Δεν θα ανέμενε κανείς, σοβαρά, να αποκαλύψει πλήρως την υπερασπιστική τακτική του και τις προθέσεις του ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου στη συνέντευξη που παραχώρησε στην Έλλη Στάη. Ο πρώην πανίσχυρος υπουργός γνωρίζει -και το είπε- ότι αυτή τη στιγμή θεωρείται ένα “πολιτικό σκύβαλο” που πρέπει να θαφτεί για να θεμελιωθούν πολιτικές εντυπώσεις (αυτο)κάθαρσης του πολιτικού συστήματος.
“Δεν θα θυσιαστώ εγώ για να σωθεί η κυβέρνηση”, είπε χαρακτηριστικά. Παρά το γεγονός ότι δεν προσέφερε κάποιο στοιχείο που να βοηθά τη θέση του σε σχέση με όσα γνωρίζαμε μέχρι πριν τη συνέντευξη, είναι βέβαιο πως ο Παπακωνσταντίνου δεν θα πέσει εύκολα. Ούτε σε εδώλιο Ειδικού Δικαστηρίου, ούτε σε τακτικό ακροατήριο (για κακουργήματα που, όπως λένε οι νομικοί, επισύρουν ποινές έως και 20 χρόνια) θα καθήσει άνευ αντιστάσεως.
Ο Παπακωνσταντίνου γνωρίζει πως η υπόθεσή του είναι ποινικά αλλά και ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Και ο μόνος τρόπος είναι να την αντιμετωπίσει ΠΟΛΙΤΙΚΑ.
Προβλέπω πως η μοναδική (ορατή) διέξοδος του ανθρώπου που έβαλε την Ελλάδα στο μνημόνιο είναι να μεταφέρει τις ευθύνες της αλλοίωσης του εγγράφου από τη δική του περίοδο στην επόμενη. Θα επιχειρήσει να ενοχοποιήσει τον Ευάγγελο Βενιζέλο, γνωρίζοντας ότι στο επίπεδο της πολιτικής επικοινωνίας δεν ισχύει το νομικό απαράβατο “ένοχος ένοχο ου ποιεί”.
Ήδη, έδειξε τις προθέσεις του. Θα αποκαλύψει, είπε τον συνεργάτη του στον οποίο παρέδωσε τη λίστα, όταν φθάσει στην επιτροπή που θα διενεργήσει την προκατακρτική εξέταση. Κάλεσε τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος να διαπιστώσει πότε έγινε η αλλοίωση. Είτε επειδή είναι βέβαιος ότι δεν έγινε στα χέρια του, είτε επειδή είναι βέβαιος πως κάτι τέτοιο δεν μπορεί, πλέον, να συμβεί.
Η σταθερότητα της κυβέρνησης εξαρτάται, λοιπόν, σε μεγάλο βαθμό από την ενοχή του Παπακωνσταντίνου ή, τουλάχιστον, την αδυναμία του να αποδείξει ότι δεν είναι ένοχος.
Στο Μέγαρο Μαξίμου πρέπει να φοβούνται μόνο στην περίπτωση που αποδειχθεί ότι η αλλοίωση έγινε σε άλλη χρονική στιγμή, ή προκύψουν στοιχεία και καταθέσεις που -κατά τη προανακριτική διαδικασία- να εμπλέκουν τον Βενιζέλο.
Εν κατακλείδι, όμως, η δυσοσμία του σκανδάλου οδηγεί σε μερικά ασφαλή συμπεράσματα:
1. Οι κυβερνητικοί εταίροι παραπέμπουν μόνο τον Παπακωνσταντίνου επειδή ουδείς διανοείται να αναγκαστεί ο Σαμαράς να οδηγηθεί σε εκλογές μετά από κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού,
2. Ο ΣΥΡΙΖΑ παραπέμπει και τον Βενιζέλο με εύλογα επιχειρήματα για να δώσει στο ΠΑΣΟΚ τη χαριστική βολή. Αφήνει, προσώρας, εκτός πεδίου τον Γιώργο Παπανδρέου για ευνόητους λόγους που αφορούν πολιτικές σχέσεις εντός Ελλάδος και (πιθανώς) εκκολαπτόμενες εκτός Ελλάδος.
Τι θα συμβεί τελικά; Δεν πρέπει κανείς να κρατά μεγάλο καλάθι, αν και τέτοιες διαδικασίες βαίνουν, συχνά, ανεξέλεγκτα και αυτο-ανατρέπονται.