‘Εχουν πολιτική ή κομματική μάρκα τα Καλάσνικοφ; Ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ ή Χρυσή Αυγή; Προφανώς όχι.
Γι’ αυτό είναι ή αφελείς ή επικίνδυνοι όσοι συνεχίζουν απτόητοι να συναγωνίζονται σε ανοησίες σχετικά με τη “σφραγίδα” της κλιμακούμενης βίας που παρακολουθούμε τις τελευταίες ημέρες.
Ελάχιστοι έχουν εμπιστοσύνη ότι η Αστυνομία -και όχι λόγω ανικανότητας- μπορεί να εξαρθρώσει τις νέες και παλαιότερες (όπως η Σέχτα) οργανώσεις που πιθανώς να έχουν ενεργήσει κατά δημοσίων υπηρεσιών, δημοσιογράφων, συγγενών πολιτικών και, εν κατακλείδι, στα γραφεία της ΝΔ.
Ως εκ τούτου, ίσως ορισμένοι σε κομματικά επιτελεία θεωρούν ασφαλές να χρεώνουν τη βία σε πολιτικούς αντιπάλους. Ποιος θα ανακαλύψει ποτέ εάν έχουν δίκιο ή όχι.
Υπενθυμίζω πως ο χώρος της ΝΔ χρέωνε για αρκετά χρόνια την τρομοκρατική οργάνωση 17Ν στο ΠΑΚ (πρόδρομος του ΠΑΣΟΚ) και σε εμβληματικά πρόσωπα της εποχής, όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου ή ο Σάκης Καράγιωργας. Όταν, με τη συνδρομή της Σκότλαντ Γιαρντ και της MI6, συνελλήφθησαν οι “αντάρτες” της 17Ν ελάχιστοι εξεπλάγησαν από το ότι δεν βρήκαν μεταξύ τους στελέχη του ΠΑΣΟΚ.
Όπως και νά χει, πάντως, η ευκολία να βάφονται κόκκινα, σωμόν ή βαθύ μπλε σχεδόν μαύρο τα Καλάσνικοφ, τα Magnum και οι ρουκέτες μπορεί να τροφοδοτεί πρωτοσέλιδα και βαρύγδουπα σχόλια στα δελτία των 8, βυθίζουν, όμως, σε νέα αστάθεια την ούτως ή άλλως ασταθή πολιτική κατάσταση της χώρας και παράγουν νέα αρνητικά πρωτοσέλιδα στο εξωτερικό.
Εκείνο, ωστόσο, που με ανησυχεί περισσότερο με την τακτική του επικοινωνιακού επιτελείου της ΝΔ και τα “αντανακλαστικά” της Κουμουνδούρου, δεν είναι ότι ενισχύεται η πόλωση στο νέο πολιτικό δίπολο Σαμαράς vs Τσίπρας.
Είναι ότι αυτή η συζήτηση, είτε αντανακλαστικά, είτε ενσυνείδητα, προκαλεί δύο κοινωνικά συναισθήματα εξόχως επικίνδυνα:
– την συντηρητικοποίηση σημαντικής μερίδας της κοινωνίας, η οποία φοβάται, γίνεται εσωστρεφής και ταμπουρώνεται πίσω από την κρατική καταστολή και,
– στο εντελώς αντίθετο άκρο, τη διάδοση μιας στρεβλής ριζοσπαστικοποίησης: τη συγκρότηση, δηλαδή, πυρήνων ανοχής στη βία, στους οποίους “ανατίθεται” η εκπροσώπηση της κοινωνικής οργής για τα μνημόνια, τη διαφθορά, τους πολιτικούς.
“Ψιλά γράμματα”; Ίσως. Κεδίκογλου και Σκουρλέτης προτιμούν να κραδαίνουν καλάσνικοφ, ο ένας βαμμένα κοκκινωπά, ο άλλος βαθύ μπλε προς το μαύρο. Ο μεν ένας να βλέπει “ακροαριστερά χαρακτηριστικά” στις τρομοκρατικές επιθέσεις, ο δε άλλος να “παίζει” μεταξύ παρακρατικών και ακροδεξιών ομάδων.
Η απάντηση είναι μία: ρε, σεις, έχουν χρώμα τα Καλάσνικοφ; Έχει νόημα αυτή η συζήτηση, όταν εγκυμονεί τους άλλους δύο κινδύνους που περιγράψαμε. Ή ξεχάσαμε το περιβάλλον κοινωνικής ανοχής μέσα στο οποίο έδρασε για πολλά χρόνια η 17Ν;