Προχθές, στην εκπομπή «Ανατροπή», άκουγα τον Γ. Πρετεντέρη, όταν εμφανίστηκε η κάρτα που έλεγε πόσο πιθανό είναι να ψηφίσετε, στις εκλογές, το σχήμα της Κεντροαριστεράς, να…
κρατήσουμε το ποσοστό των πολιτών (17,5%) που δηλώνουν ότι είναι πολύ και αρκετά πιθανό να ψηφίσουν.
Εξ αυτών το 7,6% δήλωνε πολύ πιθανό και το 9,9% αρκετά. Το ποσοστό είδα, χθες, να προβάλλεται με θετικά σχόλια και από τις εφημερίδες που στηρίζουν το εγχείρημα. Και λογικό είναι. Ένα ποσοστό 17,5% δεν είναι λίγο -μάλλον είναι θρίαμβος για τις εκτιμήσεις που κυριαρχούν.
Εκείνο που μου έκανε όμως κάκιστη εντύπωση είναι ότι τόσον ο παρουσιαστής (Πρετεντέρης) όσον και ο δημοσκόπος της GPO (Θεοδωρικάκος) παρέλειψαν να μας παρουσιάσουν και το ποσοστό της προηγούμενης μέτρησης (Δεκέμβριος 2013) στο ίδιο ερώτημα. Ενώ σε όλες τις άλλες κάρτες υπήρχε σύγκριση και με την προ διμήνου έρευνα, στην συγκεκριμένη κάρτα-ερώτηση η σύγκριση απουσίαζε.
Ειλικρινά απόρησα για την παράλειψη, ενώ μου έκανε και εντύπωση ότι δεν εξέφρασε απορία και κανείς από τους καλεσμένους πολιτικούς. Ούτε καν ο νεαρός, και πρώην εκπρόσωπος της ΔΗΜΑΡ, Ανδρέας Παπαδόπουλος που ήταν λογικό να ρωτήσει επειδή το κόμμα του Φώτη Κουβέλη προσπαθεί να φτιάξει έναν άλλο κεντροαριστερό πόλο.
Κατόπιν τούτου αποφάσισα να λύσω μόνος μου «το μυστήριο της μοναδικής μη σύγκρισης». Ανέτρεξα λοιπόν στην δημοσκόπηση της GPO του Δεκεμβρίου. Και αμέσως η απορία μου άμα και το μυστήριο λύθηκε. Η σύγκριση, αν παρουσιαζόταν, θα οδηγούσε σε μελαγχολικά συμπεράσματα για την τύχη του εγχειρήματος. Τα θετικά σχόλια, αμέσως θα μετατρέπονταν σε αρνητικά. Και οι δύο εκπρόσωποι, του ΠΑΣΟΚ και των «58», οι κύριοι Κωνσταντινόπουλος και Παγουλάτος αντί για έκφραση και λόγια ικανοποίησης θα έσκυβαν απογοητευμένοι το κεφάλι.
Και εξηγούμαι: στην δημοσκόπηση του Δεκεμβρίου το ποσοστό των πολιτών που απαντούσαν ότι είναι πολύ και αρκετά πιθανό να ψηφίσουν το σχήμα αυτό της Κεντροαριστεράς ήταν 11,5% και 18,4% αντίστοιχα, δηλαδή στο σύνολο έφτανε στο 29,9%. Ναι, ναι σε δύο μόλις μήνες το εγχείρημα έχασε 12,4% ήτοι το 40% εκείνων που αρχικά είχαν δηλώσει ότι θα μπορούσαν να το ψηφίσουν!!!
Επίσης δεν αναλύθηκε, σε αντίθεση με τις άλλες απαντήσεις, και η εσωτερική κατανομή αυτών που δηλώνουν ότι είναι πολύ και αρκετά πιθανόν να το ψηφίσουν. Εάν αναλύονταν θα βλέπαμε ότι από το ΠΑΣΟΚ μόνον το 46,9% των ψηφοφόρων το 2012 δηλώνει ότι θα το ψήφιζε, ενώ το 47,9% όχι. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι το ΠΑΣΟΚ στο 17,5% της «ελιάς» εισφέρει μόλις το 5,76%.
Αν οι «58» έχουν ένα ποσοστό κοντά στο 12% τότε εγώ κάτι δεν καταλαβαίνω. Όπως δεν καταλαβαίνω πως μπορεί το 1/5 περίπου των ψηφοφόρων της Ν.Δ. να δηλώνει ότι θα ψηφίσει το εκκολαπτόμενο σχήμα της Κεντροαριστεράς. Η εντύπωση που είχα, και νομίζω ότι έχουμε όλοι, είναι ότι μάλλον ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ θα ψηφίσουν Ν.Δ. για να μην έλθει στα πράγματα ο ΣΥΡΙΖΑ.
Τώρα μαθαίνω από την GPO πως ένα «γαλάζιο» ποσοστό 5,43%, ίδιο δηλαδή με αυτό το ΠΑΣΟΚ, φλερτάρει έντονα την Κεντροαριστερά. Επίσης μαθαίνω ότι σχεδόν 1% (0,8% για την ακρίβεια) θα προέλθει από τη Χρυσή Αυγή και τους ΑΝΕΛ. Από δε την Αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και ΔΗΜΑΡ) θα προέλθει άλλο ένα περίπου 5%.
Εφόσον αυτά ισχύουν είναι λάθος το σχήμα να τοποθετείται στην Κεντροαριστερά, μάλλον στην Κεντροδεξιά πρέπει να το κατατάξουμε. Κάποιος βέβαια θα αντιτείνει ότι είναι ψήφοι του ΠΑΣΟΚ που επιστρέφουν. Να το δεχτώ. Όμως τότε πως γίνεται και από τους ψηφοφόρους των άλλων κομμάτων στην ερώτηση τι θα ψηφίσουν στις ευρωεκλογές δεν βρίσκεται ούτε ένας να δηλώσει πως θα ψηφίσει ΠΑΣΟΚ.
Ναι όπως το διαβάζετε: ούτε ένας. Με εξαίρεση ένα 0,7% των ψηφοφόρων της Ν.Δ. (που αντιστοιχεί σε 0,2%) που δηλώνει ότι στις ευρωεκλογές θα ψηφίσει ΠΑΣΟΚ, το ποσοστό όλων των άλλων (ΣΥΡΙΖΑ, ΔΗΜΑΡ, ΚΚΕ, ΑΝΕΛ, Χ.Α.) που πηγαίνει στο ΠΑΣΟΚ είναι 0%. Το άλλοτε πολυσυλλεκτικό ΠΑΣΟΚ έφτασε στο σημείο να μην έχει ροή ψηφοφόρων από κανένα άλλο κόμμα και να δίνει σε όλους. Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι: από τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ το 2012, θα ξαναψηφίσει ΠΑΣΟΚ το 38,8%, το 11,3% πάει στη Ν.Δ., το 13% στον ΣΥΡΙΖΑ, το 4% στη ΔΗΜΑΡ, το 3,5% στη Χ.Α., από 2,6% του παίρνουν οι ΑΝΕΛ και το ΚΚΕ, το 11% δηλώνει αναποφάσιστο και το 13,2% προτιμά την αποχή, το λευκό ή κάποιο μικρότερο κόμμα.
Εδώ ανοίγω μια παρένθεση για να πω ότι με βάση τα στοιχεία (ροές-εκροές) της έρευνας, και δεδομένων των αναποφασίστων και της μη αναγωγής, το ΠΑΣΟΚ λαμβάνει 4,9% και όχι 5,6%. Όμως αυτό είναι ένα άλλο μυστήριο, το οποίο δεν θα προσπαθήσω, σήμερα, να διελευκάνω. Εκτός κι αν προθυμοποιηθεί να το κάνει ο αξιότιμος κύριος Θεοδωρικάκος. Κλείνει η παρένθεση.
Αν λοιπόν, σύμφωνα με την GPO, αυτή είναι η εικόνα τότε οι «58» έχουν υπερδιπλάσια δύναμη από το ΠΑΣΟΚ. Αν στο 17,5% της Κεντροαριστεράς αυτοί εισφέρουν το 12% και το ΠΑΣΟΚ το 5,5% δεν καταλαβαίνω γιατί τους κάνει ότι θέλει ο Βενιζέλος; Η μόνη απάντηση που μπορώ να δώσω είναι ότι εκτός από καλοί επιστήμονες είναι και ταπεινοί και σεβαστικοί άνθρωποι. Εκτός κι αν δεν έχουν καταλάβει τη δύναμή τους. Να μην πιστεύουν τα ευρήματα του κυρίου Θεοδωρικάκου δεν το πιστεύω. Η GPO είναι μια καθόλα έγκυρη εταιρεία που τα ευρήματά της πάντα ανταποκρίνονται στην αλήθεια, ακόμη κι αν ορισμένες φορές είναι κάποιες αντιφάσεις που εμείς οι κοινοί θνητοί και μη επαΐοντες των δημοσκοπήσεων δεν μπορούμε να κατανοήσουμε.
Και για να τελειώσω μ” αυτό που άρχισα° με το «μυστήριο της μοναδικής μη σύγκρισης». Η μείωση κατά 40% της εκλογικής απήχησης της «ελιάς» και μάλιστα σε δύο μόλις μήνες μία εξήγηση μπορεί να έχει: δεν πείθει, τουλάχιστον προσώρας. Υπάρχει βέβαια και μία άλλη εξήγηση: Ο λόγος που δεν μπορεί η «ελιά» να καρπίσει είναι ότι το πότισμά της το ανέλαβε εργολαβικά η μιντιακή ποτίστρα της λεγόμενης διαπλοκής συμφερόντων.
Προφανώς οι «58» δεν έχουν διδαχθεί από τα παραδείγματα του Βενιζέλου στη σύγκρουση με τον Παπανδρέου το 2007 και της Μπακογιάννη με τον Σαμαρά το 2009. Ίσως να μην έχουν καταλάβει ότι δεν αρκεί να έχεις τη στήριξη «συγκροτημάτων» χρειάζεται και λαϊκή αποδοχή και υποστήριξη. Ή ακόμη χειρότερα: η καταφανής -σε βαθμό προκλήσεως ενίοτε- πριμοδότηση βλάπτει σοβαρά. Εκτός κι αν ο Κ. Σημίτης τους συνεβούλευσε ότι μακροπρόθεσμα αυτή η στρατηγική αποδίδει. Αν και στις συνθήκες, ακραίας και πολυεπίπεδης κρίσης, που ζούμε, πολύ αμφιβάλλω…