ΑΡΘΡΟ
του Σεραφείμ Π. Κοτρώτσου
Παρακολουθώ με ενδιαφέρον, από χθες το βράδυ, αναλύσεις και σχολιασμούς σχετικά με το εκλογικό αποτέλεσμα και την πανωλεθρία της ΝΔ και, κυρίως, του ΠΑΣΟΚ, του μετώπου, δηλαδή, του δικομματισμού που αφού προκάλεσε την πτώση της χώρας μετά τη μεταπολίτευση της κατάφερε τη χαριστική βολή με το μνημόνιο.
Οι περισσότεροι δημοσιογράφοι και αναλυτές αδυνατούν (ή δεν θέλουν) να αξιολογήσουν τι συνέβη, όπως, επισταμένα και με θράσος, επιχειρούσαν να παρέμβουν και να αποπροσανατολίσουν καθ΄ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου.
‘Οταν όλα τα μηνύματα του τσουνάμι φαίνονταν στον ανοικτό άγριο ωκεανό της λαϊκής οργής, αναμασούσαν ως “εξαρτήματα” τις δήθεν πληροφορίες περί συσπείρωσης των κομματικών στρατών ( μέχρι και την παραμονή των εκλογών blog,sites, εφημερίδες, τηλεοράσεις και ραδιόφωνα μετέδιδαν ότι η ΝΔ μπορεί να άγγιζε, ή και να ξεπερνούσε, το 30% και το ΠΑΣΟΚ καταγραφόταν σαφώς πάνω από 20%!!!).
Όλοι διαψεύσθηκαν παταγωδώς.
Ηγεσίες και στελέχη σε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, και μαζί τους, οι μιντιακές απολήξεις τους. Αφελή φερέφωνα και υπαλληλίσκοι των ιδιοκτητών των μίντια…
Και καλό είναι να υπενθυμίζεται ο σκοτεινός ρόλος αυτών των μιντιακών κέντρων που αγωνιούν, τώρα, για την απουσία από την κεντρική πολιτική σκηνή των πολιτικών “συνεταίρων” τους.
Η ιστορικότητα της χθεσινής ημέρας αποκτά πανευρωπαϊκά χαρακτηριστικά και αποτελεί το πιο σαφές και ισχυρό μήνυμα που θα μπορούσε να στείλει ο ελληνικός λαός. Με σοφία, θα συμπλήρωνα, δεδομένου ότι δεν κατέστησε πανίσχυρο κανένα εκ των αντιμνημονιακών κομμάτων αλλά έδωσε την ευκαιρία για συνεργασίες και συγκλίσεις.
Ο Συριζα είναι, αναμφισβήτητα, ο μεγάλος νικητής. Διαμορφώνεται μία νέα πολιτική δύναμη, ένα ρεύμα με χαρακτηριστικά ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’70 (όταν μέσα σε τρία χρόνια το κίνημα του Ανδρέα εκτινάχθηκε από το 13 στο 25% και το 1981 ανέλαβε τη διακυβέρνηση με 48%).
Ο Αλ. Τσίπρας είναι νέος, χαρισματικός, δείχνει να έχει πάρει τα μαθήματά του, να έχει διαφύγει από την επικίνδυνη ουτοπία των συριζικών συνιστωσών και τις θεωρητικολογίες και επιδεικνύει αντανακλαστικά “θεσμικού” πολιτικού, βάζοντας την Αριστερά στο παιχνίδι διακυβέρνησης.
Αυτό, δηλαδή, που θέλει ο ελληνικός λαός.
Η νίκη αυτή (όπως και το εντυπωσιακό ποσοστό των Ανεξάρτητων Ελλήνων και η αξιοπρεπέστατη εμφάνιση της Δημοκρατικής Αριστεράς) δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Ή εκπροσώπηση του κοινωνικού θυμού πρέπει να βρει διέξοδο πρακτικής εφαρμογής ενός νέου μοντέλου διακυβέρνησης και μιας εναλλακτικής αντιμνημονιακής πολιτικής. Είναι, κάτι, προφανώς δύσκολο.
Θα εξαρτηθεί, σε μεγάλο βαθμό, από τους συσχετισμούς στην Ευρώπη, τους εκβιασμούς που θα ασκήσουν οι δανειστές και, κυρίως, από τη διάθεση άλλων κομμάτων του νέου τοπίου για συνεργασίες.
Αυτές τις ώρες κρίνεται εάν υπάρχει δυνατότητα συγκλίσεων στο δίπολο ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, δεδομένου ότι ο εκτρωματικός εκλογικός νόμος με το μπόνους των 50 εδρών καθιστά αναγκαία την κυβερνητική συμμετοχή της ΝΔ.
Καλό θα ήταν η χώρα να αποκτήσει κυβέρνηση. Καλό θα ήταν να αποφύγουμε μία νέα εκλογική αναμέτρηση.
Κάτι τέτοιο, όμως, δεν μπορεί να γίνει χωρίς τον Συριζα, καθώς ο Τσίπρας εκπροσωπεί τη βασικότερη συνιστώσα κατά του μνημονίου, τη νέα δύναμη που ορίζει την είσοδο στη μετά-μεταπολίτευση.
Μία τέτοια κυβέρνηση συνεργασίας, όμως, δεν μπορεί και δεν πρέπει να έχει ως συνεκτικό ιστό ΜΟΝΟ ΤΗΝ ΠΡΟΘΕΣΗ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΡΩ.
Δεν αρκεί αυτό. Πρέπει να έχει σαφή αντιμνημονιακά χαρακτηριστικά. Να επιδιώκει να πείσει την Ευρώπη για μία άλλη πολιτική. Να αποκαταστήσει τη χαμένη αξιοπρέπεια της χώρας και να ανακτήσει μέρος, έστω, των τεράστιων απωλειών για τους πολίτες.
Η λύση δεν μπορεί να είναι μία κυβέρνηση συνεργασίας για την εφαρμογή του μνημονίου, έστω και με μικρές αποκκλίσεις.
Η λαϊκή βούληση οδηγεί σε μία εναλλακτική διακυβέρνησης με μία άλλη πολιτική. Εάν το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ δεν το κατανοήσουν, αναλαμβάνουν την ευθύνη να οδηγήσουν τη χώρα σε μία νέα (επώδυνη) εκλογική αναμέτρηση.
Η ευθύνη θα είναι αποκλειστικά δική τους. Και θα πληρώσουν τα επίχειρα μέχρις αφανισμού…