Από την Επένδυση: Του Σεραφείμ Π. Κοτρώτσου
Η έκφραση « συμφωνία ΣΥΡΙΖΑ proof» είναι αρκετά διαδεδομένη στις συνομιλίες μεταξύ των κυβερνητικών στελεχών του επιτελείου της τρόϊκας. Παραπέμπει στον αγγλικό όρο “bullet proof” ( αλεξίσφαιρο/ος) και έχει πέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και από τον εκπρόσωπο της Κομισιόν στην τρόϊκα κ. Ντέκλαν Κοστέλο αλλά και από Γερμανούς συνομιλητές της ελληνικής κυβέρνησης.
Υπονοεί, δε, πως οι δύο πλευρές πρέπει να έρθουν σε μία συμφωνία που θα περιλαμβάνει την «προληπτική γραμμή πίστωσης» και ένα νέο μίνι-μνημόνιο, την οποία δεν θα μπορεί να αθετήσει η επόμενη ελληνική κυβέρνηση, που, όπως έχουν σχεδόν προεξοφλήσει οι δανειστές, θα είναι μία κυβέρνηση του κ. Αλέξη Τσίπρα.
Το αδιέξοδο στο οποίο περιήλθαν τις τελευταίες εβδομάδες οι συνομιλίες της Αθήνας με τους δανειστές φαίνεται πως οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε μια «σύγκρουση συμφερόντων» (conflict of interests). Στο γεγονός, δηλαδή, ότι, ενώ η τρόϊκα επιδίωκε μία συμφωνία που θα προστατεύει τα δικά της συμφέροντα από ενδεχόμενο «πολιτικό κίνδυνο», η κυβέρνηση του κ. Αντώνη Σαμαρά παγιδεύτηκε στην δική της ανάγκη να μην αναλάβει πολιτικό ρίσκο που είναι βέβαιο ότι θα της στοιχίσει σε μία πολύ πιθανή πρόωρη εκλογική αναμέτρηση.
Αυτή η διάσταση συμφερόντων ξεκίνησε, σύμφωνα με πληροφορίες της «Ε», στις συζητήσεις του κυβερνητικού κλιμακίου με την τρόϊκα στα γραφεία της Μόνιμης Αντιπροσωπείας της Ελλάδος στον ΟΑΣΑ, στο Παρίσι. Μία συνάντηση που είχε υπερπροβληθεί από το Μέγαρο Μαξίμου ως «το τέλος της τρόϊκας» και η αρχή του τέλους των Μνημονίων. Μέλος της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας που συμμετείχε στις συνομιλίες εξηγούσε στην «Ε» πως «κάθε παρατηρητικός άνθρωπος θα αντιλαμβανόταν ότι υπάρχει σοβαρή απόσταση μεταξύ των δύο πλευρών».
Με εξαίρεση τον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης κ. Κυριάκο Μητσοτάκη που εμφανίστηκε επαρκέστατα προετοιμασμένος και τον σύμβουλο του πρωθυπουργού κ. Σταύρο Παπασταύρου που, όπως λένε όσοι βρίσκονταν εκεί, υπήρξε σαφής και, μάλιστα, ανέβασε τον τόνο της φωνής του, υπενθυμίζοντας την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα και τον –κατ΄ αυτόν- «κίνδυνο» ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ, η εικόνα των διαπραγματεύσεων θύμιζε, όπως μας είπε ο συνομιλητής μας, «παιδική χαρά».
«Οι κ. Βρούτσης και Αθανασίου ήταν εντελώς απροετοίμαστοι και δεν μπορούσαν να συνεννοηθούν, παρότι είχαν μεταφραστές, ο κ. Δένδιας δεν μπορούσε να συνεννοηθεί με τον κ. Χαρδούβελη για τα «κόκκινα δάνεια», ο δε κ.Χρύσανθος Λαζαρίδης παρακολουθούσε σιωπηλός για μεγάλα διαστήματα, γράφοντας και σκιτσάροντας διαφορικές εξισώσεις και ολοκληρώματα σε ένα λευκό χαρτί», είπε χαρακτηριστικά.
ΜΥΣΤΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ
Ο άμεσος πολιτικός κίνδυνος από την έλευση του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται ότι τονίσθηκε στους εκπροσώπους της τρόϊκας, το πρωί της τελευταίας μέρας, σε μια συνάντηση των κ.κ Κοστέλο, Γκογιάλ και Μαζούχ με τους κ.κ Παπασταύρου, Λαζαρίδη και Χαρδούβελη. Είναι χαρακτηριστικό πως η συνάντηση αυτή κρατήθηκε μυστική και οι εκπρόσωποι του ΠΑΣΟΚ στη διαπραγματευτική ομάδα κ.κ Χρήστος Πρωτόπαππας και Κυριάκος Πιερακκάκης την πληροφορήθηκαν αρκετές ημέρες αργότερα.
Στο Παρίσι η τρόϊκα κατέστησε σαφές ότι δεν πρόκειται να προχωρήσει οιαδήποτε συζήτηση για το χρέος εάν δεν εκπληρωθούν τα προαπαιτούμενα για το lock out, το ενιαίο μισθολόγιο, την άρση του προστατευτικού καθεστώτος για τους πλειστηριασμούς, τις ομαδικές απολύσεις, την εξίσωση του ΦΠΑ στα νησιά με αυτόν που ισχύει στην υπόλοιπη χώρα, τα «κόκκινα» δάνεια (ενιαία) και όλα τα άλλα.
Ο κ. Κοστέλο, μάλιστα, κατέστησε σαφείς τις προθέσεις της τρόϊκας. «Το να πείτε «όχι» σε όλα αυτά δεν πρέπει ούτε να το σκέφτεστε. Η κυβέρνησή σας πάσχει από μεταρρυθμιστική κόπωση», είπε κατά τη διάρκεια των συναντήσεων.
Ακόμα και όταν ο κ. Παπασταύρου επισήμανε πως όλα αυτά «τελούν υπό την αίρεση των κοινοβουλευτικών αντοχών της κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ», οι εκπρόσωποι της τρόϊκας εξακολουθούσαν να επιμένουν, αρνούμενοι, μάλιστα, να προσδιορίσουν ακριβώς τον χρόνο επίσκεψής τους στην Αθήνα, κάτι που τελικώς έγινε, με καθυστέρηση, στις αρχές Οκτωβρίου.
Στο «blame game» (παιχνίδι ευθυνών) που έχει ξεσπάσει, εσχάτως, στην κυβέρνηση, οι χειρισμοί που έγιναν στο Παρίσι από συγκεκριμένους υπουργούς και την ομάδα του Μαξίμου, αποτελούν τη βασική αιχμή της κριτικής που προέρχεται από άλλους υπουργούς και, φυσικά, την πλευρά του ΠΑΣΟΚ.
Ωστόσο, η κυβέρνηση υποτίμησε τη στάση της τρόϊκας, ελπίζοντας ότι όλα θα λυθούν σε πολιτικό επίπεδο, μεταξύ του κ. Σαμαρά και της Γερμανίδας Καγκελαρίου κυρίας Άνγκελα Μέρκελ.
«Η πρόθεσή μας, σχεδόν από την πρώτη στιγμή, αλλά ιδιαίτερα μετά την επίσκεψη Χαρδούβελη στην Κριστίν Λαγκάρντ, στο ΔΝΤ, όπου μπήκε στο τραπέζι, επίσημα, η γραμμή πίστωσης, ήταν να μεταθέσουμε τα πολιτικώς ανέφικτα θέματα σε ένα letter of intent που θα συνδυαζόταν με αυτή την γραμμή χρηματοδότησης», μας είπε άλλο μέλος της διαπραγματευτικής ομάδας.
Αυτή, άλλωστε, είναι η επιδίωξη της κυβέρνησης και αυτή τη στιγμή, ενόψει της τελικής συμφωνίας με την τρόϊκα μέχρι το τέλος του έτους, όπως έχει προϊδεάσει ο υπουργός Οικονομικών κ. Γκίκας Χαρδούβελης.
Ένα ακόμα λάθος που εντοπίζουν στελέχη του ΠΑΣΟΚ σ’ αυτή την αλυσίδα των επαφών με την τρόϊκα, τους προηγούμενους μήνες, είναι ότι η ελληνική πλευρά έδειξε να λειτουργεί υπό την πίεση των δημοσκοπήσεων και της έλλειψης συνοχής στις κοινοβουλευτικές ομάδες των δύο κυβερνητικών εταίρων. Έτσι, μεταδόθηκε στην τρόϊκα η αίσθηση ότι η κυβέρνηση είναι ασταθής. «Όταν στελέχη του Μεγάρου Μαξίμου αναφέρονταν στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ και το χαρακτήριζαν επικίνδυνο, η αντίδραση του Γκογιάλ ή του Κοστέλο ήταν σχεδόν απαθής και παρέπεμπαν στις συζητήσεις που θα γίνονταν σε πολιτικό επίπεδο», αναφέρει, τώρα, κορυφαίο στέλεχος της Χαριλάου Τρικούπη.
Άλλωστε, η τρόϊκα θεωρεί πως η επίτευξη μιας συμφωνίας που θα περιβάλλει τη γραμμή πίστωσης είναι σχετικά επαρκής προστασία έναντι μιας πιθανής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που, εμμέσως πλην σαφώς, επιβεβαίωσε και ο βουλευτής του κόμματος κ. Αλέξης Μητρόπουλος, όταν περιέγραφε τον κίνδυνο «να αναγκαστεί ο ΣΥΡΙΖΑ να συνεχίσει μνημονιακές πολιτικές εάν δεν διαθέτει αυτοδυναμία».
ΤΑ ΠΛΕΟΝΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΕΟΣ
Ως κυβερνητική αστοχία στις διαπραγματεύσεις των τελευταίων μηνών καταγράφεται, επίσης, από αρκετούς, το γεγονός ότι η ελληνική πλευρά δεν τόλμησε να θέσει με επάρκεια το ζήτημα της αναθεώρησης των πρωτογενών πλεονασμάτων για τα επόμενα έτη.
Ο κ. Κοστέλο ρώτησε, σε μία από τις συναντήσεις, εάν «δεδομένου του δημοσιονομικού κενού (που εντοπίζει η τρόϊκα και αρνείται η Αθήνα), η ελληνική κυβέρνηση προτίθεται να ζητήσει αναθεώρηση των στόχων για τα πλεονάσματα ή σκοπεύει να λάβει πρόσθετα μέτρα». Απάντηση ουσιαστική δεν δόθηκε, παρότι, όπως έχουν επισημάνει και δημόσια ακόμα και στελέχη της διαπραγματευτικής ομάδας, κάτι τέτοιο θα ήταν σωτήριο και θα άλλαζε το σπιράλ αποπληρωμής του χρέους.
Εκείνο που, σύμφωνα με την έρευνα της «Ε», εκνεύριζε όλο αυτό το διάστημα το κλιμάκιο της τρόϊκας, ήταν το γεγονός ότι η Αθήνα επιχείρησε να διαχειριστεί πολιτικά τα τεχνικά ζητήματα και τα προαπαιτούμενα για μια συμφωνία εξόδου από το Μνημόνιο.
Ακόμα και μετά την επίθεση που δέχθηκε η ελληνική οικονομία από τις αγορές (με την εκτόξευση των spreads και την κατάρρευση του Χρηματιστηρίου), η κυβέρνηση απέφευγε να θέσει ουσιαστικά ζητήματα σχετικά με την ανάγκη αναδιάρθρωσης του χρέους, καλυπτόμενη πίσω από την αμφίβολης χρησιμότητας θεωρία ότι το χρέος είναι βιώσιμο.
Βεβαίως, πρέπει να λάβει κανείς υπόψη του ότι οι δανειστές δεν ήθελαν και οι ίδιοι να ανοίξουν το μείζον ζήτημα του χρέους πριν οριστικοποιηθεί μία συμφωνία σχετικά με τις εκκρεμότητες και τη γραμμή πίστωσης. Αυτό, όμως, λένε όσοι ασκούν κριτική στους χειρισμούς του Μεγάρου Μαξίμου, όφειλε να το γνωρίζει εξ υπαρχής ο πρωθυπουργός.
«Ήταν άστοχο να δεσμεύεται, τόσο στη ΔΕΘ, όσο και αργότερα στη Βουλή, ότι η χώρα θα βρεθεί εκτός της ομπρέλας του ΔΝΤ και η χώρα θα εξέλθει στις αγορές, πριν οριστικοποιηθεί η αξιολόγηση και, κυρίως, προτού λάβει ξεκάθαρες διαβεβαιώσεις από την Μέρκελ», λένε στο ΠΑΣΟΚ, αν και μάλλον παραβλέπουν ότι το ίδιο ακριβώς έπραξε και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κ. Ευάγγελος Βενιζέλος.
«Ας μην γελιόμαστε. Ακόμα κι όταν δημοσίως λέμε, για την υπόθεση του χρέους, ότι θα απαιτηθεί συναίνεση των κοινοβουλίων των κρατών της ευρωζώνης, κατά βάθος γνωρίζουμε πως για τη γραμμή πίστωσης αλλά και γενικότερα την καθοριστική απόφαση θα λάβουν οι χώρες με οικονομία “triple A”, όπως προβλέπει και το καταστατικό του ESM. Δηλαδή, η Γερμανία και το Λουξεμβούργο και άρα η Γερμανία. Όλα είναι θέμα συνεννόησης με την Μέρκελ», λέει ο συνομιλητής μας.
Και υπονοεί πως, ειδικά για το χρέος, οι αποφάσεις θα ληφθούν στο Βερολίνο σε χρόνο που θα καθιστά τη γερμανική κυβέρνηση ασφαλή εάν πρέπει να δώσει την όποια λύση στην κυβέρνηση Σαμαρά ή να την κρατήσει ως ατού διαπραγμάτευσης με την επόμενη ελληνική κυβέρνηση»…