Σε κρίσιμο σταυροδρόμι βρίσκεται η ελληνική οικονομία, για την οποία η περίοδος έως το 2014 «είναι η τελευταία ευκαιρία» για να αποφύγει χειρότερη κρίση, σύμφωνα με την τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής.
Στην έκθεση τονίζεται χαρακτηριστικά ότι και το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους η κατάσταση της οικονομίας παρέμεινε κρίσιμη και πολλά προβλήματα δεν έχουν ξεπεραστεί.
Μάλιστα, λόγω της αποχώρησης ενός εκ των τριών κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού, αναζωπυρώθηκε προς στιγμήν η συζήτηση για την τύχη του προγράμματος προσαρμογής και τις μελλοντικές εξελίξεις.
Στην έκθεση, αφού γίνεται αναφορά στις τελευταίες εξελίξεις γύρω από τη δόση των 4 δισ. του Ιουλίου, επισημαίνεται ότ: «η τρόικα έχει επιλέξει την πίεση μέσω των χρηματοδοτήσεων αντί της προκαταβολικής εμπιστοσύνης ότι η ελληνική πλευρά θα εφαρμόσει όσα έχουν συμφωνηθεί μαζί της».
Στο μέτωπο της δημοσιονομικής προσαρμογής η έκθεση βλέπει πρόοδο καθώς το έλλειμμα μειώθηκε και η χώρα βρίσκεται κοντά σε πρωτογενές πλεόνασμα το 2013.
Ωστόσο, το τίμημα είναι μεγάλο καθώς:
*Οι δημόσιες επενδύσεις περικόπτονται συνεχώς παρασύροντας (μαζί με άλλους παράγοντες) και τις ιδιωτικές προς τα κάτω.
*Βασικά θεσμικά-διαρθρωτικά προβλήματα εξακολουθούν να αποτελούν απειλή για το μέλλον (π.χ. η φοροδιαφυγή και τα ασφαλιστικά ταμεία).
*Το κράτος εξακολουθεί να μην ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του έναντι των προμηθευτών, ενώ ο ΕΟΠΥΥ και τα ασφαλιστικά ταμεία συσσώρευαν ελλείμματα.
Στο σημείο αυτό η έκθεση κάνει λόγο για παθολογικά χαρακτηριστικά των κρατικών θεσμών και συγκεκριμένα για αδυναμία να προβλέπουν αξιόπιστα τις επιπτώσεις διαφόρων μέτρων (π.χ. τη διεύρυνση των παροχών υγείας) και αδυναμία να παρεμβαίνουν έγκαιρα και διορθωτικά.
Όχι άλλα μέτρα
Οι επιστήμονες του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής υπογραμμίζουν αναφορικά με τα περί δημοσιονομικού κενού ότι δεν υπάρχουν πλέον περιθώρια «να καλυφθεί με νέα μέτρα λιτότητας» και τονίζουν ότι η Ελλάδα θα χρειασθεί πρόσθετη χρηματοδότηση εντός του 2014.
«Στο σημερινό πλαίσιο πολιτικής, οι εταίροι στην Ε.Ε. δεν αποκλείουν πρόσθετη χρηματοδοτική συνδρομή προς την Ελλάδα μετά το τέλος του σημερινού προγράμματος, αλλά υπό όρους που αφορούν κυρίως τις μεταρρυθμίσεις. Επομένως, η περίοδος έως το 2014 είναι η τελευταία ευκαιρία για να αποφύγουμε χειρότερη κρίση», επισημαίνει και προσθέτει:
«Διαφορετικά, η Ελλάδα θα πρέπει μετά τον Ιούνιο του 2014 να προσφύγει στις διεθνείς αγορές και θα αναγκασθεί να πληρώσει υψηλότερα επιτόκια, αν φυσικά μπορέσει να αντλήσει πόρους.
Διότι, αν έως τότε δεν έχει βρεθεί κάποια λύση για το χρέος, δύσκολα θα προθυμοποιηθούν οι δανειστές να αγοράσουν ελληνικά ομόλογα».
Οι επικουρικές συντάξεις
Για τις επικουρικές συντάξεις τονίζεται ότι η κυβέρνηση πρέπει να εφαρμόσει έναν χρόνο νωρίτερα, από τον Ιούνιο του 2014 αντί τον Ιούνιο του 2015, τον νέο μηχανισμό για τον υπολογισμό τους, ο οποίος επιδιώκει να εξισορροπήσει το ύψος των εισφορών με το ύψος των παροχών, και ουσιαστικά αναμένεται να οδηγήσει σε νέες περικοπές.
Ο νέος αυτός μηχανισμός προβλέπει τον καθορισμό των επικουρικών συντάξεων με βάση έναν μαθηματικό τύπο που θα διασφαλίζει ότι η καταβολή τους δεν θα προκαλεί ελλείμματα στα ταμεία.
Δεδομένου όμως ότι ο αριθμός των συνταξιούχων εκτιμάται ότι θα αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο, ενώ τα έσοδα από τις εισφορές προς τα ασφαλιστικά ταμεία διαρκώς θα μειώνονται, είναι πάρα πολύ δύσκολο να μην προκύψουν ελλείμματα. Συνεπώς, με τον νέο μαθηματικό τύπο θα μπορεί να γίνει αυτόματα μια σημαντική μείωση εξισορρόπησης, η οποία υπολογίζεται ότι μπορεί να φθάσει έως και το 25%.
Αποκρατικοποιήσεις
Η κυβέρνηση πρέπει επίσης να επισπεύσει τη δημιουργία διορθωτικών μηχανισμών, σε περίπτωση απόκλισης του Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου από τους τριμηνιαίους στόχους του για τα έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να ενεργοποιήσει έναν μηχανισμό που θα προβλέπει την αυτόματη αύξηση του επιδιωκόμενου πρωτογενούς πλεονάσματος του κρατικού προϋπολογισμού, μέσα από περικοπές στις τρέχουσες δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης, σε περίπτωση όπου υπάρξει χρονική καθυστέρηση στην είσπραξη εσόδων κατά την πώληση συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων.
Μεταρρυθμίσεις
Σύμφωνα με την έκθεση, η μεγαλύτερη υστέρηση, και σε ορισμένες περιπτώσεις προχειρότητα, εμφανίζεται στις μεταρρυθμίσεις.
«Ο τελευταίος γύρος των διαπραγματεύσεων με την τρόικα απλώς επιβεβαίωσε τις υστερήσεις, ενώ οι περιπτώσεις της ΕΡΤ (η εξυγίανση της οποίας ήταν επιβεβλημένη) και της Δημοτικής Αστυνομίας έδειξαν ότι οι υστερήσεις στο τέλος οδηγούν σε κινήσεις που δεν φαίνεται να εντάσσονται σε ένα γενικότερο μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Η ελληνική πλευρά δεν είχε καταφέρει να ανταποκριθεί έγκαιρα σε πολλές δεσμεύσεις της για το πρώτο εξάμηνο του 2013, ενώ διαφαινόταν ανάλογη εξέλιξη για ολόκληρο το 2013».
Αποσπασματικές και με εισπρακτικό στόχο χαρακτηρίζονται οι αλλαγές στο φορολογικό σύστημα της χώρας, το οποίο «έπρεπε να είναι εξαρχής η πρώτη προτεραιότητα της πολιτικής οικονομικής προσαρμογής».
«Η επιστροφή σε διατηρήσιμη ανάπτυξη θα αποδειχθεί απατηλό όραμα αν δεν εφαρμοστούν κρίσιμες μεταρρυθμίσεις», επισημαίνεται σε άλλο σημείο της έκθεσης, όπου υπογραμμίζονται και τα εξής:
«Όσο καιρό διαπιστώνεται από παντού εκτεταμένη διαφθορά στο Δημόσιο, η Δικαιοσύνη υπολειτουργεί και το φορολογικό σύστημα παραμένει ασταθές, δύσκολα θα επενδύονται παραγωγικά κεφάλαια στην Ελλάδα. Η μεταρρυθμιστική υστέρηση μαζί με άλλες δημοσιονομικές αστοχίες θα μπορούσαν να καταλήξουν σε νέα κρίση στις σχέσεις με την Ε.Ε., με αποτέλεσμα ενδεχομένως να διακοπεί η στήριξη της χώρας που τώρα περιλαμβάνει όχι μόνο τον πρωτοφανή κρατικό δανεισμό, αλλά και τις διευκολύνσεις του συστήματος Target 2 (της ΕΚΤ), χρηματοδοτήσεις από την ΕΤΕπ, διμερή σχέδια δανεισμού κ.λπ. Επίσης, οι συνεχείς διαπραγματεύσεις, και μάλιστα της τελευταίας στιγμής, και οι σπασμωδικές κινήσεις απλώς τροφοδοτούν την αβεβαιότητα».
Στις πρωτοβουλίες που πάρθηκαν στην κατεύθυνση βελτίωσης του οικονομικού κλίματος ξεχωρίζουν σύμφωνα με την έκθεση:
«Η δημιουργία επενδυτικού ταμείου για τις ΜμΕ, η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση από το 23% στο 13% από τον Αύγουστο του 2013, οι συμφωνίες και επενδύσεις της Cosco και ο αγωγός ΤΑΡ. Το ερώτημα είναι αν αρκούν για την επιστροφή στην ανάπτυξη».
Με αφορμή τις λίστες προσώπων (Λαγκάρντ κ.ά.), που φυγάδευσαν χρήματα στο εξωτερικό, αλλά και την «επιδημία» με τις off shore εταιρείες, η έκθεση υποστηρίζει ότ:«είναι διάχυτη η αίσθηση άνισης μεταχείρισης των πολιτών».
Στο μέτωπο της ύφεσης επισημαίνεται ότι «από το γ΄ τρίμηνο του 2008 η Ελλάδα συμπληρώνει 19 συνεχή τρίμηνα αρνητικών ρυθμών μεταβολής του ΑΕΠ, και η επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο για την επιτυχία της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής».