Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις επιδιώκεται η αποσυμφόρηση των ποινικών δικαστηρίων από μεγάλο αριθμό δικογραφιών που ουσιαστικά αφορούν αδικήματα με μικρή κοινωνική απαξία και η επιτάχυνση έτσι της ποινικής διαδικασίας. Η παραγραφή του αξιόποινου δεν ισχύει για την παράβαση του ποινικού κώδικα σε περιπτώσεις αγοράς εμπορευμάτων με πίστωση, σε περιπτώσεις παράβασης της εργατικής νομοθεσίας (μη καταβολή δεδουλευμένων κλπ) και για παράβαση διατάξεων για τη λειτουργία του Ανταγωνισμού.
Επίσης παραγράφονται και δεν εκτελούνται ποινές στερητικές της ελευθερίας διάρκειας μέχρι έξι μηνών που έχουν επιβληθεί με αποφάσεις, οι οποίες έχουν εκδοθεί μέχρι τη δημοσίευση του υπό ψήφιση νόμου (σ.σ. η τροπολογία έχει κατατεθεί στο νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας), εφόσον οι αποφάσεις αυτές δεν έχουν καταστεί αμετάκλητες και οι επιβληθείσες ποινές δεν έχουν εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο μέχρι τη δημοσίευσή του, με τις οριζόμενες εξαιρέσεις και όρους.
Της προτεινόμενης ρύθμισης εξαιρούνται τα αδικήματα σχετικά με την υπηρεσία (παθητική και ενεργητική δωροδοκία, δωροδοκία δικαστή, ψευδής βεβαίωση και νόθευση από υπάλληλο, απιστία σχετική με την υπηρεσία). Ειδικότερα εξαιρούνται των ως άνω ρυθμίσεων αποφάσεις που αφορούν παραβάσεις των άρθρων 235, 236, 237, 242, 256, 258, 259 και 390 του Ποινικού Κώδικα.
Με την ίδια τροπολογία προτείνεται η κατάργηση της παραγράφου 3 του άρθρου 235 του Ποινικού Κώδικα, σύμφωνα με την οποία δεν συνιστά δωροδοκία, η απλή υλική παροχή προς έκφραση ευγνωμοσύνης. Όπως αναφέρει το υπουργείο Δικαιοσύνης, η κατάργηση της διάταξης αυτής προτείνεται λόγω των παρερμηνειών που έχουν δημιουργηθεί.
Ως προς τα αδικήματα με μικρή κοινωνική απαξία, προβλέπεται ότι παραγράφεται το αξιόποινο και παύει η δίωξη των ακόλουθων πράξεων, που έχουν τελεσθεί μέχρι 31.8.2013: α) των πταισμάτων και β) των πλημμελημάτων, κατά των οποίων ο νόμος απειλεί ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος ή χρηματική ποινή ή και τις δύο ποινές.
Στην περίπτωση των πλημμελημάτων, εάν ο υπαίτιος υποπέσει μέσα σε ένα έτος από τη δημοσίευση του νόμου σε νέα από δόλο αξιόποινη πράξη κακουργήματος ή πλημμελήματος και καταδικαστεί αμετάκλητα οποτεδήποτε σε ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη των έξι μηνών, συνεχίζεται η κατ΄ αυτού παυθείσα ποινική δίωξη και δεν υπολογίζεται στον χρόνο παραγραφής του αξιόποινου της πρώτης πράξης ο διανυθείς χρόνος από την παύση της δίωξης μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη για νέα πράξη. Οι δικογραφίες που αφορούν τις παραπάνω αξιόποινες πράξεις, τίθενται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα ή δημόσιου κατήγορου.
Οι αστικές αξιώσεις που τυχόν όμως απορρέουν από τις πράξεις αυτές δεν θίγονται με οποιονδήποτε τρόπο. Η παραγραφή του αξιόποινου και η παύση της ποινικής δίωξης δεν ισχύει για τις παραβάσεις που σχετίζονται με την παράβαση της εργατικής νομοθεσίας και την παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού. Αναφέρεται ειδικότερα ότι η παραγραφή δεν αφορά παραβάσεις α) του άρθρου 358 και του άρθρου 377 του Ποινικού Κώδικα για τις περιπτώσεις αγοράς εμπορευμάτων με πίστωση, β) του ν. 690/1945 (σ.σ. μη καταβολή δεδουλευμένων), γ) του άρθρου 28 του ν. 3996/2011 (ποινικές κυρώσεις για παράβαση διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας) και δ) του άρθρου 44 του νόμου 3959/2011 (ποινικές κυρώσεις για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης, εναρμονισμένες πρακτικές κλπ).