Τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης -με εμφανώς θετική στάση υπέρ του μνημονίου- σχολίασαν σχεδόν πανομοιότυπα την έκθεση του ΔΝΤ με την παραδοχή των “λαθών” στην εκπόνηση και υλοποίηση του πρώτου μνημονίου για την ελληνική οικονομία. Συνισταμένη αυτών των αναλύσεων ήταν εάν και κατά πόσο απαιτείται νέο “κούρεμα” χρέους.
Υποτιμήθηκε ή αποσιωπήθηκε, για παράδειγμα, η συγκλονιστική ομολογία του Ταμείου ότι η επιλογή ΝΑ ΜΗΝ ΓΙΝΕΙ αναδιάρθρωση χρέους, από την πρώτη στιγμή, όπως ήταν, άλλωστε, η εισήγηση των οικονομολόγων της ομάδας Μπλανσάρ (το ίδιο είχε ομολογήσει -αν και με καθυστέρηση- και ο τότε εκπρόσωπος της Ελλάδας κ. Παναγιώτης Ρουμελιώτης, ο οποίος έχει καταθέσει σχετικά στοιχεία στον οικονομικό εισαγγελέα και τα αναφέρει και στο βιβλίο του), επιβλήθηκε από το Βερολίνο και την ΕΚΤ προκειμένου να δωθεί χρόνος να αποπέμψουν μεγάλες γερμανικές και γαλλικές τράπεζες τα ελληνικά “τοξικά” ομόλογα. Η αξία αυτών των ομολόγων ανέρχονται στα 70 δισ. ευρώ!
Υποτιμήθηκε ή αποσιωπήθηκε, δηλαδή, το γεγονός ότι η εκπόνηση του προγράμματος διάσωσης (πρώτο μνημόνιο) δεν αφορούσε τη διάσωση της ελληνικής οικονομία αλλά τη διάσωση μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών.
Η παράμετρος αυτή είναι εξαιρετικά σοβαρή και αιτιολογεί σε μεγάλο βαθμό τα εξής:
– Την επιβολή, από την Άνγκελα Μέρκελ και τον Ζαν Κλοντ Τρισέ, της συμμετοχής του ΔΝΤ στα ευρωπαϊκά προγράμματα διάσωσης. Το Βερολίνο δεν χρειαζόταν μόνο την “τεχνογνωσία” του Ταμείου, όπως έχει κατά κόρον ειπωθεί (δεδομένου, μάλιστα, ότι η “τεχνογνωσία” αυτή ήταν εξαιρετικά περιορισμένη σε υπό χρεοκοπία οικονομίες χωρών που διέθεταν εθνικό νόμισμα, άρα και το “όπλο” της υποτίμησης -κάτι που δεν συνέτρεχε για χώρες της ευρωζώνης), χρειαζόταν, κυρίως, το άλλοθι και την συνυπογραφή ενός διεθνούς οργανισμού εκτός Ε.Ε.
– Την επιμονή, για μεγάλο χρονικό διάστημα, του πρώην πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου και του τότε υπ. Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου να θεωρούν “καταστροφική” οποιαδήποτε συζήτηση περί αναδιάρθρωσης του χρέους. Ο πρώτος είχε, μάλιστα, κατηγορήσει μίντια και αντιπολίτευση για εθνική προδοσία, λέγοντας ότι αναδιάρθρωση σημαίνει πτωχευτικό γεγονός και έξοδο της χώρας από τη ζώνη του ευρώ.
Ακόμα και αρκετά αργότερα, δύο εβδομάδες πριν αναλάβει καθήκοντα πρωθυπουργού, ο πρώην αντιπρόεδρος της ΕΚΤ και εξέχων μέλος του λόμπι της Μέρκελ και του Τρισέ κ. Λουκάς Παπαδήμος αρθρογραφούσε μετά πάθους στο “Βήμα” κατά της αναδιάρθρωσης χρέους. Γιατί το έκανε τότε, όταν είναι απολύτως βέβαιο ότι θα εκαλείτο να υλοποιήσει μια τέτοια πολιτική λίγο αργότερα;
Ένα άλλο επιχείρημα όσων υποτιμούν ή αποσιωπούν την αξία της έκθεσης του ΔΝΤ -την οποία, όλως τυχαίως, έσπευσαν να καταγγείλουν Κομισιόν, Βερολίνο, ακόμα και πολιτικά στελέχη του ίδιου του Ταμείου- είναι “ότι έγινε έγινε” και πως “τα λάθη εκείνης της εποχής έχουν αντιμετωπιστεί και ότι εφαρμόζεται τώρα είναι σωστό”.
Μεγάλο ψεύδος και τεράστια πλάνη. Απλές γνώσεις μαθηματικών οδηγούν στην απλή παραδοχή: όταν ξεκινάς λάθος την επίλυση μιας παράστασης είναι αδύνατο να φτάσεις ποτέ σε σωστό αποτέλεσμα.
Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι (στοιχεία από μελέτη με τίτλο “Οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα: το κόστος ενός αποτυχημένου προγράμματος προσαρμογής”, που υπογράφεται από επιστήμονες του ΚΕΠΕ):
* Το πρώτο πρόγραμμα προσαρμογής προέβλεπε συρρίκνωση της οικονομίας κατά 4% το 2010 και 2,6% το 2011 και ανάπτυξη της τάξης του 1,1% το 2013 και 2,2% το 2012. Αντί γι’ αυτό, η πραγματική ύφεση ανήλθε σε 4,9% το 2010, 7,1% το 2011 και 6% το 2012, ενώ η κατρακύλα αναμένεται να συνεχισθεί φέτος με ρυθμό 4,3%.
* Επίσης προέβλεπε η ανεργία να πιάσει κορυφή στο 14,8% το 2012 από 7,7% το 2008 αλλά τελικά ξεπέρασε το 25% στα τέλη της προηγούμενης χρονιάς (σημ. ανήλθε σε 26,8% με βάση τα χθεσινά στοιχεία).
Η πραγματικότητα ήταν εντελώς διαφορετική. Η νεοπλασία της ύφεσης ήταν πολύ πιο επιθετική και η ανεργία σχεδόν διπλασιάστηκε απ΄ αυτή που προέβλεπε το μνημόνιο. Όσα ζει σήμερα η ελληνική κοινωνία είναι αποτέλεσμα αυτής της θηριώδους εσωτερικής υποτίμησης και λιτότητας.
Μπορεί κανείς να αμφισβητήσει με βεβαιότητα ότι η περιβόητη “προσαρμογή” (συρρίκνωση ελλείμματος κλπ) θα ήταν ηπιότερη εάν προηγείτο η αναδιάρθρωση του χρέους –όπως επισημαίνουν ως φυσιολογικότερο πολλοί σοβαροί οικονομολόγοι;
Μπορεί κανείς να αμφισβητήσει ότι η πολιτική που εφαρμόστηκε απέτυχε παταγωδώς και, εν κατακλείδι, δεν οδήγησε στην μείωση του δημοσίου χρέους; Κυρίως, δε, δεν το κατέστησε βιώσιμο.
Η ίδια μελέτη επισημαίνει, ακόμα ότι ο μέσος ετήσιος ρυθμός συρρίκνωσης της ελληνικής οικονομίας θα είναι 3,8% την πενταετία 2012-2017 έναντι 2,2% που εκτιμάται ότι θα ήταν αν το πρώτο πρόγραμμα είχε επιτύχει τους στόχους του και οι προβλέψεις για τον ρυθμό ανάπτυξης και ανεργίας επιβεβαιωθεί.
Με άλλα λόγια, η ελληνική οικονομία θα συρρικνωθεί περισσότερο κατά 1,6 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως λόγω της αποτυχίας του προγράμματος.
Οι δανειστές και οι εγχώριοι θιασώτες του μερκελικού μοντέλου επικαλούνται -ως επιχείρημα- ότι“το μνημόνιο ήταν καλό αλλά δεν εφαρμόστηκε σωστά”. Κι ακόμα ότι επέδρασε αρνητικά η μακρά περίοδος προετοιμασίας για τις εκλογές του Μαϊου και, μετά, του Ιουνίου του 2012.
Πόσο σοβαρό, όμως, μπορεί να είναι ένα πρόγραμμα διάσωσης όταν δεν προβλέπει πιθανές ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις, ακόμα και κοινωνικές εκρήξεις; Πόσο σοβαρό είναι ένα πρόγραμμα που αποδίδει στην λογική πολιτική αστάθεια, που θα προκαλούσε, το γεγονός ότι η ανεργία εκτοξεύθηκε σε διπλάσιο ποσοστό απ΄ αυτό που προέβλεπαν οι ειδικοί (;) της τρόϊκας.
Δυστυχώς, η επιχειρηματολογία αυτή πέφτει στο κενό. Και θυμίζει το ανέκδοτο με τον μυστικό δείπνο όπου οι μαθητές κρύβονται από το βλέμμα του Ιησού όταν εκείνος λέει “κάποιος από εδώ μέσα θα με προδώσει” και επιχειρούν να ρίξουν ο ένας τις ευθύνες στον άλλο…
Τα πράγματα είναι απλά. Η ελληνική οικονομία κλήθηκε να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα που υποσχόταν διάσωση και έφερε στάση πληρωμών, ύφεση, ανεργία, κατάρρευση της Υγείας και της Παιδείας, ανθρωπιστική κρίση και αποσύνθεση του κοινωνικού ιστού.
Και είναι εγκληματικό να ακούγεται από τους δανειστές -και να γίνεται αποδεκτό από την ελληνική κυβέρνηση- ότι “πρέπει να συνεχιστεί η ίδια πολιτική”. Πως και γιατί;
Τέλος, πρέπει να υπενθυμίσει κανείς ότι εκείνο το πρώτο πρόγραμμα -και κατά συνέπεια και τα επόμενα- στηρίχθηκε στη λογική του ότι η χρεοκοπία της ελληνικής οικονομίας οφειλόταν σε εσωτερικές “παραδοσιακές” στρεβλώσεις και πως επρόκειτο για “μοναδική περίπτωση στην ευρωζώνη”. Η “μοναδική περίπτωση” έγινε μία γενικευμένη συστημική κρίση στην ευρωζώνη που παραμένει επί 6 τρίμηνο σε ύφεση -ακόμα και η εύπορη Φινλανδία εισήλθε επισήμως σε συρρίκνωση.
Λάθος πρόγραμμα; Λάθος εφαρμογή; Σκοπιμότητα και δόλος για να γλυτώσουν οι ξένες τράπεζες; Όπως και να χει υπάρχουν υπεύθυνοι και, κυρίως, δημιουργούνται αφορμές και επιχειρήματα για ανασκευή του προγράμματος.
Δεν σημαίνει ότι θα ξαναπροσλάβουμε 100 ή 200.000 δημοσίους υπαλλήλους ή θα τριπλασιάσουμε τους μισθούς. Όμως, η κυβέρνηση οφείλει να εξηγήσει στον ελληνικό λαό, να κατονομάσει τους υπεύθυνους και να απαιτήσει -έστω και τώρα- πολιτικές επανόρθωσης των συνεπειών του (δήθεν) λάθους…