Η Αθήνα πεθαίνει, όχι από καρδιακή προσβολή αλλά από Αλτσχάιμερ. Η πόλη χάνει τη μνήμη της, δεν αναγνωρίζει τον εαυτό της και έχει ολοένα και λιγότερη επαφή με τους ανθρώπους της. Η Αθήνα χάνει τα θεμέλια της ύπαρξής της. Αυτή η απώλεια μνήμης επηρεάζει κυρίως τις γειτονιές όπου ζούσε η μεσαία τάξη και οι μικροαστοί, γράφει ο συγγραφέας Πέτρος Μάρκαρης στην ισπανική εφημερίδα El Pais.
«Το πιο εντυπωσιακό παράδειγμα είναι αυτό της Πατησίων, μια από τις παλαιότερες περιοχές της Αθήνας. Άλλοτε η περιοχή έσφιζε από ζωή, αφού η μεσαία τάξη κατέκλιζε την αγορά. Σήμερα, μια στις δύο επιχειρήσεις έχουν κλείσει. Οι βιτρίνες καλύπτονται με χαρτιά κι αυτοκόλλητα ενοικιαστήρια και πωλητήρια διαμερισμάτων.
Οι πεζοί περπατούν δίχως να δίνουν προσοχή. Αν τους ρωτήσεις τι είδους επιχείρηση ήταν στο πλέον άδειο κατάστημα απαντούν με αμηχανία: “Ρουχισμού ίσως, ή υποδήματα”. Μόνο και μόνο επειδή τα περισσότερα καταστήματα εκεί πωλούσαν αυτά τα είδη. Ποιός μπορεί να αγοράσει ρούχα ή παπούτσια στη σημερινή Αθήνα; Σύμφωνα με τις στατιστικές, το 80 % των Αθηναίων δεν είναι πλέον σε θέση να ανταπεξέλθει οικονομικά.
Σε όλες σχεδόν τις κατοικημένες περιοχές του κέντρου υπάρχει η ίδια εικόνα ερήμωσης. Η γειτονιά της Κυψέλης για πατράδειγμα, μέχριο τη δεκαετία του ’80 κατοικούταν από άτομα της μεσαίας τάξης. Τώρα έχει γίνει γειτονιά μεταναστών, κυρίως Αφρικανών. Στο δρόμο και στις πλατείες ακούς να μιλούν όλοι γαλλικά. Η ελληνική γλώσσα ομιλείται μόνο από κάποιους έλληνες συνταξιούχους που έχουν απομείνει.
Δε χρειάζεται να αναζητήσουμε τις ρίζες της τρέχουσας κρίσης στη σημερινή εποχή αλλά στην εποχή του φανταστικού πλούτου. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, οι πολίτες της μεσαίας τάξης δεν ήθελαν πλέον να αναπνέουν μολυσμένο αέρα της πόλης κι απηύδησαν με τη φασαρία και την κυκλοφοριακή συμφόρηση. Αλλά πάνω απ΄όλα ήθελαν να ζήσουν ως νεόπλουτοι κι έτσι εγκατέλειψαν τις κατοικίες τους για να κινηθούν προς τα προάστια. Στο κέντρο μείναμε συνανταξιούχοι, καλλιτέχνες και διανοούμενοι που δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.
Αργότερα ήρθε το μεγάλο κύμα μετανάστευσης. Για τους μετανάστες , οι εγκαταλειμμένες αστικές περιοχές ήταν μια ευλογία.Και δεν είναι αλήθεια αυτό που λένε οι κάτοικοι που εξακολουθούν να ζουν σε αυτές τις περιοχές , κυρίως συνταξιούχοι , ότι οι κατοικίες τους έχασαν την αξία, λόγω της άφιξης των μεταναστών . Οι μετανάστες μεταφέρθηκαν εκεί επειδή τα σπίτια ήταν άδεια και τα ενοίκια ήταν πολύ φτηνά.
Οι ιδιοκτήτες που δεν είχαν πουλήσει τα σπίτια τους κάνουν τώρα χρυσές δουλειές. Το νοικιάζουν σε πολλούς μετανάστες μαζί, παίρνοντας από τον καθένα περίπου 30 ευρώ το μήνα. Παίρνουν έτσι συνολικά ένα ενοίκιο μεγαλύτερο από το μέσο όρο. Πρόκειται για μαύρα χρήματα, για τα οποία οι ιδιοκτήτες δεν πληρώνουν φόρους.
Ο μεγάλος αριθμός μεταναστών σε αυτές τις περιοχές τις έχει μετατρέψει σε θύλακες ρατσισμού. Και δεδομένου ότι δεν αναπτύχθηκαν ορθολογικέ ςπολιτικές για την μετανάστευση, οι γειτονιές αυτές έγιναν προπύργια της νεοναζιστικής ογάνωσης Χρυσής Αυγής. Οι ηλικιωμένοι και οι συνταξιούχοι φοβούνται τους μετανάστες . Οι Νεο- ναζί τους προσφέρουν την προστασία τους”.
“Είναι η πιο όμορφη περιοχή της Αθήνας το κέντρο. Όχι μόνο για την Ακρόπολη και το Αρχαίο νεκροταφείο του Κεραμεικού αλλά επειδή είναι το παλαιότερο τμήμα της σύγχρονης Αθήνας” σημειώνει μεταξύ άλλων ο Πέτρος Μάρκαρης και συνεχίζει απαριθμώντας στολίδια βαυαρικής αρχιτεκτονικής που συναντάμε στην πρωτεύουσα. Όπως μάλιστα λέει, μετά την αποχώρηση των Βαυαρών, η παλιά πόλη έχασε σταδιακά τη γοητεία της κι εγκαταλείφθηκε στην τύχη της . Το 2004 , κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων, ανέκτησε όλο της το μεγαλείο, με έργα υποδομής κι ανακαινίσεις κτηρίων. Σήμερα, ωστόσο, μετά το πέρασμα της κρίσης όπως σημειώνει η διαφορά είναι αισθητή.
“Είναι αλήθεια ότι ο αριθμός των μεταναστών έχει αυξηθεί στο κέντρο , αλλά αυτό δεν έχει να κάνει με κάθε νέο κύμα μεταναστών αλλά και με την ανεργία. Οι μετανάστες μετακινούνται από τη μία πλευρά στην άλλη και απελπισμένοι αναζητούν εργασία” προσθέτει ο ίδιος και συνεχίζει:
“Η περιοχή που έχει ελάχιστα επηρεαστεί από την κρίση είναι η Πλάκα, στους πρόποδες της Ακρόπολης. Μαζί με το υπόλοιπο τμήμα της παλιάς πόλης της Πλάκας υποβλήθηκε σε μια δαπανηρή ανακαίνιση. Τα ακίνητα ακόμη κοστίζουν ακριβά και η περιοχή κατοικείται από πλούσιους επιχειρηματίες.
Είχα την τύχη να ταξιδέψω στη ζωή μου. Δεν γνωρίζω καμία άλλη πόλη που αλλάζει τόσο την νύχτα όσο η Αθήνα . Στην πραγματικότητα οι Αθηναίοι ζουν σε δύο πόλεις : στην Αθήνα της ημέρα και την Αθήνα της νύχτας (…)Το σκοτάδι μπορεί να κρύψει το άσχημο πρόσωπό της ημέρας”.
Η κρίση έχει αλλάξει και το βράδυ στην Αθήνα. Πολλές ταβέρνες και εστιατόρια ανοίγουν μόνο τα Σάββατα, σε πολλές γωνιές της παλιάς πόλης άστεγοι κάθονται και τρώνε μικρά καρβέλια. Το χειρότερο είναι στην Ομόνοια που μετατρέπεται σε ζώνη εγκλήματος και καταλαμβάνεται από τους εμπόρους ναρκωτικών και τις αλλοδαπές πόρνες, που ελέγχονται από τη ρωσική μαφία . Οι δρόμοι είναι επίσης γεμάτοι νέους. Με ένα μπουκάλι μπύρα στο χέρι , κάθονται στο πεζοδρόμιο μπροστά από το μπαρ και απολαμβάνουν τη μουσική.
Έχω δύο φίλους που ζουν στον Άγιο Παντελεήμονα , τη χειρότερη γειτονιά απ όλες. Ο ένας είναι μουσικός , ο άλλος κριτικός κινηματογράφου . Και οι δύο λένε το ίδιο πράγμα : δεν μπορούν πλέον να ζήσουν εκεί. Προσπαθούν να κάνουν τη ζωή τους πιο υποφερτή με πολιτιστικά κέντρα κι άλλες δράσεις. Είναι ο τρόπος τους να καταπολεμήσουν το Αλτσχάιμερ, αλλά όπως γνωρίζουμε το Αλτσχαίμερ είναι μια ανίατη ασθένεια», καταλήγει ο ίδιος.
Πηγή: Εl Pais, iefimerida.gr