Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι είπε προχθές ότι οι χρηματοδοτήσεις των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ θα συνεχιστούν εφόσον η Ελλάδα ενταχθεί σε ένα νέο πρόγραμμα. Ο όρος «πρόγραμμα» που χρησιμοποίησε ο κ. Ντράγκι όχι μόνο ενόχλησε σφόδρα την κυβέρνηση, αλλά ενδεχομένως δεν είναι και ο ενδεδειγμένος για το νέο πλαίσιο συμφωνίας. Η κυβέρνηση προτιμά να το βλέπει ως πιστωτική γραμμή ή ως «αλληλόχρεο λογαριασμό» με την Ευρώπη, όπου η Ελλάδα θα έχει τη δυνατότητα, αν θέλει και αν χρειαστεί, να χρησιμοποιήσει κάποια (αρκετά) κεφάλαια για να καλύψει τις ανάγκες της αν δυσκολευτεί να τις καλύψει από τις αγορές, ή αν αυξηθεί πολύ το κόστος δανεισμού της απ’ αυτές.
Σε κάθε περίπτωση, το νέο πλαίσιο συμφωνίας θα περιλαμβάνει χρηματοδοτήσεις και δυνατότητα επιπλέον χρηματοδοτήσεων, αλλά και εποπτεία από τους δανειστές. Ωστόσο, θα είναι ισορροπημένο, η ελληνική κυβέρνηση θα αποφασίζει για την πολιτική που θα ακολουθεί, αρκεί να μην ξεφεύγουν οι δημοσιονομικοί στόχοι, δηλαδή να μην αυξάνεται το έλλειμμα και να πετυχαίνουμε πρωτογενές πλεόνασμα.
Η βασική διαφορά με το μνημόνιο είναι ότι το πλαίσιο συνεργασίας με την Ε.Ε. θα πρέπει να το ζητήσουμε εμείς από την Ευρώπη και δεν θα μας επιβληθεί όπως τα μνημόνια. Μια δεύτερη σημαντική διαφορά είναι ότι ουσιαστικά θα το σχεδιάσουμε εμείς μαζί με τους Ευρωπαίους και θα είναι πιο πολύ στα μέτρα μας.
Το τέλος του μνημονίου, λοιπόν, το οποίο θα πανηγυρίσουμε αν πετύχουν οι προσπάθειες της κυβέρνησης, θα έρθει πριν από το τέλος του έτους – υπό προϋποθέσεις.
Οι προϋποθέσεις
Πρώτη και πλέον άμεση είναι να πει η τρόικα στην αξιολόγηση την οποία διενεργεί τώρα ότι όλα πηγαίνουν καλά και ότι η Ελλάδα έχει εκπληρώσει τα περισσότερα από τα προαπαιτούμενα για την εκταμίευση της δόσης των 3,6 δισ. που απομένει για φέτος.
Δεύτερη προϋπόθεση είναι να συμφωνήσει η τρόικα με την κυβέρνηση ποια θα είναι τα μέτρα που πρέπει να πάρουμε προτού βγούμε από το μνημόνιο. Σύμφωνα με πληροφορίες, τα μέτρα αυτά αγγίζουν και το Δημόσιο όπου γίνεται μια προσπάθεια να περιοριστούν οι δαπάνες, κυρίως αυτές που σχετίζονται με αδικαιολόγητες εξομοιώσεις μισθών και επιδομάτων στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά και με την αγορά εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Αυτά τουλάχιστον είναι τα «καυτά» σημεία των διαπραγματεύσεων και γι’ αυτό η κυβέρνηση αποφάσισε να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης, προκειμένου να σταματήσουν οι εσωκομματικές γκρίνιες. Αν με αυτά τα μέτρα εξασφαλίσει, λοιπόν, η τρόικα ότι το δημοσιονομικό κενό του 2015 θα είναι περιορισμένο, τότε θα προχωρήσει σε θετική αξιολόγηση.
Εφόσον οι δύο αυτές προϋποθέσεις εκπληρώνονται, μπορούμε να πούμε ότι πλησιάζουμε πολύ κοντά στον στόχο της εξόδου από το μνημόνιο. Υπάρχουν όμως και άλλα αγκάθια σε αυτή την πορεία. Τα μικρότερα απ’ αυτά ήδη φαίνεται να ξεπερνιούνται από την επίσκεψη Γιούνκερ προχθές στο Μέγαρο Μαξίμου, αλλά και από τις προχθεσινές δηλώσεις Ντράγκι. Ο κ. Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ αναλαμβάνει την 1η Νοεμβρίου πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα ελέγχει δηλαδή το ένα από τα τρία μέλη της τρόικας. Από εκείνη τη μέρα θα ασχοληθεί επισήμως και πολύ εντατικά με το ελληνικό ζήτημα για το οποίο έχει ήδη κάνει εις βάθος συζητήσεις με τον κ. Αντώνη Σαμαρά. Οι συζητήσεις αυτές ικανοποίησαν τον Ελληνα πρωθυπουργό και το επιτελείο του, καθώς διαπίστωσαν ότι ο κ. Γιούνκερ μιλάει σε πολιτικό επίπεδο και όχι μόνο σε τεχνοκρατικό. «Αντιλαμβάνεται ότι η ύπαρξη μνημονίου και οι έλεγχοι της τρόικας, όπως γίνονται τα τελευταία χρόνια, μειώνουν την αξιοπρέπεια του ελληνικού λαού», λένε πηγές της κυβέρνησης οι οποίες εκφράζουν ικανοποίηση για τη στάση του κ. Γιούνκερ απέναντι στις ελληνικές θέσεις. Θεωρούν δηλαδή ότι θα αντιμετωπίσει θετικά τις ελληνικές προτάσεις.
Το δεύτερο μικρό αγκάθι που φαίνεται να ξεπεράστηκε ήδη (από ελληνικής πλευράς το χειρίστηκε ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας) αφορά τον κεντρικό τραπεζίτη της Ευρωπαϊκής Ενωσης Μάριο Ντράγκι. Ο κ. Ντράγκι έδωσε μεγάλη μάχη προχθές με τους κεντρικούς τραπεζίτες άλλων χωρών ώστε να μπορέσει να ανακοινώσει ότι η ΕΚΤ θα χρηματοδοτεί τις ελληνικές τράπεζες εφόσον η χώρα βρίσκεται σε κάποιο πρόγραμμα. Οι μεγαλύτεροι αντίπαλοί μας σε αυτή τη μάχη ήταν οι Φινλανδοί, οι οποίοι δεν μπορούσαν να δεχτούν ότι οι δικές τους και οι δικές μας τράπεζες θα έχουν ίση μεταχείριση, εφόσον η χώρα τους έχει τον μέγιστο βαθμό πιστοληπτικής αξιολόγησης και η Ελλάδα τον ελάχιστο. Η ντρίμπλα Ντράγκι τούς έπεισε και έκαμψε τις αντιστάσεις τους. Οι δηλώσεις του, δε, εξασφαλίζουν ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν θα ξεμείνει από ρευστό, συνεπώς θα μπορεί να χρηματοδοτεί την ελληνική οικονομία – και ίσως και το Δημόσιο αν οι τραπεζίτες επαναλάβουν τα λάθη του παρελθόντος και το δανείσουν.
Το εμπόδιο Λαγκάρντ
Το μεγαλύτερο αγκάθι αφορά την κυρία Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία ηγείται του ΔΝΤ. Αυτό είναι το πρόβλημα που πρέπει να λύσει ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης, ο οποίος θα συναντηθεί μαζί της εντός των επόμενων εβδομάδων για να συζητήσουν το ζήτημα αποχώρησης του ΔΝΤ από τη χρηματοδότηση της Ελλάδας. Το ζήτημα περιπλέκεται διότι, ενώ οι χρηματοδοτήσεις από την Ευρώπη και την ΕΚΤ τελειώνουν τον Δεκέμβριο του 2014, από έναν αρχικώς λάθος σχεδιασμό το ΔΝΤ οφείλει να μας δώσει ακόμη 15,4 δισ. ευρώ. Για την ακρίβεια, αν εκταμιευτεί η δόση των 3,6 δισ., πρέπει να πάρουμε σχεδόν άλλα 12 δισ. ευρώ.
Και εδώ αρχίζει η πλάκα της υπόθεσης, διότι εμείς θα τους πούμε ότι δεν τα χρειαζόμαστε ώστε να καταφέρουμε να βγούμε από το μνημόνιο. Θα θέλαμε όμως να υπάρχουν σε κάποια μεριά, μην τύχει και τα χρειαστούμε. Το πρόβλημα της κυρίας Λαγκάρντ αφορά το πώς θα φύγει το ΔΝΤ… Αν θεωρηθεί ότι το πρόγραμμά της ήταν λάθος, θα έχει και η ίδια μεγάλο πρόβλημα, αλλά και ο οργανισμός που διευθύνει. Ο μόνος τρόπος λοιπόν να ξεφορτωθούμε το ΔΝΤ είναι να του δώσουμε την ευκαιρία να πανηγυρίσει ότι το ελληνικό πρόγραμμα στέφθηκε με μνημειώδη επιτυχία. Ετσι θα πείσει και άλλες χώρες-πελάτες του να συνεχίσουν να το χρηματοδοτούν, αλλά και να χρηματοδοτούνται απ’ αυτό όταν χρειάζονται λεφτά. Αυτή τη δουλειά έχει να κάνει ο κ. Χαρδούβελης με την κυρία Λαγκάρντ και δεν θα είναι εύκολη.
Από το protothema.gr