Συνδρομή στον κ. Στουρνάρα
Η μεγάλη επιτυχία του κ. Στουρνάρα είναι η δημιουργία σχετικής δημοσιονομικής σταθερότητας. Παρ’ όλα αυτά, επειδή φαίνεται να περνάει Συμπληγάδες ως υπουργός, μερικές παρατηρήσεις ίσως του φανούν χρήσιμες.
Το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα φέτος θα είναι μικρό, όταν συνυπολογίσουμε και τις πλήρεις δαπάνες για την υγεία και τις μεταβιβάσεις από τις ξένες κεντρικές τράπεζες. Παραμένει όμως πλεόνασμα και η μεταστροφή από το έλλειμμα του 2010 είναι γιγαντιαία. Προσφέρει λοιπόν ένα διαπραγματευτικό χαρτί, το οποίο η κυβέρνηση και ο κ. Στουρνάρας έχουν υποχρέωση να αξιοποιήσουν. Αυτό σημαίνει δύο πράγματα.
Πρώτο, όχι μόνο δεν πρέπει να επιβληθούν άλλα μέτρα, αλλά θα πρέπει να υπάρξει ελάφρυνση της σημερινής περιοριστικής πολιτικής. Γνωρίζει ο κ. Στουρνάρας ότι το πλεόνασμα είναι εξαιρετικά ασταθές, έστω κι αν δεχτούμε ότι δεν έχει υπάρξει ‘δημιουργική λογιστική’ στην καταγραφή των δημοσίων δαπανών και εσόδων. Το πλεόνασμα προήλθε από τη συντριβή των δημοσίων δαπανών και την καταιγίδα των φόρων που κράτησαν σχετικά ψηλά τα δημόσια έσοδα. Ακριβώς αυτή η πολιτική όμως προκάλεσε και τη βαθύτατη ύφεση. Το πραγματικό αντίτιμο του πλεονάσματος είναι η ανεργία κοντά στο 28% και η συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά περίπου 25%. Εφόσον όμως η οικονομία συρρικνώθηκε βίαια, η απόδοση των φόρων, ιδίως των έμμεσων και των φόρων εισοδήματος, παραμένει βαθιά προβληματική. Μια κατεστραμμένη οικονομία που παραμένει σε ύφεση δύσκολα θα δημιουργήσει σημαντικά επιπλέον φορολογικά έσοδα, όποια νέα μέτρα κι να επιβληθούν. Στην πράξη η χώρα χρειάζεται άμεση ελάφρυνση της δημοσιονομικής πίεσης και απαλλαγή από τον παράλογο στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 4,5% του ΑΕΠ το 2016.
Δεύτερο, πρέπει επειγόντως να υπάρξει ελάφρυνση του χρέους, διότι η χώρα επιδιώκει αυτά τα τεράστια πλεονάσματα ακριβώς για να μειώσει το χρέος με δικές της δυνάμεις. Η αλήθεια είναι ότι το χρέος είναι μη βιώσιμο και αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με το αναντίρρητο χρηματοδοτικό κενό για το 2014-5 και που μάλλον θα φέρει νέο δανεισμό. Το χρέος είναι μη βιώσιμο διότι ο όγκος του είναι τεράστιος για μια γονατισμένη οικονομία όπως η ελληνική. Οι αισιόδοξες εκθέσεις των τραπεζών και οι χαριτωμένες αναλύσεις οικονομολογούντων δημοσιογράφων δεν πρέπει να συσκοτίζουν τα πράγματα.
Το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους έχει όντως μειωθεί σημαντικά την τριετία που πέρασε καθώς το μέσο επιτόκιο έπεσε περίπου στο 2,5%, ενώ υπήρξε και σημαντική επιμήκυνση. Αλλά ο όγκος του είναι τέτοιος που ακόμη και όταν οι ετήσιες αποπληρωμές θα υποχωρήσουν σημαντικά- μετά το 2015 – η χώρα θα αντιμετωπίζει συνολικό κόστος εξυπηρέτησης τουλάχιστον 12δις ετησίως. Με ΑΕΠ κάτω από τα 180δις και ρυθμούς ανάπτυξης που θα σέρνονται, το ποσό δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητο. Το πρόβλημα δύσκολα θα λυθεί με περαιτέρω επιμήκυνση ή μείωση των επιτοκίων, αφού αυτά ήδη έχουν συμβεί σε μεγάλο βαθμό.
Το ουσιαστικότερο πρόβλημα όμως με τον όγκο του χρέους, όπως γνωρίζει ο κ. Στουρνάρας, είναι ότι ο λόγος του προς το ΑΕΠ θα συνεχίσει να είναι γύρω στο 170% που μόνο με την Ιαπωνία συγκρίνεται. Αλλά η Ελλάδα δεν είναι Ιαπωνία, ούτε καν Ιταλία, χώρες που, εκτός της μεγάλης παραγωγικής τους βάσης, συντηρούν το δημόσιο δανεισμό τους κυρίως από εγχώριους πόρους. Η Ελλάδα, κι αυτό είναι ένα ακόμη απότοκο της συμμετοχής μας στην ΟΝΕ, θα δανείζεται κυρίως από ξένους. Πως λοιπόν θα βγει στις αγορές με τέτοιο λόγο χρέους, που μάλιστα θα έχει μεταβαλλόμενο επιτόκιο σε μεγάλο ποσοστό; Ποιοι ιδιώτες θα της δανείσουν με λογικούς όρους;
Η χώρα χρειάζεται βαθιά διαγραφή του χρέους και τη χρειάζεται γρήγορα. Έτσι θα απελευθερωθούν πόροι και θα υπάρξει αλλαγή της αυτοκτονικής δημοσιονομικής πολιτικής. Πρόκειται για δύο απολύτως αναγκαία προαπαιτούμενα της ανάπτυξης, πράγμα που δυστυχώς δεν αντιλαμβάνονται όσοι φλυαρούν περί ‘εθνικού σχεδίου ανάπτυξης’ τώρα που ήρθε το πολυπόθητο πλεόνασμα.
Η κατάσταση αυτή θέτει ένα εξαιρετικά σκληρό δίλημμα. Καθώς ο κύριος όγκος του χρέους είναι προς ευρωπαϊκούς δημόσιους φορείς που πρέπει να λογοδοτήσουν στους ψηφοφόρους τους, ή δεσμεύονται από το καταστατικό τους, η απομείωση του με ‘κούρεμα’ είναι εξαιρετικά απίθανη. Επιπλέον, η σιδερένια δημοσιονομική πειθαρχία έχει πλέον θεσμοθετηθεί στην ΟΝΕ με γερμανική πρωτοβουλία. Αν λοιπόν η Ελλάδα προσπαθήσει να δημιουργήσει το απαραίτητο μακροοικονομικό πλαίσιο ανάπτυξης, θα αντιμετωπίσει την άμεση αντίδραση των εταίρων της.
Έστω κι έτσι, η παρούσα κυβέρνηση έχει υποχρέωση να διαπραγματευτεί σκληρά επιτέλους. Να πάψει να κοιτάει αμήχανα τη διαμάχη ΕΕ και ΔΝΤ και να δηλώσει ανοιχτά τη θέση της χώρας για το χρέος. Να μην απαιτεί μόνο υπομονή επιβάλλοντας θυσίες στους εργαζόμενους και στους μικρομεσαίους. Ο κ. Στουρνάρας οφείλει να εξηγήσει στον ελληνικό λαό την πραγματική κατάσταση, αντί να εμφανίζεται μονίμως αισιόδοξος. Ίσως έτσι περισώσει και κάτι από την υστεροφημία του. Αν όμως τελικά η κυβέρνηση δε μπορεί να το κάνει, ας αποχωρήσει για να αναλάβουν άλλοι που τουλάχιστον έχουν διάθεση να παλέψουν.