Ή μάλλον χειρότερα. Γιατί ακόμη και εάν ενεργούσε ως κατοχικός στρατός, η αστυνομική δύναμη θα έπρεπε να σεβαστεί το Δίκαιο του Πολέμου που προστατεύει τους ανηλίκους και δεν επιτρέπει να είναι στόχος επίθεσης ένα σχολείο. (Το θλιβερότερο: Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της «υπεύθυνης αριστεράς» δήλωσε: «κανείς δεν μπορεί να πει αυτή τη στιγμή στον υπουργό αποσύρατε τα ΜΑΤ από εκεί. Ευχή μόνο μπορούμε να διατυπώσουμε. Εμείς σεβόμαστε τη διάκριση των εξουσιών»! Λες και δεν έχει ανακαλυφθεί ακόμη ο κοινοβουλευτικός έλεγχος στη χώρα μας ή σαν να μην συμμετέχει στην κυβέρνηση το συγκεκριμένο κόμμα.)
Η ίδια η έννοια της ισονομίας έχει καταργηθεί. Οι νόμοι της συγκυβέρνησης εξασφαλίζουν ατιμωρησία στους «ημέτερους» και αντισυνταγματικές ποινές εξόντωσης στον εχθρό λαό. Όπως έγραφε πρόσφατα και ο έμπειρος Γιώργος Κύρτσος, η διαπίστωση της αποτυχίας αποθρασύνει το σύστημα εξουσίας. Στις μέρες που του απομένουν δύο κυρίως πράγματα προσπαθεί να εξασφαλίσει: Αφενός να βάλει τις τελευταίες «χρυσές υπογραφές» για το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και αφετέρου να εξαφανίσει κάθε ίχνος παλαιών και νέων αμαρτιών του. Για παράδειγμα, με νυχτερινή τροπολογία που κατατέθηκε σε σχέδιο νόμου του υπουργείου Περιβάλλοντος, απαλλάχθηκαν από τις αστικές και διοικητικές ευθύνες τους όλοι οι παράγοντες που λεηλάτησαν το δημόσιο ταμείο μέσω της Ολυμπιακής.
Στην παπαδήμεια ενσάρκωση του, ο παλαιοκομματισμός είχε σκαρφιστεί κάτι ακόμη πιο «πρωτότυπο»: όχι απλώς την αμνήστευση παράνομων πράξεων του παρελθόντος, αλλά την: εκ των προτέρων απαλλαγή για εγκλήματα που θα τελεστούν στο μέλλον! Με το άρθρο 3 του νόμου του 4046/2012 επεδίωξε να απαλλάξει εκ προοιμίου τα στελέχη της Τράπεζας της Ελλάδος που εμπλέκονται στην εφαρμογή του δεύτερου μνημονίου και του διαβόητου PSI, επί λέξει, από «κάθε ευθύνη, ποινική, αστική, διοικητική ή άλλη». Εννοείται ότι όλες αυτές οι προσπάθειες συγκάλυψης θα ωφελήσουν τους ενόχους όσο ωφέλησε και τον Πινοσέτ η αμνηστία που είχε παραχωρήσει στον εαυτό του. Πρόκειται για εξόφθαλμααντισυνταγματικούς νόμους που όχι μόνο δεν παρέχουν προστασία, αλλά μάλλον παράγουν τεκμήριο ενοχής για όσους αφορούν και που θα κληθούν να λογοδοτήσουν μετά την πτώση των πατρώνων τους.
Το νέο πειθαρχικό δίκαιο των δημοσίων υπαλλήλων αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα της διαφορετικής μεταχείρισης «των δικών μας» και «των απέξω». Πρώτα από όλα ο παλαιοκοματισμός ευθύνεται για την ατιμωρησία των πραγματικά ενόχων: άνθρωποι που έχουν κατακλέψει το δημόσιο ταμείο παρέμεναν στις θέσεις τους, λόγω της προστασίας που τους παρείχε η κάλυψη του πελατειακού δικομματισμού.Κυρίως όμως βαρύνεται γιατί το νέο νομικό πλαίσιο που επέβαλε δεν αντιμετωπίζει την απαράδεκτη αυτή κατάσταση.
Οι νέοι νόμοι 4057/2012 και 4093/2012 αντιμετωπίζουν δίκαιους και άδικους με τον ίδιο τρόπο: θέτουν σε αυτοδίκαιη αργία κάθε υπάλληλο που έχει παραπεμφθεί στο πειθαρχικό συμβούλιο (με σύνθεση μάλιστα αντισυνταγματική, εφόσον δεν αποτελείται κατά τα 2/3 από δημοσίους υπαλλήλους,όπως προβλέπει το Σύνταγμα, όταν απειλείται ποινή παύσης). Προφανώς οι, περίπου 800, υπάλληλοιπου είναι σε αργία δεν είναι όλοι τρωκτικά του δημοσίου χρήματος. Όποιος κατηγορείται δεν είναι αυτομάτως ένοχος.
Σαν να μην έφτανε αυτό, με υπό κατάθεση νομοσχέδιο για πειθαρχικά αδικήματα σχετικά με κοινωνικοασφαλιστικούς οργανισμούς (νομοσχέδιο «Αριάδνη»), το τεκμήριο αθωότητας καταργείται εντελώς, εφόσον προβλέπεται ότι για την επιβολή των διοικητικών ποινών αρκούν «επαρκείς ενδείξεις ενοχής» και όχι πλήρης απόδειξη για την τέλεση της πράξης. Και μάλιστα, για την παραδεκτή άσκηση προσφυγής απαιτείται η προηγούμενη καταβολή δικαστικού παραβόλου ίσου με το 20% της εκτιμώμενης ζημίας του ασφαλιστικού φορέα. Είναι σαφές ότι μόνο ο ένοχος υπάλληλος που έχει πράγματι λερωμένη τη φωλιά του και γεμάτη την τσέπη του θα μπορεί να πληρώσει το παράβολο αυτό και θα έχει δικαστική προστασία, ενώ ο άδικα κατηγορούμενος αθώος θα πρέπει να δανειστεί μόνον και μόνον για να μπορέσει να ακουστεί στο δικαστήριο.
Πόσα ακόμη θα ανεχθούμε;