Οι New York Times και ο αρθρογράφος του Reuters Χούγκο Ντίξον επαναφέρουν στο προσκήνιο την πρώτη πρόταση από το Κομμουνιστικό Μανιφέστο του Καρλ Μαρξ: «Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη». Μόνο που αυτό το φάντασμα πλέον δεν είναι ο κομμουνισμός, αλλά ο λαϊκισμός.
Όπως αναφέρει το άρθρο: «Η παλιά πολιτική τάξη της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ισπανία, αλλά και μικρότερων χωρών όπως η Ελλάδα, αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις από τα λαϊκιστικά κόμματα της αριστεράς και της δεξιάς. Από τις μεγάλες οικονομίες μόνο εκείνη της Γερμανίας έχει μείνει σε μεγάλο βαθμό ανέπαφη από αυτή την εξέλιξη».
Ο Ντίξον σημειώνει τη δεύτερη έδρα που πήρε το UKIP στη Μ. Βρετανία, τη ραγδαία άνοδο των Podemos, τη ξέφρενη πορεία της ΛεΠεν στη Γαλλία και φυσικά τον ΣΥΡΙΖΑ που όπως σημειώνει είναι το μοναδικό κόμμα που έχει προοπτικές κυβερνησιμότητας αυτή τη στιγμή από όλα αυτά τα λαϊκιστικά κόμματα. «Όσο τα παραδοσιακά κόμματα θα αποτυγχάνουν να πείσουν τον κόσμο, τόσο οι λαϊκιστές θα ορμούν στα οδοφράγματα», γράφει χαρακτηριστικά.
Σε πάρα πολλές περιπτώσεις οι παραδοσιακές δυνάμεις αποδείχθηκαν διεφθαρμένες και το μόνο που επιθυμούσαν ήταν να γαντζωθούν στην εξουσία, παρά να λύσουν προβλήματα. Έτσι έχασαν και συνεχίζουν να χάνουν την επαφή με τους εκλογείς τους. Για να συμπληρώσει το άρθρο: «Οι θεραπείες που προτείνουν οι λαϊκιστές είναι χειρότερες από τις ασθένειες. Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να διαγράψει το μισό χρέος της Ελλάδας, Η ΛεΠεν να διαλύσει την ΕΕ, ο Γκρίλο να φύγει η Ιταλία από το ευρώ, οι Podemos να ελέγξουν το εθνικό χρέος, ο Φάρατζ να βγάλει την Αγγλία εκτός ΕΕ. Όλα αυτά αν εφαρμοστούν θα προκαλέσουν μια σειρά από οικονομικές κρίσεις. Αν κάποιος πάει να διαγράψει μονομερώς μέρος του χρέους, αυτομάτως οι στρατιές των ανέργων θα αυξηθούν αντί να μειωθούν. Οι τράπεζες θα έχουν σοβαρά προβλήματα. Μια έξοδος από το ευρώ θα είναι καταστροφική, καθώς θα χαθεί η πρόσβαση στις αγορές».
Ο Ντίξον συνεχίζει την κριτική του ως εξής: «Ο λαϊκισμός είναι καλός στο να υποκλέπτει τη δυσαρέσκεια του κόσμου, αλλά έχει κακές και επιφανειακές λύσεις. Αυτός, ίσως, είναι ο κατάλληλος ορισμός του φαινομένου. Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτό το φάντασμα: με άμεσες ενέργειες από την ΕΚΤ και τις κυβερνήσεις. Η οικονομική δυσπραγία δεν είναι ο μοναδικός λόγος της ανόδου του λαϊκισμού. Οι κυβερνήσεις οφείλουν να συνεχίσουν τις μεταρρυθμίσεις και η ΕΚΤ να χαλαρώσει περαιτέρω τη νομισματική πολιτική της. Πρέπει να αυξηθεί η ζήτηση, ενώ πρέπει να καταλήξει η Κομισιόν σε ένα φιλόδοξο επενδυτικό πρόγραμμα. Τουτέστιν η Ευρώπη πρέπει να φτιάξει τα οικονομικά της».
Το άρθρο σημειώνει πως το πρόγραμμα του Γιούνκερ για τις επενδύσεις, δεν είναι σίγουρο πως θα βρει σύμφωνη τη Γερμανία που ο λόγος της μετράει εντός της ΕΕ. Θεωρητικά με τα επιτόκια να είναι τόσο χαμηλά, θα μπορούσε να κινηθεί λίγο η βελόνα, αλλά μένει να συμφωνήσει και η Μέρκελ.
Το δεύτερο σημαντικό σκέλος είναι η ακεραιότητα του πολιτικού συστήματος. Η έρευνα δύο Βρετανών ακαδημαϊκών (Τζένινγκς και Στόκερ) δείχνει πως αυτή τη στιγμή υπάρχει μια πολιτική τάξη που δεν μπορεί να εμπνεύσει και δεν έχει το χαρακτήρα να κάνει σωστές επιλογές. Θέλει να έχει ηγετικό ρόλο στο δημόσιο συμφέρον, έχει σχέσεις με τα ΜΜΕ και βλέπει κοντόθωρα τα πράγματα.
Αυτό, αναφέρει ο Ντίξον, συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη. Δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις, πρέπει να υπάρξει μηδενική ανοχή στη διαφθορά και την εξαπάτηση. Πρέπει να αποδεχθούμε πως αυτό είναι μια από τις αδυναμίες της πολιτικής. Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί πρέπει να δείξουν πως είναι αποτελεσματικοί και ακέραιοι. Διαφορετικά θα συνεχίσουν να τρέμουν την άνοδο του λαϊκισμού.
Πηγή: iefimerida.gr