ΤΟ ΚΑΤΑ ΤΑ ΑΛΛΑ ΒΑΡΕΤΟ ΠΡΙΓΚΙΠΑΤΟ ΕΧΕΙ ΜΠΕΙ ΣΤΟ ΣΤΟΧΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΜΕΡΚΕΛ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ ΑΦΟΥ ‘ΖΕΙ” Ως ΑΜΟΙΒΑΔΑ, ΕΚΜΕΤΑΛΕΥΟΜΕΝΟ ΤΗ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ ΑΠΟ ΑΛΛΑ ΚΡΑΤΗ
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ 45 κρατικές οντότητες «δεν συνεργάζονταν επαρκώς στο φορολογικό πεδίο» και το Λιχτενστάϊν που ανακαλύπτουμε, τώρα, λόγω της περίφημης λίστας με Έλληνες μεγαλοκαταθέτες και πιθανώς φοροδιαφεύγοντες είναι μία από αυτές. Το όμορφο αλλά τόσο βαρετό Πριγκιπάτο της κεντρικής Ευρώπης δεν έχει να προσφέρει πολλά στον επισκέπτη του, όπως οι υπόλοιπες χώρες (εκ των 45) που φιλοξενούν μαύρο χρήμα που χρειάζεται “ξέπλυμμα” ή καταθέσεις που πρέπει να κρυφτούν.
Χώρες , οι οποίες χαρακτηρίζονταν ως φορολογικοί παράδεισοι είναι: η Ιρλανδία, η Κόστα-Ρίκα, η Κύπρος, η Λιβερία, το Λιχτενστάιν, το Βανουάτου, το Λουξεμβούργο, το Μονακό*, η Ολλανδία*, η Ουρουγουάη, ο Παναμάς, η Σιγκαπούρη*, η Φινλανδία*, το Χονγκ Κονγκ, οι Σεϋχέλλες η Σαμόα, το Μπελίζε, οι Μπαχάμες, το Ναουρού, καθώς και κάποιες υπερπόντιες κτήσεις όπως το Γιβραλτάρ, τα νησιά Γκέρσεϊ και Γκένσεϊ, οι Βερμούδες, οι Βρετανικές Παρθένοι Νήσοι, ο Μαυρίκιος, τα Νησιά Καϋμάν, η Νήσος του Μαν, η νήσος Νέβις, το Νιούε και άλλα.
Το Πριγκιπάτο του Λίχτενσταϊν (στη Γερμανική γλώσσα: Fürstentum Liechtenstein) είναι ένα μικρό ορεινό κράτος ανάμεσα στην Ελβετία και την Αυστρία. Η έκτασή του δεν ξεπερνά τα 160 τετρ. χλμ. και ο πληθυσμός του τις 35.000 κατοίκους. Η πρωτεύουσα ονομάζεται Βαντούζ, ενώ μεγαλύτερη πόλη είναι το Σάαν. Είναι γνωστό ως θέρετρο χειμερινού αθλητισμού και σαν φορολογικός παράδεισος.
Αυτή, την τέταρτη μικρότερη χώρα στον κόσμο, προτιμούσαν μέχρι πρότινος οι Έλληνες φοροφυγάδες. Για να κρύψουν τις καταθέσεις τους και να αποφύγουν την φορολογία στην Ελλάδα. Και λέμε προτιμούσαν γιατί αρκετοί εξ αυτων κινήθηκαν, τα τελευταία χρόνια, προς τη Σιγκαπούρη. Πρόκειται για το νέο φορολογικό παράδεισο που απασχολεί και τη Γερμανική κυβέρνηση, έτσι, άλλωστε, εξηγείται και το πρόσφατο ταξίδι εκεί του Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε.
Το Λίχτενσταϊν είναι η μικρότερη γερμανόφωνη χώρα στον κόσμο και το μόνο κράτος που εκτείνεται αποκλειστικά μέσα στις Άλπεις. Επίσης, είναι η μόνη γερμανόφωνη χώρα που δεν συνορεύει με τη Γερμανία. Το πριγκιπάτο είναι συνταγματική μοναρχία και διαιρείται διοικητικά σε 11 δήμους. Το μεγαλύτερο μέρος της έκτασής του είναι ορεινό, ενώ αρκετές καλλιεργήσιμες εκτάσεις εκτείνονται παράλληλα με τα δυτικά σύνορά του. Το Λίχτενσταϊν είναι μέλος της EFTA, αλλά όχι της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παρ’ όλη τη μικρή του έκταση και τους λιγοστούς φυσικούς πόρους του, το Λίχτενσταϊν έχει μία ευημερούσα οικονομία, και το επίπεδο διαβίωσης των κατοίκων είναι αντίστοιχο με αυτό στις μεγάλες γειτονικές χώρες. Το Λιχτενστάιν βρίσκεται σε τελωνειακή ένωση με την Ελβετία και χρησιμοποιεί το ελβετικό Φράγκο ως νόμισμά του, ενώ, όπως και η Ελβετία, δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επίσης, χρησιμοποιείται ως νόμισμα και το φράγκο του Λίχτενσταϊν. Η φορολογία των επιχειρήσεων στη χώρα είναι σχετικά μικρή, γεγονός που έχει προσελκύσει αρκετές επιχειρήσεις στο να τη δηλώσουν σαν έδρα τους. Το εισόδημα από τη φορολογία των επιχειρήσεων αυτών αποφέρει το 30% του συνολικού εισοδήματος του Λίχτενσταϊν.
ΤΙ ΕΓΡΑΦΕ ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΤΟ BLOOMBERG ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΜΑΧΗ ΛΙΧΤΕΝΣΤΑΙΝ- ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ
Ο δημοσιογράφος του Bloomberg MatthewLynn, σε πρόσφατο άρθρο του σε σχέση με το φορολογικό θέμα που απασχόλησε τα γερμανικά ΜΜΕ, γράφει τα εξής ενδιαφέροντα σε ελεύθερη μετάφραση:
Μάλλον «ελαφρά εσφαλμένη» είναι η οργή της Γερμανίδας καγκελαρίου Angela Merkel, η οποία τις τελευταίες εβδομάδες «ηγείται» μιας ολοκληρωτικής επίθεσης εναντίον του μικρού γειτονικού κρατιδίου του Λιχτενστάιν.
Το έγκλημά του Λιχτενστάιν; Ότι δε συνεργάστηκε στη γερμανική έρευνα για υποτιθέμενη φοροδιαφυγή των πολιτών της
Η συμπλοκή ανάμεσα στη Γερμανία και στο Λιχτενστάιν είναι απλά ένα κομμάτι μιας ευρείας διαμάχης ανάμεσα στα ευρωπαϊκά κράτη και στα μικρά πριγκιπάτα με χαμηλή φορολογία. Στη συνέχεια θα ακολουθήσουν προφανώς το Μονακό και Ανδόρα (σ.σ. και αργότερα οι μεγαλύτερες χώρες, όπως η Ελβετία).
Όμως, οι επιθέσεις είναι εντελώς άδικες.
Μέρη όπως το Μονακό και το Λιχτενστάιν έχουν το δικαίωμα του τραπεζικού απορρήτου και δεν θα έπρεπε να αναγκάζονται να ενεργούν ως «Εξουσίες επιβολής φόρων»» για άλλα κράτη. Η Γερμανία θα έπρεπε να ξοδεύει περισσότερο χρόνο ανησυχώντας γιατί τόσος πλούτος διαφεύγει από τα σύνορά της και λιγότερο επιλέγοντας την εξ’ αυτού επίθεση σε χώρες σημαντικά μικρότερες του μεγέθους της.
Η ιστορία ξεκίνησε όταν οι Γερμανικές Αρχές πλήρωσαν 5 εκατομμύρια ευρώ ($ 7,6 εκατ.) σε έναν πρώην εργαζόμενο της τράπεζας του Λιχτενστάιν LGT Group για να αγοράσουν ένα CD που περιείχε ονόματα ατόμων που διατηρούσαν λογαριασμό εκεί. Οι πληροφορίες από το CD έχουν ήδη οδηγήσει στην παραίτηση του προϊσταμένου του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου της Γερμανίας Klaus Zumwinkel, ενώ περισσότερα από 190 ακόμα άτομα ομολόγησαν ότι έκαναν φοροδιαφυγή, σύμφωνα με τις γερμανικές αρχές.
Ο Υπουργός Οικονομικών της χώρας Peer Steinbrueck σκοπεύει να ηγηθεί της ευρύτερης ευρωπαϊκής δραστηριοποίησης για την πάταξη της φοροδιαφυγής και τη μεταφορά χρημάτων στους «φορολογικούς παραδείσους». Η Merkel έχει ήδη θίξει το ζήτημα στον πρίγκιπα του Μονακό Αλβέρτο, ενώ μία «επίθεση» στις Μεσογειακές χώρες φαίνεται πλέον σίγουρη. Η «ανωμαλία» της ύπαρξης μικρών, με χαμηλή φορολογία, πριγκιπάτων σε μια ήπειρο με υψηλή φορολογία ίσως να βρίσκεται στο τέλος της.
Βρετανοί στο Μονακό
Μπορεί να καταλάβει κανείς γιατί οι «φορολογικοί παράδεισοι» είναι ενόχληση για τις μεγάλες Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Σε ένα κόσμο αυξανόμενης κινητικότητας, και καλύτερων επικοινωνιακών συνδέσεων, έχει γίνει πολύ πιο εύκολο για τους πλούσιους να μεταφέρουν την έδρα τους σε περιβάλλοντα πιο «φιλικά» από φορολογικής πλευράς. Οι μισές βρετανικές εταιρικές έδρες φαίνεται να ευρίσκονται στο Μονακό αυτές τις μέρες. Πολλοί Γερμανοί φαίνεται να «αποθηκεύουν» χρήματα στο Λιχτενστάιν.
«Το Λιχτενστάιν είναι ένα καθαρό παράδειγμα πειρατικού κράτους», δήλωσε ο John Christensen, διευθυντής του Tax Justice Network, μιας ερευνητικής ομάδας με έδρα τις Βρυξέλες, η οποία ασχολείται με τη «συνειδητοποίηση» της offshore οικονομίας. «Όταν οι προνομιούχοι απομακρύνονται από φορολογικά καθεστώτα, ανατρέπουν δημοκρατικές διαδικασίες και υπονομεύουν τόσο το σεβασμό, όσο και την ακεραιότητα των νόμων και των θεσμών».
σ.σ. Η ομάδα αυτή θα όφειλε να ασχοληθεί με τις φορολογικές συνθήκες που ισχύουν για τις πολυεθνικές στην πατρίδα της, στις Βρυξέλες. Σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο μας (τεύχος 17) ισχύουν εκεί τα παρακάτω:
«Εδώ θα σταθούμε ιδιαίτερα στις δυνατότητες μειωμένης φορολόγησης που προσφέρονται από τα λεγόμενα CoordinationCenters, τα οποία λειτουργούν στην πρωτεύουσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο Βέλγιο. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘80, περίπου 200 πολυεθνικές εταιρείες ίδρυσαν στο Βέλγιο (με πρωτοβουλία φυσικά της χώρας) αυτά τα κέντρα, σκοπός τω οποίων ήταν ο συντονισμός των χρηματοοικονομικών δραστηριοτήτων των μητρικών εταιρειών τους.
Η προσέλκυση τους έγινε από την πρωτεύουσα της Ευρώπης (!), η οποία πρότεινε τη φορολόγηση των χρηματοοικονομικών κερδών τους μέσω ενός μικρού ποσοστού φορολόγησης επί των εξόδων λειτουργίας τους! Σαν αποτέλεσμα ήταν η φορολόγηση των χρηματοοικονομικών κερδών των 207 εγκατεστημένων εκεί πολυεθνικών εταιρειών, ύψους περίπου 5 δις € με μόλις 73 εκ. €, κάτι που σημαίνει με φορολογικό συντελεστή 1,36%» .
Περαιτέρω στο άρθρο του Bloomberg:
Αυτό φαίνεται να πιστεύουν η Γερμανική και άλλες κυβερνήσεις. Όμως, το Λιχτενστάιν και το Μονακό δεν έχουν καμία υποχρέωση να παρέχουν λίστες με ξένους επενδυτές στις γερμανικές, γαλλικές ή βρετανικές φορολογικές αρχές, όσο το ξέπλυμα χρήματος και η τρομοκρατία δεν είναι αντικείμενο έρευνας. Τέτοιες απαιτήσεις είναι αντιφατικές.
Δύο λάθη
Πρώτον, πώς μπορεί η γερμανική κυβέρνηση να δικαιολογήσει ότι πλήρωσε τον Heinrich Kieber, πρώην εργαζόμενο της LGT Group, για λεπτομέρειες προσωπικών λογαριασμών, τις οποίες μετά πούλησε σε όλο τον κόσμο; Δεν έχει σημασία αν οι δισκέτες απεκάλυπταν φοροδιαφυγή, κάτι που συμπτωματικά μένει ακόμα να αποδειχθεί. Δύο λάθη δεν κάνουν ένα σωστό. Προφανώς, η γερμανική, η βρετανική, η γαλλική ή η σουηδική κυβέρνηση που αγόρασαν τα προσωπικά δεδομένα δε θα έχουν καμία αντίρρηση αν ένα μέλος της Ε.Ε. αρχίσει να κλέβει πληροφορίες από τις δικές τους τράπεζες.
Στη συνέχεια, αν και μπορεί να μην είναι ισχυρά έθνη, είναι μοναρχικές οντότητες. Η Γερμανία έχει το δικαίωμα νομοθετεί όπως θέλει για όσους ζουν μέσα στη χώρα της. Αν θέλει να απαγορεύσει στους πολίτες της να έχουν λογαριασμούς – ή να δημιουργούν καταπιστεύματα και ιδρύματα – σε άλλες χώρες, μπορεί να το κάνει (και να αντιμετωπίσει τη φυγή των ανθρώπων και του κεφαλαίου). Αλλά δεν μπορεί να παρενοχλεί άλλα κράτη στο να αλλάξουν τις δικές τους πρακτικές.
Όταν οι άνθρωποι επενδύουν σε χώρες με χαμηλή φορολογία ή σε νόμιμες εταιρικές μορφές, όπως τα ιδρύματα, η φορολογική τους συμπεριφορά αφορά τους ίδιους και τη χώρα τους – δεν είναι ευθύνη της υποδεχόμενης χώρας. Για τους περισσότερους νόμιμους επενδυτές, τα μικρά πριγκιπάτα με χαμηλή φορολογία παρέχουν μια χρήσιμη εναλλακτική λύση στην υψηλή φορολογία που τους επιβάλλεται από τη μεγαλο-κυβερνητική ομοφωνία που πνίγει το μεγαλύτερο κομμάτι της Ευρώπης.
Άδικος ανταγωνισμός
Τέλος, είναι γελοίο να πούμε ότι ο φορολογικός «ανταγωνισμός» αυτού του είδους είναι άδικος. Ο κάθε ανταγωνισμός είναι άδικος. Τα μικρά κράτη πρέπει να επιτρέπεται να ενεργούν με όποιο τρόπο θέλουν. Ο φορολογικός ανταγωνισμός δεν είναι περισσότερη άδικος από την ικανότητα/ανταγωνιστικότητα της Γερμανίας στο να φτιάχνει αυτοκίνητα ή την αντίστοιχη της Γαλλίας στο να φτιάχνει κρασί.
Θα έπρεπε οι Γερμανοί να κλείσουν την βιομηχανία πολυτελών αυτοκινήτων που έχουν, επειδή δυσκολεύει τη ζωή των υπόλοιπων εργατών και βιομηχανιών αυτοκινήτων στην Ευρώπη; Φυσικά και όχι. Άρα γιατί θα έπρεπε το Λιχτενστάιν να κλείσει τη βιομηχανία οικονομικών υπηρεσιών του;
Φυσικά, οι «φορολογικοί παράδεισοι» θα έπρεπε να διασφαλίσουν ότι δεν αποκρύπτουν περιουσιακά στοιχεία εγκληματιών ή τρομοκρατών. Εδώ όμως υπάρχει μία ακόμη παραπλάνηση εκ μέρους της Γερμανίας.
Ο Mounir el-Motassadeq, ο μόνος άνθρωπος που δικάζεται για το τρομοκρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου στις Η.Π.Α., δρούσε από το Αμβούργο, όχι από το Λιχτενστάιν. Ένας από τους υπόπτους επιθέσεων χρησιμοποιούσε λογαριασμούς στη Φλόριντα, όχι στο Μονακό. Στην πραγματικότητα, οι τρομοκράτες χρησιμοποιούν κοινότυπες τράπεζες (όχι φορολογικούς παραδείσους) γιατί τραβούν λιγότερο την προσοχή.
Ίσως η γερμανική κυβέρνηση και άλλες που πληρώνουν για κλεμμένες πληροφορίες θα έπρεπε να ξοδεύουν περισσότερο χρόνο στο να σκεφτούν πώς να κάνουν τις δικές τους χώρες περισσότερο ελκυστικές για τους φορολογούμενους πολίτες τους.