Σήμερα, 8 Δεκεμβρίου, συμπληρώνονται 32 χρόνια, από την ημέρα που ο John Lennon έπεφτε νεκρός από τις σφαίρες του φανατικού θαυμαστή του, Mark David Chapman, στη Νέα Υόρκη, όπου ζούσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Τριανταδύο χρόνια μετά το θάνατό του, ο Lennon παραμένει “ζωντανός” μέσα από τη μουσική και τις διαχρονικές ιδέες του, συνεχίζοντας να εμπνέει γενιές καλλιτεχνών ανά τον κόσμο…
Το πρώην “σκαθάρι” άφησε την τελευταία του πνοή στις 8 Δεκεμβρίου του 1980, έχοντας δεχθεί τέσσερις σφαίρες στην πλάτη και το χέρι, έξω από το διαμέρισμα όπου ζούσε με τη δεύτερη σύζυγό του, Yoko Ono, στο Central Park West του Manhattan.
Είχε μόλις γιορτάσει τα 40στά του γενέθλια. Έκτοτε, κάθε χρόνο, στις 9 Οκτωβρίου, ημέρα των γενεθλίων του, αλλά και κάθε 8η Δεκεμβρίου, θαυμαστές του Lennon συγκεντρώνονται έξω από το συγκεκριμένο διαμέρισμα, όπου εξακολουθεί να ζει η Ono, προκειμένου να τιμήσουν τη μνήμη του.
Ο 25χρονος τότε Chapman, “ψυχικά ασταθής”, παραμόνευε έξω από το συγκρότημα, όπου ζούσε ο Lennon, ο οποίος λίγο νωρίτερα είχε υπογράψει το τελευταίο του άλμπουμ, “Double Fantasy”, για τον άνθρωπο, που έμελλε να τον σκοτώσει.
Η απολογία Τσάπμαν: «Πήρα μια φρικτή απόφαση, να αφαιρέσω τη ζωή ενός άλλου ανθρώπου για να ικανοποιήσω τον εγωισμό μου», είπε ο 55χρονος Τσάπμαν, προσπαθώντας για έκτη φορά να πείσει δύο αξιωματούχους του Συμβουλίου Χαρίτων να τον αφήσουν ελεύθερο. «Πίστεψα ότι σκοτώνοντας τον Τζον Λένον θα γινόμουν κάποιος. Αντί γι αυτό, όμως, έγινα δολοφόνος, και οι δολοφόνοι δεν είναι κάποιοι».
Ο Τσάπμαν ζούσε τότε στη Χαβάη. Επινε πολύ κι έπεφτε σε κατάθλιψη, μια κατάσταση που επιδεινώθηκε ακόμη περισσότερο από τότε που άρχισε να δουλεύει ως φύλακας ασφαλείας στη Χονολουλού. Μια μέρα αγόρασε ένα όπλο και πήγε στη Νέα Υόρκη, όπου προμηθεύτηκε σφαίρες από ένα φίλο του αστυνομικό στην Ατλάντα, ο οποίος νόμιζε ότι προορίζονταν για την προστασία του Τσάπμαν.«Είχα φτιάξει έναν κατάλογο στόχων, και ο Λένον ήταν πρώτος», είπε ο Τσάπμαν. Στον κατάλογο περιλαμβάνονταν ακόμη ο Τζόνι Κάρσον και η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, αλλά ο τραγουδιστής των Μπιτλς ήταν πιο «εύκολος».
Η ιδέα να σκοτώσει τον Λένον τού είχε έρθει έναν ή δύο μήνες πριν το κάνει. «Είδα μια ταινία, δεν θυμάμαι τον τίτλο της, αλλά ήταν σημαντική», είπε (σε μια άλλη περίσταση είχε πει ότι επρόκειτο για τους «Συνηθισμένους ανθρώπους», του Ρόμπερτ Ρέντφορντ). «Μόλις βγήκα από την αίθουσα, τηλεφώνησα στη γυναίκα μου και της είπα κλαίγοντας τι σκόπευα να κάνω. Εκείνη μου ζήτησε να γυρίσω σπίτι και να το συζητήσουμε, κι έτσι εγκατέλειψα προς στιγμήν το σχέδιό μου».
Σήμερα ο Τσάπμαν κάνει διάφορες δουλειές στη φυλακή και είναι πρότυπο κρατουμένου. Αν αποφυλακιστεί, λέει πως θα ασχοληθεί με γεωργικές εργασίες στη Νέα Υόρκη. Τριάντα χρόνια μετά τη σύλληψή του, η κακή του φήμη εξακολουθεί να τον καταδιώκει. «Εύχομαι να με είχαν κλείσει στη φυλακή για κάτι άλλο», λέει. «Οποιοσδήποτε θα μπορούσε να είχε κάνει αυτό που έκανα. Ερχεται κόσμος, μου μιλά και με αντιμετωπίζει κάπως διαφορετικά από τους άλλους. Κι εγώ τους λέω, δεν είμαι κάτι το ιδιαίτερο, οποιοσδήποτε θα μπορούσε να το έχει κάνει, οποιοσδήποτε θα μπορούσε να έχει τραβήξει τη σκανδάλη».
Κάθε δύο χρόνια από το 2000, ο Μαρκ Ντέιβιντ Τσάπμαν παρουσιάζεται στο Συμβούλιο Χαρίτων της Νέας Υόρκης και ξαναθυμάται τις λεπτομέρειες από τον φόνο του Τζον Λένον, τον οποίο σκότωσε στις 8 Δεκεμβρίου 1980 το βράδυ. Κάθε φορά, η αίτησή του απορρίπτεται.
Πηγή www.protothema.gr