Λίγοι γνωρίζουν ότι το 1928 η Ελλάδα είχε πληθυσμό 6,8 εκατομμύρια, ενώ την ίδια περίοδο ο πληθυσμός της Τουρκίας ήταν «μόλις» διπλάσιος (13,6 εκατομμύρια στην απογραφή του 1927). Στον ένα περίπου αιώνα που μεσολάβησε, ο πληθυσμός της Τουρκίας υπερπενταπλασιάστηκε (73 εκατομμύρια το 2010), ενώ ο ελληνικός πληθυσμός δεν κατάφερε ούτε καν να διπλασιαστεί (11 εκατομμύρια στην απογραφή του 2011). Αυτό ήταν το αποτέλεσμα μιας σειράς γεγονότων:
Κατά ένα μέρος η πληθυσμιακή καθήλωση της Ελλάδας οφείλεται στις συμφορές που την έπληξαν μέσα στον 20ο αιώνα. Κορυφαία εξ αυτών ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο οποίος ακολουθήθηκε από μια τριπλή κατοχή. Μόνο οι νεκροί της περιόδου 1941-1944 υπολογίζονται σε 475.000, ποσοστό το οποίο αντιστοιχούσε στο 6,5% του προπολεμικού πληθυσμού της χώρας. Αργότερα ακολούθησε ο Εμφύλιος Πόλεμος, ο οποίος όχι μόνο καθυστέρησε την ανοικοδόμηση της χώρας, αλλά και ολοκλήρωσε την καταστροφή της.
Στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες το ελληνικό κράτος δεν στάθηκε ικανό να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετώπιζε η χώρα, με συνέπεια μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού της να υποχρεωθεί να μεταναστεύσει: αρχικά στην Αμερική και στην Αυστραλία, και αργότερα στη Δυτική Ευρώπη. Εκατοντάδες χιλιάδες ελληνόπουλα εγκατέλειψαν τότε τις πόλεις και τα χωριά τους για να γεμίσουν τα ορυχεία και τα εργοστάσια της Δυτικής Γερμανίας, της Ολλανδίας και του Βελγίου. Συνολικά υπολογίζεται ότι στο διάστημα 1944-1977 πραγματοποιήθηκαν 1,3 εκατομμύρια μεταναστευτικές έξοδοι και ότι η καθαρή μεταναστευτική εκροή της περιόδου ανήλθε στα 650.000 άτομα. Επρόκειτο για έναν «φόρο αίματος» τον οποίο πλήρωνε η Ελλάδα για τις συμφορές που την είχαν πλήξει, αλλά και γιατί το πολιτικό της προσωπικό δεν αξιοποίησε όπως έπρεπε τους πόρους που διατέθηκαν μέσω του σχεδίου Μάρσαλ.
Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, η Ελλάδα γνώρισε μια επίπλαστη ευμάρεια. Τα νέα πρότυπα ζωής που προέβαλε η βιομηχανία του θεάματος και η ιδιωτική τηλεόραση αποθέωσαν το καταναλωτικό «εγώ», ενώ οι απαιτήσεις του σύγχρονου τρόπου ζωής διαμόρφωσαν νέες προτεραιότητες. Το αποτέλεσμα ήταν να αυξηθεί σημαντικά η μέση ηλικία τεκνογονίας των ζευγαριών και παράλληλα να μειωθεί ο αριθμός παιδιών ανά γυναίκα. Ο σημαντικός αυτός δείκτης έπεσε κάτω από τα 2,1 παιδιά που είναι το όριο για τη διατήρηση των γενεών. Έτσι ο ελληνικός πληθυσμός έφτασε στο τέλος του 20 αιώνα με δημογραφικούς δείκτες οι οποίοι προεξοφλούσαν ότι στο εξής θα άρχισε να μειώνεται.
Είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση στοιχεία του ΟΗΕ, το 2010 η μέση ηλικία του ελληνικού πληθυσμού ήταν τα 42 έτη με το ένα τέταρτο των Ελλήνων να έχει ηλικία άνω των 60 ετών (!). Την ίδια περίοδο η μέση ηλικία στην Τουρκία ήταν 28 έτη και στην Αλβανία 30. Με βάση τις προβλέψεις της Eurostat (2010) ο ελληνικός πληθυσμός (χωρίς να υπολογίζεται η μετανάστευση) αναμενόταν ότι μέχρι το 2050 θα είναι περίπου κατά 25% μικρότερος.
Με αυτά τα ζοφερά δημογραφικά δεδομένα, η Ελλάδα έφτασε στη χρεοκοπία το 2010. Το πολιτικό της προσωπικό δεν φάνηκε να διαισθάνεται τις ιστορικές του ευθύνες για τις βαθιές εθνικές συνέπειες που θα είχε μια τέτοια εξέλιξη. Με την ασυγχώρητη αδράνεια που επέδειξε στην αρχή της κρίσης, αλλά και με τους χειρισμούς που έκανε μετά, βύθισε την ελληνική κοινωνία σε μια βαθύτατη οικονομική ύφεση. Το αποτέλεσμα είναι ότι σήμερα η Ελλάδα υφίσταται μια ακόμη βαρύτατη πληθυσμιακή διαρροή, καθώς το πλέον ανταγωνιστικό τμήμα του πληθυσμού της μεταναστεύει στο εξωτερικό. Παράλληλα σημειώνεται μια κάμψη στις γεννήσεις η οποία ξεπερνά τις προβλέψεις των δημογραφικών μοντέλων που γίνονταν στη δεκαετία του 2000. Σχετικά είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία γεννήσεων ζώντων νεογνών που τηρούνται στο Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού, στην τετραετία 2008-12 ο αριθμός των γεννήσεων μειώθηκε κατά 14,7% (από 118.302 σε 100.980) με σημαντικό ποσοστό από αυτές να προέρχεται πλέον από αλλοδαπούς…
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλα αυτά θα έχουν βαθιές και μη αναστρέψιμες συνέπειες. Το παράδειγμα του τί πρόκειται να συμβεί βρίσκεται ακριβώς δίπλα μας: Η Βουλγαρία εξαιτίας ενός συνδυασμού αδύναμων δημογραφικών δεδομένων και της μεταναστευτικής εξόδου που σημειώθηκε μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος, έχασε μέσα στο διάστημα 1990-2010 το 15% του πληθυσμού της. Ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο η Ελλάδα σήμερα καταδικάζεται σε έναν δημογραφικό νανισμό, η οποίος θα αλλοιώσει και θα υποβαθμίσει για πάντα τις προοπτικές της. Και όλα αυτά σε μια περίοδο που μόλις αρχίζουν τα μεταναστευτικά ρεύματα που ξεκινούν από τον εξαθλιωμένο, αλλά δημογραφικά εκρηκτικό τρίτο κόσμο. Στην περίπτωση της Ελλάδας επομένως, ίσως τελικά να μην έχουμε αριθμητική συρρίκνωση, αλλά αντικατάσταση του γηγενούς πληθυσμού με ένα νέο κοινωνικό αμάλγαμα, απροσδιόριστης σύνθεσης και συμπεριφοράς.
Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι το δημογραφικό ζήτημα είναι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα της χώρας. Για αυτό και η αντιμετώπισή του, ή έστω η άμβλυνσή του, πρέπει να λάβει άμεση προτεραιότητα έναντι παντός άλλου, συμπεριλαμβανομένων και των απαιτήσεων των δανειστών οι οποίοι δεν έχουν κανένα λόγο να νοιάζονται για αυτό…
Αναστάσιος Λαυρέντζος
@LavrentzosA