Οι αποταμιευτές που διατηρούσαν μεγάλες καταθέσεις στις δύο μεγαλύτερες τράπεζες της Κύπρου αναμένεται να χάσουν συνολικά έως και 8,3 δισεκ. ευρώ, στο πλαίσιο της διαδικασίας αναδιάρθρωσης των δύο αυτών χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων, σύμφωνα με ένα έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που επικαλείται το πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς.
Το ποσό αυτό εντάσσεται στα 10,6 δισεκ. ευρώ στα οποία εκτιμάται ότι θα φτάσει η συνολική συμμετοχή των επενδυτών και των αποταμιευτών στην αναδιάρθρωση του κυπριακού τραπεζικού τομέα. Η διαδικασία πρόκειται να συμπεριλάβει την αξιοποίηση του συνόλου των πόρων τόσο των μετόχων, όσο και των φυσικών και νομικών προσώπων που διακρατούν αξιόγραφα της Λαϊκής Τράπεζας. Ακόμη, πρόκειται να συμπεριλάβει την επιβολή οικονομικών ζημιών σε όσους διακρατούν βραχυπρόθεσμους τίτλους της Τράπεζας Κύπρου, καθώς και την ανταλλαγή καταθέσεων με αξιόγραφα.
Η Λαϊκή, η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της νήσου, θα κλείσει ενώ η Τράπεζα Κύπρου θα αναδιαρθρωθεί σε αντάλλαγμα για τον διεθνή δανεισμό της Κυπριακής Δημοκρατίας που θα ανέλθει σε 10 δισεκ. ευρώ για τρία χρόνια. Χωρίς το δανεισμό αυτό η Λευκωσία δεν θα ήταν σε θέση να αναχρηματοδοτήσει το χρέος της. Η Κύπρος και οι διεθνείς πιστωτές αποφάσισαν ότι οι αποταμιευτές με καταθέσεις πάνω από 100.000 ευρώ στις δύο μεγαλύτερες τράπεζες της νήσου θα απολέσουν ένα μέρος των χρημάτων τους, που θα χρησιμοποιηθεί για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, όπως και οι μέτοχοι των κυπριακών τραπεζών και όσοι διακρατούν αξιόγραφά τους. Οι αποταμιεύσεις ύψους έως και 100.000 ευρώ είναι ασφαλισμένες.
«Η ‘διάσωση εκ των έσω’ με τη συμμετοχή των ανασφάλιστων αποταμιευτών της Λαϊκής και της Τράπεζας Κύπρου θα εξασφαλίσει μια κατ’ εκτίμηση συμβολή στην ανακεφαλαιοποίηση ύψους 8,3 δισεκ. ευρώ», αναφέρει το έγγραφο, με ημερομηνία 12η Απριλίου και σήμανση ‘τελικό’. Σε μια υποσελίδια σημείωση, αναφέρεται: «αυτή είναι η εκτίμηση για το ανώτατο ύψος του ποσού. Το τελικό ποσό θα εξαρτηθεί μεταξύ άλλων από την διαδικασία ανταλλαγής χρέους με μετοχές της Τράπεζας Κύπρου και τις ανακτήσεις της Λαϊκής Τράπεζας». Το τελικό κείμενο δεν κάνει πλέον την διάκριση —που υπήρχε σ’ ένα προσχέδιο της 9ης Απριλίου— ανάμεσα στις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες, που περιλαμβάνουν τα χρήματα που μπορεί να συνεισφέρει η Λευκωσία, και τις καθαρές χρηματοδοτικές ανάγκες, που αναφέρονται στο ποσό το οποίο χρειάζεται να δανειστεί η Λευκωσία.
Στο προσχέδιο η Επιτροπή ανέφερε ότι οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Κύπρου από το δεύτερο τρίμηνο φέτος ως το πρώτο τρίμηνο του 2016 θα ανέλθουν σε 23 δισεκ. ευρώ, εκ των οποίων τα 13 δισεκ. ευρώ θα προέλθουν από την Κύπρο. Αυτό σημαίνει ότι οι καθαρές δανειακές ανάγκες της Κύπρου είναι 10 δισεκ. ευρώ, εκ των οποίων ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ) θα συνεισφέρει τα 9 δισεκ. ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) το υπόλοιπο 1 δισεκ. ευρώ. Από το δάνειο των 10 δισεκ. ευρώ τα 2,5 προορίζονται για την ανακεφαλαιοποίηση του υπολοίπου τραπεζικού τομέα. Ένα μέρος τους ίσως αξιοποιηθεί για την ανακεφαλαιοποίηση της Ελληνικής Τράπεζας και των συνεργατικών τραπεζών της Κύπρου. Άλλα 4,1 δισεκ. ευρώ θα χρησιμοποιηθούν για την αποπληρωμή λήγοντος χρέους και 3,4 δισεκ. ευρώ για την κάλυψη τρεχόντων κρατικών εξόδων. Ο κυπριακός τραπεζικός τομέας επλήγη κυρίως από την απώλεια 4 δισεκ. ευρώ —ή ενός 22% του κυπριακού ΑΕΠ— λόγω της αναδιάρθρωσης του χρέους της Ελλάδας το 2012. Μετά το κλείσιμο της Λαϊκής, την πώληση των θυγατρικών των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα και την αναδιάρθρωση της Τράπεζας Κύπρου, το μέγεθος του τομέα εν σχέσει με την κυπριακή οικονομία θα έχει υποδιπλασιαστεί, φθάνοντας περί το 350% του ΑΕΠ της Κύπρου.
Πηγή: newsbeast.gr