλεί τους Έλληνες να ψηφίσουν ΠΑΣΟΚ (!!!). Διαβάστε το άρθρο:
…Δύο ολόκληρα χρόνια παλεύαμε ως ελληνική κυβέρνηση ουσιαστικά μόνοι μέσα σε ένα συντριπτικά συντηρητικό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Σήμερα, Ελλάδα και Γαλλία μπορούν να μπουν στην πρωτοπορία της αλλαγής πολιτικής στην Ευρώπη. Αλλαγή πολιτικής, που συνδυάζει την δημοσιονομική υπευθυνότητα με την επένδυση στην πράσινη ανάπτυξη. Αυτό που το ΠΑΣΟΚ λέει εδώ και χρόνια. Σήμερα, λοιπόν, που οι προτάσεις μας δικαιώνονται, την ώρα που η Ευρώπη αλλάζει σελίδα, η Ελλάδα χρειάζεται και πάλι πρώτο το ΠΑΣΟΚ…
Ποτέ δεν ήμουν άνθρωπος της λογικής «εγώ τα έλεγα». Αλλά κάποια πράγματα πρέπει, επιτέλους, να ειπωθούν με το όνομά τους.
Στις 30 Οκτωβρίου 2009, στο πρώτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στο οποίο συμμετείχα ως Πρωθυπουργός της Ελλάδας, είχα πει:
«Η πρόταση που κατέθεσα εγώ προσωπικά, εκ μέρους της Ελληνικής Κυβέρνησης, είναι να συνδέσουμε την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης με την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Δηλαδή, να βρεθούν νέες επενδύσεις, που θα αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση, αλλά θα είναι επενδύσεις, στην προσπάθεια της ανθρωπότητας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των χωρών μας, να μεταβούν σε μια πράσινη οικονομία, έτσι ώστε να είναι και βιώσιμη, που θα έχει ως αποτέλεσμα να αναπτυχθούν οι οικονομίες μας, για να μπορούμε να έχουμε και αντιμετώπιση της ύφεσης, αλλά και των μεγάλων ελλειμμάτων, που πολλές φορές δημιουργούνται σε πάρα πολλά κράτη, ειδικά λόγω αυτής της ύφεσης που έχουμε σήμερα. Σε αυτό, έκανα μία συγκεκριμένη πρόταση, χθες, για νέα χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως είναι ο φόρος επί των συναλλαγών, ή αλλιώς, όπως παλαιότερα είχε ονομαστεί Τobin tax, φόρος του Tobin».
Στις 11 Δεκεμβρίου 2009, στη συνέντευξη τύπου μετά από ακόμη ένα Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, είχα πει:
«Εμείς επίσης τονίσαμε και ξανασυζητήθηκε το θέμα των νέων και πιο καινοτόμων τρόπων χρηματοδότησης για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, αλλά βεβαίως και της μεταφοράς πλούτου προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, όπως είναι το λεγόμενο transaction tax, ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, ή τα πράσινα ομόλογα, ή επίσης ο φόρος στο διοξείδιο του άνθρακα, το carbon tax. Επιβεβαιώθηκε ότι η Επιτροπή δουλεύει πάνω σε αυτές τις προτάσεις…»
Και είχα συμπληρώσει σε σχέση με την Ελλάδα:
«Αυτά που κάνουμε εμείς είναι βαθύτερα και θα είναι και μακροχρόνια, προς όφελος της βιωσιμότητας της ελληνικής οικονομίας. Γιατί το να κόψεις σήμερα το μισθό ή τη σύνταξη, δεν δημιουργεί βιωσιμότητα στην ελληνική οικονομία. Δεν απαντά στο πραγματικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας. Το τονίζω αυτό. Να φύγουμε απ’ αυτή την ιδεοληψία. Υπάρχουν άλλα προβλήματα που έχει η χώρα μας και αυτά είναι που πρέπει να χτυπήσουμε. Το λέω, είναι πιο δύσκολα, πιο σκληρά κατ’ εμέ, αλλά πιο δίκαια και πολύ πιο σημαντικά για το μέλλον της χώρας μας».
Ζητούσα χρόνο για την Ελλάδα. Χρόνο για να κάνουμε όλες τις απαιτούμενες διαρθρωτικές αλλαγές. Ζητούσα να συνδυαστεί η απαιτούμενη δημοσιονομική υπευθυνότητα με πανευρωπαϊκού επιπέδου επενδύσεις στην ανάπτυξη, ως τον αποτελεσματικότερο τρόπο να ανταπεξέλθει και η Ευρώπη και η Ελλάδα στην κρίση. Ζητούσα νέα, κοινωνικά δίκαια χρηματοδοτικά εργαλεία για την χρηματοδότηση της ανάπτυξης με βιώσιμο τρόπο, όπως ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και τα ομόλογα για την ανάπτυξη.
Δώσαμε πραγματική μάχη για όλα αυτά από την πρώτη στιγμή. Σε αντίθεση με τη ΝΔ, η οποία αφού εγκατέλειψε την Ελλάδα με ύφεση -3% το 2009, στη συνέχεια κραύγαζε υποκριτικά «ανάπτυξη» στο εσωτερικό, αλλά ποτέ δεν τόλμησε να το διεκδικήσει πραγματικά από τους ομοϊδεάτες της στο εξωτερικό.
Δημιουργήσαμε από το μηδέν τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης. Την ύστατη στιγμή, η Ε.Ε. στήριξε την Ελλάδα. Αλληλεγγύη στην Ελλάδα φυσικά και υπήρξε, και μάλιστα πρωτόγνωρη, αλλά με τέτοιο τρόπο που δεν επέτρεψε στην Ευρώπη να αντιμετωπίσει τη φωτιά εν τη γεννέσει της. Φωτιά που έγινε πυρκαγιά και απείλησε όλη την Ε.Ε.
Κι αυτό διότι στις εκκλήσεις μας για χρόνο και πανευρωπαϊκές αντι-υφεσιακές πολιτικές ως συμπληρωματικό πυλώνα στην δημοσιονομική υπευθυνότητα και το τέλος των ελλειμμάτων, η συντηρητική Ευρώπη απαντούσε μονοδιάστατα και απαιτούσε ένα και μόνο πράγμα για να μας δανειοδοτήσουν: σκληρή, πολύ σκληρή και γρήγορη προσαρμογή και μερικοί μάλιστα, με τιμωρητική διάθεση εις βάρος της χώρας μας. Δυστυχώς πίστευαν ότι δεν έχουμε την βούληση να κάνουμε καμία προσαρμογή. Πίστευαν ότι, πάλι θα τους κοροϊδέψουμε, γιατί είχαν την κακή εμπειρία του τι έκανε για μια πενταετία η προηγούμενη κυβέρνηση.
Η σκληρότητα του Μνημονίου ήταν και το τίμημα της αναξιοπιστίας της ΝΔ, που κληρονομήσαμε ως έθνος. Αλλά και του ιδεολογικού δογματισμού των Ευρωπαίων ομοϊδεατών της ΝΔ.
Σήμερα, οι προτάσεις μας, οι προτάσεις των ευρωπαίων σοσιαλιστών, που υποστηρίξαμε από την πρώτη στιγμή, δικαιώνονται.
Με τη βοήθεια – ελπίζω και την επικράτηση στη Γαλλία – του Franηois Hollande, οι προοδευτικές προτάσεις αρχίζουν να κυριαρχούν στην πανευρωπαϊκή ατζέντα.
Κρατήσαμε την Ελλάδα όρθια, όταν οι προηγούμενοι την εγκατέλειψαν ως σίγουρα χρεωκοπημένη.
Μείναμε μέσα στο ευρώ, μέσα στο ευρωπαϊκό «παιχνίδι».
Και πρέπει οπωσδήποτε να παραμείνουμε εκεί, έχοντας ως κυρίαρχη δύναμη την μόνη σοβαρή προοδευτική πρόταση στη χώρα μας: το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα.
Γιατί η μάχη για την επικράτηση των προοδευτικών ιδεών στην Ευρώπη, η μάχη για να μπει τέλος στον συντηρητικό ευρωπαϊκό χειμώνα, η μάχη για την επικράτηση της προοδευτικής άνοιξης, τώρα αρχίζει.
Η αλήθεια είναι ότι η κρίση που οι λαοί της Ευρώπης βιώνουν, με διαφορετική ένταση ο καθένας, ανέδειξε με τον πλέον καταλυτικό τρόπο, τις αντιφάσεις του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και της ευρωζώνης, καθώς και το εντεινόμενο έλλειμμα Δημοκρατίας, που φέρνουν μαζί τους.
Η Ευρώπη, 55 χρόνια μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Ρώμης και 20 χρόνια από την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ, βρίσκεται σε ένα μεταίχμιο. Οι σημερινές διεργασίες θα επηρεάσουν καθοριστικά την μορφή της Ευρώπης του μέλλοντος και τη ζωή των Ευρωπαίων πολιτών.
Η συζήτηση μπορεί να αφορά καταρχήν τον τρόπο με τον οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει την οικονομική κρίση, αλλά επί της ουσίας αφορά συνολικά το περιεχόμενο της Ένωσης, το γιατί και πως οι Ευρωπαϊκές χώρες ενώνουν τις μοίρες τους, το ιδεολογικό και πολιτικό πρόσημο της Ευρώπης στον άξονα συντήρηση – πρόοδος, που θα διαμορφώσει καθοριστικά τη νέα πραγματικότητα, την καθημερινή ζωή των λαών της, των πολιτών της.
Αυτό είναι το διακύβευμα για το οποίο σήμερα συζητούμε ή για την ακρίβεια πρέπει να συζητήσουμε ουσιαστικότερα, με πλήρη συνείδηση της σημασίας του και του ζωτικού χαρακτήρα που προσλαμβάνει για τη ζωή των Ευρωπαίων πολιτών, λαμβανομένων υπόψη των αρχών και των αξιών στις οποίες στηρίζεται η ιδέα της ενωμένης Ευρώπης.
Σήμερα, το έλλειμμα Δημοκρατίας διευρύνεται διεθνώς λόγω μιας άτακτης παγκοσμιοποίησης που έχει αφήσει ανεξέλεγκτο και εκτός δημοκρατικής εποπτείας ένα διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα που έχει καταστεί πιο ισχυρό, επιθετικό και απρόβλεπτο από ποτέ άλλοτε.
Το έλλειμμα Δημοκρατίας διευρύνεται και στην Ευρώπη, λόγω της κοντόθωρης και μονόπλευρης πολιτικής αντιμετώπισης της κρίσης που επέβαλλαν οι κυρίαρχες συντηρητικές δυνάμεις.
Πράγματι, η πολιτική αυτή εξαντλείται στη δημοσιονομική προσπάθεια, μέσω του Δημοσιονομικού Συμφώνου, αγνοώντας την ανάγκη αλλαγών στην οικονομική διακυβέρνηση, ρύθμισης και ελέγχου των χρηματοπιστωτικών αγορών, τα ζητήματα δημοκρατίας και κοινωνικής δικαιοσύνης, την ανάγκη προώθησης πολιτικών ανάπτυξης και σύγκλισης, καθώς και πολιτικής ολοκλήρωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ενώ έχουμε ως Ερωπαϊκή Ένωση τεράστιες δυνατότητες, η συντηρητική Ευρώπη δεν τις αξιοποιεί.
Σήμερα, για αυτούς και πολλούς ακόμη λόγους, οι προοδευτικές δυνάμεις στην Ευρώπη και διεθνώς, μπορούν και οφείλουν να δώσουν τη μάχη όχι μόνο για την αλλαγή των συσχετισμών αλλά και -κυρίως- για την ευρύτερη κατά το δυνατόν συμμετοχή των πολιτών στον διάλογο και την λήψη των αποφάσεων.
Αυτό προϋποθέτει την επικέντρωση σε μία συζήτηση – και δράση, σχετικά με τις μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που πρέπει να προωθηθούν στην ΕΕ, τόσο στους θεσμούς όσο και στις ακολουθούμενες πολιτικές, οικονομικές και αναπτυξιακές. Και πρωτίστως, προϋποθέτει την “μεταρρύθμιση” αυτών των ίδιων των προοδευτικών δυνάμεων. Σε δομές, μέσα και πολιτικές.
Αν η κρίση συνδέεται με την επικράτηση των συντηρητικών πολιτικών, η υπέρβασή της δεν μπορεί παρά να συνδεθεί με την αλλαγή αντιλήψεων και νοοτροπιών που χαρακτηρίζει και τις ίδιες τις προοδευτικές δυνάμεις.
Διαφορετικά, ο κίνδυνος που βιώνουμε ήδη σήμερα στην Ευρώπη, είναι η κρίση, όπως κάθε κρίση, να δημιουργεί ανασφάλειες, να τροφοδοτεί τον εύκολο λαϊκισμό και τα φοβικά σύνδρομα και αυτά με τη σειρά τους, ακραίες εκφάνσεις της πολιτικής ζωής.
Έτσι, αντί οι επιπτώσεις της κρίσης, όπως και των πολιτικών που προωθούν οι έχοντες το πάνω χέρι στους συσχετισμούς, να οδηγούν σε ριζοσπαστικοποίηση των κοινωνιών στην Ευρώπη προς προοδευτική κατεύθυνση, παρατηρείται το φαινόμενο της συντηρητικοποίησης τους.
Εδώ ακριβώς, οι προοδευτικές δυνάμεις βιώνουν το δικό τους αυτεπίστροφο. Όσους η Ιστορία μας έταξε να βρεθούμε στην πρώτη γραμμή της αντιμετώπισης των επιπτώσεων από αυτήν την κρίση, κατανοούμε απολύτως τους νόμους κίνησης των ευρωπαϊκών κοινωνιών στο σύνολό τους, πολιτικών δυνάμεων και πολιτών και αντιλαμβανόμαστε ότι είναι η ώρα των προοδευτικών, ριζοσπαστικών αλλαγών. Και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι αυτός ο δρόμος θα είναι και μακρύς και απαιτητικός, αλλά είναι ο μοναδικός που μπορεί να οδηγήσει σε μία Ευρώπη με βιώσιμη ανάπτυξη και επομένως, με ισχυρές κοινωνικές δομές.
Όπως επεσήμανα από την αρχή αυτής της κρίσης, στην οποία η χώρα μας αποτέλεσε τον πιο αδύναμο κρίκο της Ευρωπαϊκής αλυσίδας, η βιώσιμη και κοινωνικά δίκαιη υπέρβασή της προς όφελος όλων των Ευρωπαίων πολιτών, απαιτεί ριζικές αλλαγές σε όλα τα πεδία άσκησης οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής της Ευρώπης, αλλά και στον ίδιο τον τρόπο λειτουργίας της.
Όμως, ο συσχετισμός δυνάμεων στην Ευρώπη μέχρι σήμερα ήταν και είναι τέτοιος που χρειάστηκε μια τιτάνια πολιτική μάχη για να πειστεί η συντηρητική πλειοψηφία κυβερνήσεων στην Ευρώπη να εκδηλώσει την αλληλεγγύη της απέναντι σε μια χώρα της Ευρωζώνης, όπως η Ελλάδα που βρέθηκε σε κίνδυνο, η αλήθεια είναι εξαιτίας δικών της σφαλμάτων σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Σε αυτές τις συνθήκες, αυτή η εκδήλωση αλληλεγγύης προς την Ελλάδα αποτέλεσε και μια τεράστια πολιτική επιτυχία. Επιτυχία της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης.
Οι συντηρητικές δυνάμεις, ωστόσο, αρνήθηκαν συστηματικά να δουν την κρίση αυτή ως ευκαιρία μεγάλων αλλαγών που θα άλλαζαν το ίδιο το περιεχόμενο της Ευρώπης, δίνοντας περισσότερη εξουσία στους Λαούς έναντι των αγορών, αλλάζοντας το παραγωγικό πρότυπο της Ευρώπης και ξεκινώντας ένα νέο αναπτυξιακό κύκλο σε Πανευρωπαϊκό επίπεδο, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας και κάνοντας παράλληλα μεγάλα βήματα στη διαδικασία Ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Σε αυτό το πλαίσιο, έχω εδώ και χρόνια υποστηρίξει, όπως προείπα, την εισαγωγή στην Ευρωπαϊκή πραγματικότητα, νέων εργαλείων, θεσμικών, πολιτικών, οικονομικών και αναπτυξιακών. Εργαλείων που χαρακτηρίζονται από προοδευτικό πρόσημο και επίσης, μπορούν να συμβάλουν στην εμπέδωση νέων αντιλήψεων σχετικά με τη συμμετοχή των πολιτών:
Τα ευρωομόλογα, τόσο για το χρέος όσο και για την ανάπτυξη, ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, μια πρόταση που πρόσφατα κέρδισε την πλειοψηφία της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο φόρος του διοξειδίου άνθρακα, η ανάγκη ελέγχου αλλά και ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, των CDS, των οίκων αξιολόγησης, των φορολογικών παραδείσων καθώς και μιας νέας φιλόδοξης αναπτυξιακής στρατηγικής πανευρωπαϊκού επιπέδου με προτεραιότητα στην πράσινη ανάπτυξη, στις καθαρές τεχνολογίες και στην καινοτομία, που θα έφερνε δουλειές και θα προσέδιδε ξανά ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην Ευρώπη.
Αλλά και νέες ρυθμίσεις στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς, όπως η εμβάθυνση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η εκλογή του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου από τους Ευρωπαίους πολίτες, η προσπάθειά μας να ενεργοποιήσουμε φορείς, οργανισμούς και πολίτες για την έκδοση ευρωομολόγων, μέσω της Πρωτοβουλίας Ευρωπαίων Πολιτών, αλλά και η πρότασή μου για δημοψήφισμα, σήμερα, πλέον, συζητούνται ευρύτατα σε όλη την Ευρώπη.
Αν οι προτάσεις αυτές είχαν εισακουστεί εγκαίρως, η εξέλιξη σήμερα θα ήταν διαφορετική, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρώπη συνολικά, καθώς θα είχε αποτραπεί η διάδοση της κρίσης στο σύνολο της Ευρωζώνης.
Όπως έχω ξαναπεί, ήμασταν οι πρώτοι που κρούσαμε τον κώδωνα του κινδύνου, από τον Ιανουάριο του 2010, βλέποντας που πηγαίνουν τα πράγματα.
Και καταβάλαμε τεράστιες προσπάθειες για να φτάσουμε εδώ που φτάσαμε σήμερα. Συνεχείς και σκληρές προσπάθειες. Με τις θυσίες των Ελλήνων. Η διαπραγμάτευση δεν είναι σύνθημα για το θεαθήναι. Διαπραγμάτευση γίνεται κάθε μέρα. Αρκεί να είσαι αξιόπιστος. Έτσι βρήκαμε το Μάιο του 2010, τα 110 δισεκατομμύρια ευρώ για τη χρηματοδότηση της χώρας, το μεγαλύτερο στην ιστορία πακέτο στήριξης, όταν κανείς δεν δάνειζε τη χώρα. Έτσι μειώσαμε το Μάρτιο του 2011 τα επιτόκια δανεισμού και εξασφαλίσαμε μεγαλύτερη περίοδο αποπληρωμής. Έτσι πετύχαμε τον Ιούλιο του 2011 την πρώτη συμφωνία για την συντεταγμένη διαγραφή χρέους της Ελλάδας. Έτσι εξασφαλίσαμε τον Οκτώβριο του 2011 νέο χρηματοδοτικό πρόγραμμα για την Ελλάδα, άλλα 130 δισεκατομμύρια, και ταυτόχρονα τη χωρίς προηγούμενο μείωση του ελληνικού χρέους.
Και όλα αυτά, ενώ οι συντηρητικές δυνάμεις στη χώρα μας, ασκούσαν άγονη κριτική “αντιμνημονιακού χαρακτήρα”, με γενικολογίες και εύκολα λόγια περί ανάπτυξης σε μια χώρα που οι ίδιες είχαν φέρει στο χείλος της καταστροφής. Μια κριτική που τους εκθέτει, καθώς σήμερα πλέον, έχουν αποδεχτεί απολύτως την ορθότητα της πολιτικής που τότε αρνούνταν.
Με την υπεράνθρωπη προσπάθεια του Ελληνικού λαού, κρατήσαμε τη χώρα όρθια. Η ιστορική σε παγκόσμιο επίπεδο μείωση του χρέους της χώρας και η διασφάλιση της ομαλής δανειοδότησής της με εξίσου ιστορικά πακέτα στήριξης, αποτελούν κατακτήσεις του Ελληνικού λαού. Και μπορούν, αν δεν εγκαταλειφθεί η προσπάθεια στη μέση με κίνδυνο να πάνε χαμένες οι θυσίες όλων των Ελλήνων, να αποφέρουν νέα και σημαντικότερα οφέλη για τη χώρα, για όλους.
Για αυτό και το αποτέλεσμα των εκλογών είναι καθοριστικό.
Αν από την αρχή αυτής της κρίσης, η Ελληνική κυβέρνηση με τις προτάσεις που εξαρχής ανάπτυξε δεν ζούσε σε συνθήκες πολιτικής μοναξιάς και υπήρχε και τότε έστω και ένας ευρωπαίος ηγέτης που να υποστήριζε αυτά που υποστηρίζει σήμερα ο Φρανσουά Ολάντ, τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά.
Αρκετοί πια, γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι αγορές είναι αμείλικτες, εάν δεν υπάρχει ρύθμιση και ότι χρειάζεται να ενώσουμε τις δυνάμεις μας στην Ευρώπη, με αλληλεγγύη και σχέδιο. Αυτό προτείναμε εξαρχής και αυτό προτείνει σήμερα και ο Φρανσουά Ολάντ.
Οι προοδευτικές δυνάμεις στην Ευρώπη και την Ελλάδα, έχουν χρέος να διαμορφώσουν τους όρους και τις προϋποθέσεις για μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, για μία άλλη πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης αλλά και για μία άλλη πολιτική που θα οδηγήσει στην οικονομική διακυβέρνηση και την πολιτική ενοποίηση. Με υπευθυνότητα, σοβαρότητα και αξιοπιστία. Με απόλυτη συναίσθηση της ευθύνης τους απέναντι στο μέλλον των Ευρωπαϊκών λαών, των Ευρωπαίων πολιτών.
Ας σκεφτούμε όλοι οι Έλληνες, καθώς θα προσέλθουμε στις κάλπες να ψηφίσουμε, αν μας αξίζει να στείλουμε διεθνώς το μήνυμα ότι στη χώρα μας ενισχύθηκαν οι συντηρητικές δυνάμεις, οι δυνάμεις εκείνες που ανήκουν στην ίδια πολιτική οικογένεια που ευθύνεται για τις αποφάσεις και τις πολιτικές που επικράτησαν στην Ευρώπη.
Ας σκεφτούμε επίσης, αν η χώρα έχει την πολυτέλεια να βαδίσει τον φαινομενικά εύκολο δρόμο που οδηγεί στο άγνωστο.
Και ας αναλογιστούμε πόσο σημαντικό είναι για τη χώρα μας, την ώρα της διαμόρφωσης των νέων συσχετισμών στην Ευρώπη, να έχει ισχυροποιηθεί με την ψήφο των πολιτών η πολιτική εκείνη δύναμη που, όχι μόνο κράτησε τη χώρα όρθια, αλλά και από την πρώτη στιγμή της κρίσης πάλεψε σε ένα καθ’όλα εχθρικό συντηρητικό περιβάλλον για μια άλλη πολιτική, με προοδευτικό πρόσημο. Όχι στα λόγια, αλλά στην πράξη.
Σήμερα, λοιπόν, που οι προτάσεις μας δικαιώνονται, την ώρα που η Ευρώπη αλλάζει σελίδα, η Ελλάδα χρειάζεται και πάλι πρώτο το ΠΑΣΟΚ.