Υπεραμύνεται της πρότασης του Γιώργου Παπανδρέου για συνέδριο στο ΠΑΣΟΚ και αλλαγή ηγεσίας ο στενός συνεργάτης του πρώην πρωθυπουργού, Γιώργος Ελενόπουλος, αφήνοντας παράλληλα σημαντικές αιχμές για την ηγεσία του κόμματος.
Ο κ. Ελενόπουλος χαρακτηρίζει την πρόταση πολιτική και λυτρωτική τόσο για το ΠΑΣΟΚ όσο και για τις εξελίξεις που αφορούν τη χώρα.
«Είναι μια πρόταση υπέρβασης του αδιεξόδου στο οποίο βρίσκεται το Κίνημα» λέει και εμμέσως επιρρίπτει τις ευθύνες, γι’ αυτό, στην ηγεσία του, υποστηρίζοντας πως αυτό το «αδιέξοδο διαμορφώθηκε από επιλογές που απαξίωσαν πολιτικά τη διαχρονική προσφορά του στον τόπο. Απαξίωσαν την τιτάνια προσπάθεια που κλήθηκε να φέρει σε πέρας, για τη σωτηρία της χώρας».
Επιφυλάσσει και ένα αιχμηρό σχόλιο για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, μιλώντας για απομείωση της δυναμικής του, που έχει ως αποτέλεσμα «η ανταπόκριση στο κάλεσμα για τις προσυνεδριακές διαδικασίες που προκηρύχθηκαν (σ.σ. της Δημοκρατικής Παράταξης) να είναι απογοητευτική, κατά κοινή ομολογία».
Μιλάει για την αναγέννηση και την ανασυγκρότηση του Κινήματος (σ.σ. του ΠΑΣΟΚ) και όχι της Δημοκρατικής Παράταξης και τονίζει ότι η πρόταση Παπανδρέου «προσθέτει – δεν αφαιρεί, πολλαπλασιάζει – δεν διαιρεί».
Τονίζει επίσης ότι η πρόταση δεν είναι προσωπικό ζήτημα «όπως προσπαθούν να το εμφανίσουν κάποιοι και δεν αφορά τις καρέκλες και τη νομή της εξουσίας», αλλά είναι πολιτικό ζήτημα, το οποίο «αφορά το Κίνημα, την ύπαρξή του και το μέλλον του».
Και προσθέτει ότι τα επιχειρήματα όσων προσπαθούν να την αντικρούσουν, «στερούνται ουσίας, αλλά και της απαιτούμενης, από τις στιγμές, ευθύνης».
Σχετικά με τη στόχευση της πρότασης στο γενικότερο πολιτικό πεδίο, ο κ. Ελενόπουλος αναφέρει ότι αυτή «επιχειρεί να θέσει τέρμα στις άγονες αντιπαραθέσεις και την πόλωση που επικρατούν στην πολιτική ζωή».
Και «αναγνωρίζει την ανάγκη συμμετοχής όλων των πραγματικά προοδευτικών δυνάμεων του τόπου», επίσης «σπάει τις τεχνητές διαιρέσεις» και «αποτελεί κάλεσμα προς όλες τις δυνάμεις που κατανοούν ότι η βιώσιμη πορεία της χώρας προς την οριστική σωτηρία της και την αλλαγή της, χρειάζεται ειλικρινείς υπερβάσεις, συνεννόηση και τελικά συγκλίσεις».
Και προσθέτει ότι: «Δυστυχώς, κυβέρνηση και αντιπολίτευση εμφανίζονται εγκλωβισμένες στην τακτική της πόλωσης και για τη διαχείριση του χρέους, αλλά και της επόμενης ημέρας, αποδυναμώνοντας έτσι-για άλλη μια φορά την εικόνα και τη διαπραγματευτική ισχύ της Ελλάδας. ‘Ετσι φθάσαμε στη διαπραγμάτευση χωρίς σχέδιο και αξιόπιστες προτάσεις».
Απαντώντας σε όσους μιλούν για αποσταθεροποίηση της χώρας από την πρόταση, λέει ότι «δεν ήταν ο Γιώργος Παπανδρέου που έκανε την τελευταία διαπραγμάτευση, με τα γνωστά αποτελέσματα».
Η χώρα, τονίζει, έχει ανάγκη από σχέδιο που να οδηγήσει -μαζί με τον ελληνικό λαό, σε μια Ελλάδα απελευθερωμένη από τις πελατειακές εξαρτήσεις, σε μια «μεταπελατειακή Ελλάδα». Και προσθέτει ότι «είναι ώρα, μετά από χρόνια εξάρτησης, να κάνει ο πολίτης κτήμα δικό του τις αποφάσεις για την πορεία της χώρας».
Έντονη κριτική ασκείται και στους θεσμικούς εταίρους της χώρας, οι οποίοι «με τη στάση τους δεν απέτρεψαν την πορεία προς την κρίση» και «ακόμα και σήμερα εμφανίζονται προσκολλημένοι σε επιλογές που προκρίνουν τη δημοσιονομική λιτότητα, παντού στην Ευρώπη, ως πανάκεια».
Σημειώνει ακόμη ότι οι φορείς που συναποτελούν την τρόικα, «δεν έθεσαν ως προτεραιότητα τις μεταρρυθμίσεις, αλλά τις δημοσιονομικές περικοπές και τα εισπρακτικού χαρακτήρα μέτρα, διαιωνίζοντας, έτσι, τις ανισότητες ενός άδικου πολιτικοοικονομικού συστήματος».
Η πρόταση του Γιώργου Παπανδρέου εξ αρχής προκάλεσε την έντονη αντίδραση της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, κύκλοι της οποίας απέδωσαν εκ νέου προσωπικά κίνητρα στην ενέργεια του πρώην πρωθυπουργού, υπαινισσόμενοι, μεταξύ άλλων, ότι η πρόταση του κ. Παπανδρέου μπορεί να προκαλέσει πολιτική αστάθεια, λίγο πριν την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης με την τρόικα και την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας.