Αίσθηση έχει προκαλέσει το άρθρο του επιχειρηματία Ευάγγελου Μυτηλιναίου στην εφημερίδα το ΒΗΜΑ της Κυριακής το οποίο ουσιαστικά είναι ένα προσχέδιο – μανιφέστο για την επιχειρηματικότητα ενόψει των εκλογών στο ΣΕΒ όπου σύμφωνα με πληροφορίες ο επιχειρηματίας ενδιαφέρεται να διεκδικήσει την ηγεσία.
Το άρθρο έχει ως εξής:
“Απειρες ώρες διαπραγματεύσεων έχουν εξαντληθεί για να βρεθεί ο τρόπος να ιδιωτικοποιηθεί η ΛΑΡΚΟ (μεταλλουργεία και ορυχεία νικελίου και λιγνίτη). Και δικαίως γίνεται όλη αυτή η προσπάθεια. Η ΛΑΡΚΟ είναι η μόνη αμιγώς εξαγωγική εταιρεία της χώρας, παράγει ένα προϊόν με 100% ελληνική προστιθέμενη αξία και έχει αγοραστές για το προϊόν της, το οποίο θεωρείται πρώτης ποιότητας από όλες τις χαλυβουργίες του κόσμου.
Με μία διαφορά: ότι η τιμή ορίζεται σε καθημερινή βάση από το Χρηματιστήριο Μετάλλων του Λονδίνου (LME). Αν το ταμπλό «γράφει» 14.000 δολ./τόνο, η ΛΑΡΚΟ (ή η οποιαδήποτε ΛΑΡΚΟ του κόσμου) δεν έχει καμία δυνατότητα να πουλήσει το προϊόν της 15.000 δολάρια. Μπορεί να πουλάει όσο νικέλιο παράγει αλλά μόνο 14.000 δολ./ τόνο.
Οι τρέχουσες τιμές των 14.000 δολαρίων είναι χαμηλές, αλλά μπορεί να πέσουν και χαμηλότερα λόγω της έναρξης παραγωγής του Nickel Pig Iron στην Κίνα με κόστος κοντά στα 10.000 δολ./τόνο.
Η ΛΑΡΚΟ αυτή τη στιγμή έχει κόστος περί τις 20.000 δολ./τόνο. Ποιος σοβαρός επενδυτής θα προχωρήσει σε δεσμευτική προσφορά για τη ΛΑΡΚΟ, ακόμη και αν όλα τα προβλήματα (αδειοδότησης, περιβάλλοντος, κρατικών ενισχύσεων κ.τ.λ.) ως διά μαγείας λυθούν, και με το καλημέρα να χάνει 6.000 δολ./τόνο, δηλαδή 9 εκατ. δολάρια τον μήνα και πάνω από 100 εκατ. δολάρια τον χρόνο;
Νομίζω κανείς (σοβαρός). Διάφοροι Σκοπιανοί, «πλυντήρια» κ.τ.λ. ίσως, σοβαρός όμως κανείς.
Για να πουληθεί η ΛΑΡΚΟ πρέπει ο αγοραστής να ελπίζει βάσιμα ότι μέσω επιχειρηματικών κινήσεων (επενδύσεις για αύξηση παραγωγής και παραγωγικότητας, αντιμετώπιση κοστολογίων από μηδενική βάση, εκλογίκευση εργασιακού κόστους, βελτιστοποίηση εσωτερικών διαδικασιών, επίλυση περιβαλλοντικών προβλημάτων κ.τ.λ.) θα μπορέσει να «κατεβάσει» το κόστος στα 10.000-12.000 δολ./τόνο.
Η τιμή του ρεύματος
Ακόμη και όλα αυτά όμως να γίνουν επιτυχώς, η ΛΑΡΚΟ δεν «στέκεται» με τιμή ρεύματος 70 ευρώ/MWh όταν ο μέσος ανταγωνιστής της στην παγκόσμια αγορά πληρώνει 25-30 ευρώ/MWh! Με κατανάλωση 1,1 εκατ. μεγαβατωρών η υπερχρέωση εις βάρος της ΛΑΡΚΟ αγγίζει τα 50 εκατ. δολάρια τον χρόνο.
Είναι αδιανόητο ελληνικές βιομηχανίες που μάχονται στον στίβο του παγκόσμιου ανταγωνισμού να πληρώνουν το ρεύμα χρυσάφι! Πουθενά στον πλανήτη οι μεταλλουργίες δεν πληρώνουν «ειδικούς φόρους», ΔΕΤΕ, ΕΡΤ, ΕΤΜΕΑΡ κ.τ.λ.! Αντίθετα, όλες οι χώρες και κυβερνήσεις, «πάνω και κάτω από το τραπέζι», στηρίζουν τη βαριά βιομηχανία τους.
Η «πτωχευμένη» σήμερα Ελλάδα δεν μπορεί να υποστηρίξει τη βαριά βιομηχανία της, όπως δεν μπορεί να στηρίξει ουσιαστικά κανέναν. Μπορεί όμως ακόμη, έχοντας δικούς της λιγνίτες και υδροηλεκτρικά, τα οποία χρηματοδοτήθηκαν και δημιουργήθηκαν από τη βιομηχανία για τη βιομηχανία και τους πολίτες, να παρέχει ανταγωνιστικό τιμολόγιο ρεύματος.
Ποιος αποφασίζει
Δεν το κάνει γιατί «πρέπει να ζήσει» η ΔΕΗ (και να βγάλει κέρδη η ΔΕΠΑ). Πώς θα ζήσουν η ΔΕΗ και η ΔΕΠΑ;
Μειώνοντας συνεχώς τα κοστολόγιά τους ή «κλείνοντας» όλη τη βιομηχανία;
Και αυτή την πιο σημαντική πολιτική απόφαση ποιος θα τη λάβει; Η διοίκηση της ΔΕΗ και της ΔΕΠΑ; Η κυβέρνηση; Ή η τρόικα; Ποιος;
Το πρόβλημα για τη ΛΑΡΚΟ κρύβεται επιμελώς «κάτω από το χαλί» με έναν πολύ απλό τρόπο: η μεν ΔΕΗ χρεώνει ό,τι θέλει, τη δε ΛΑΡΚΟ ποσώς την ενδιαφέρει, αφού δεν πληρώνει τη ΔΕΗ ούτως ή άλλως!
Αν η Πολιτεία καθαρίσει το πεδίο, διευθετήσει τις εκκρεμότητες (παλαιά ΛΑΡΚΟ), τις κατηγορίες περί κρατικών ενισχύσεων, τις οφειλές και τις υπέρογκες μονομερείς χρεώσεις ρεύματος, ειδικών φόρων, εισφορών για ταμεία τρίτων, τότε μπορεί να πει σε σοβαρούς επενδυτές: σας πουλάω ένα μοναδικό ελληνικό περιουσιακό στοιχείο, βάλτε λεφτά, δουλειά, τεχνογνωσία, χρόνο, λύστε όλα τα περιβαλλοντικά θέματα και βγείτε με τις δυνάμεις σας να σταθείτε στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.
Στη ΛΑΡΚΟ «δοκιμάζεται» η μνημονιακή πολιτική στη βιομηχανία. Η άνευ όρων στήριξη των κρατικών μονοπωλίων ΔΕΗ – ΔΕΠΑ για να «καλλωπιστούν» και να πουληθούν αλλά και η επιβάρυνση με άπειρους, «άσχετους» με την παραγωγή, φόρους θα έχουν ως βέβαιο αποτέλεσμα τον θάνατο της ΛΑΡΚΟ αλλά και της ελληνικής βιομηχανίας.
Το σιδηρονικέλιο της ΛΑΡΚΟ είναι 100% ελληνικό προϊόν, βγαλμένο από το ελληνικό χώμα, με ελληνική τεχνογνωσία, από έλληνες μηχανικούς και εργαζομένους και ελληνικές πρώτες ύλες. Το να μπορεί το προϊόν αυτό να γίνει διεθνώς ανταγωνιστικό είναι η πιο τρανή απόδειξη του τι μπορεί να πετύχει η Ελλάδα. Γι’ αυτό και η επιβίωση και η πρόοδος της ΛΑΡΚΟ πρέπει να είναι «σημαία» για την ελληνική βιομηχανία και οικονομία. Γι’ αυτό και το χρηματοπιστωτικό σύστημα στο μέτρο του δυνατού και η κυβέρνηση και τα κόμματα και όλοι μας πρέπει να είμαστε δίπλα στη ΛΑΡΚΟ και όχι απέναντι.”
*Ο κ. Ευάγγελος Μυτιληναίος είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου Επιχειρήσεων Μυτιληναίος.