Όπως συνήθως, η δημόσια συζήτηση σχετικά με την “ελεγχόμενη επιστροφή” της ελληνικής οικονομίας στις αγορές γίνεται ατελώς και παραπλανητικά. Παραπλανούν κι εκείνοι (η κυβέρνηση και οι δανειστές) που περιγράφουν την έκδοση ομολόγου – 2+1 δις ως λέγεται- ως μια …θριαμβευτική επιβράβευση της πολιτικής της, παραπλανούν και όσοι την θεωρούν περίπου ως καταστροφή.
Κάποια στιγμή θα συνέβαινε κι αυτό. Δεν είναι αμελητέο, δεν είναι και η Δευτέρα Παρουσία. Το ερώτημα δεν είναι, όμως, εάν καλώς βγαίνει η χώρα στις αγορές. Το ερώτημα είναι εάν η χρηματοδότηση της οικονομίας μπορεί να στηριχθεί μόνο σε μία τέτοια /ή και περισσότερες κίνηση. Και η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα είναι αρνητική.
Η κυβέρνηση συνδυάζει την έκδοση του ομολόγου με την επίσκεψη Μέρκελ και τα αναμενόμενα θετικά σχόλια που θα κάνει η Γερμανίδα Καγκελάριος για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Πρόκειται, όπως εύστοχα έχουν πει κάποιοι, για ένα “ομόλογο Μέρκελ”.
Ωστόσο, υπάρχουν και οι δηλώσεις Σόϊμπλε. Ο Γερμανός υπ. Οικονομικών, τον λόγο του οποίου οφείλουμε να παρατηρούμε περισσότερο από το πολιτικό PR της Μέρκελ, είπε μερικά πολύ σοβαρά πράγματα:
– Πρώτον, το ελληνικό πρόγραμμα κρίνεται ως “επιτυχημένο” και πρέπει να συνεχιστεί η εφαρμογή της ίδιας δημοσιονομικής συνταγής. Για ανάπτυξη ούτε κουβέντα.
– Δεύτερον, προανήγγειλε τρίτο πακέτο χρηματοδότησης υπό όρους. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι δεν αξιολογεί ότι η ελληνική οικονομία μπορεί να στηριχθεί εξ ολοκλήρου σε χρηματοδότηση από τις αγορές και πως θα απαιτηθεί πιθανότατα και τρίτο μνημόνιο.
-Τρίτον, απέκλεισε κάθε πιθανότητα “κουρέματος” του χρέους. Αυτή η δήλωση πρέπει να συνδυαστεί με δύο γεγονόταν: αφενός πρόσφατες δηλώσεις του Αντώνη Σαμαρά (Real News) ότι “θέλει λύση για το χρέος άμεσα αλλά δεν τον νοιάζει ποιά λύση θα είναι αυτή” και αφετέρου του επικεφαλής του ESM Κλάους Ρένγκλινγκ ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο σε βάθος 10ετίας με στόχο το 124% του ΑΕΠ.
Όλα αυτά προδίδουν το σχέδιο των δανειστών: κάποιας μορφής επιμήκυνση στην αποπληρωμή του χρέους μαζί με “ελεγχόμενες” εξόδους στις αγορές και μαζί νέα χρηματοδότηση με νέο μνημόνιο -όπως κι αν ονομαστεί- και νέους όρους.
Το κρίσιμο θέμα είναι εάν όλα τα παραπάνω που προβάλλονται ως “μικροί θρίαμβοι” και ήδη κάποιοι ξένοι οίκοι το περιγράφουν ως Greekturn, μπορούν να έχουν κάποια αντιστοίχηση με την πραγματική οικονομία.
Όταν οι μισές οικογένειες στην Ελλάδα ζουν με λιγότερα από 800 ευρώ και οι πολιτικές καταπολέμησης της ανεργίας μένουν στα συρτάρια της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών, τι πραγματικά μπορεί να αλλάξει σε ένα ορατό βάθος χρόνου; Όσο θα ευημερούν οι στατιστικές οι πολίτες θα παραμένουν πτωχοί, η ζήτηση περιορισμένη και η ανάκαμψη αναιμική.
Αυτή η συζήτηση δεν γίνεται. Είναι, όμως, η ουσιαστική συζήτηση. Και εμπεριέχει και το στοιχείο της αναγκαίας διαπραγμάτευσης για την αλλαγή του μίγματος πολιτικής…