Έπειτα από τη χθεσινή δήλωσή του στην γαλλική εφημερίδα «La Tribune» στην οποία υποστήριξε ότι αν δεν υπάρξει συμφωνία με τους δανειστές της Ελλάδας μετά τις εκλογές, «τότε ξεκάθαρα είναι προτιμότερος ο θάνατος», ο κ. Βαρουφάκης χαρακτήρισε τον ΣΥΡΙΖΑ ως «μοναδική ευκαιρία για την Ευρώπη», τονίζοντας πως θα κάνει μεταρρυθμίσεις, αλλά όχι αυτές που μας προστάζουν οι Ουάσιγκτον και η Φρανκφούρτη.
Μιλώντας στην «El Mundo» ο κ. Βαρουφάκης επέκρινε τους χειρισμούς της ΕΚΤ και των ελληνικών κυβερνήσεων, ενώ συνέδεσε την αποπληρωμή του χρέους με την ανάπτυξη της χώρας.
«Μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν θα ενεργήσει μονομερώς, αλλά σε συνεργασία με τους Ευρωπαίους εταίρους και το πρώτο που θα κάνει, είναι να ζητήσει χρόνο», είπε, σημειώνοντας ότι υπάρχει πίεση «να υπογράψουμε τα πάντα» μέσα σε επτά ημέρες μετά τις εκλογές.
Σύμφωνα με τον οικονομολόγο, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να υπογράψει τίποτα βιαστικά και θα ζητήσει δύο βδομάδες, «κάτι αρκετά λογικό», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, είπε πως θα γίνουν μεταρρυθμίσεις, αλλά όχι όπως αυτές που προστάζουν η Ουάσιγκτον και η Φρανκφούρτη «οι οποίες βασικά καταστρέφουν την απασχόληση, δημιουργούν ένα νέο είδος σκλαβιάς στην Ελλάδα», ενώ σε ερώτηση αν ζητηθεί από τις Βρυξέλλες η Ελλάδα να αποχωρήσει από το ευρώ υπογράμμισε πως οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ είναι λογικές.
«Κάτι τέτοιο, θα έδειχνε ότι έχουν πολύ φτωχή αντίληψη της δημοκρατίας», είπε και πρόσθεσε πως αν η Ευρώπη δεν θέλει να διατηρήσει μια λογική συζήτηση και συνεχίσει να αρνείται την καταστροφή, «ας καταστρέψει την Ευρώπη, όπως έχει συμβάλλει στην καταστροφή της δύο φορές τα τελευταία πέντε χρόνια», αλλά όπως τόνισε «δεν θα είναι τότε δική μας ευθύνη».
Όσον αφορά στο χρέος, ο κ. Βαρουφάκης ανέφερε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα εκδώσει ομόλογα που θα συνδέονται με την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ και όχι του πραγματικού. Σύμφωνα με τον υποψήφιο βουλευτή, το ΔΝΤ και η ΕΚΤ διαβεβαιώνουν ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 7% τον χρόνο τα επόμενα 20 έτη και σημείωσε ότι αν συμβεί αυτό, θα επιστρέψουμε τα χρήματα που μας έχουν δώσει, τα οποία φθάνουν τα 280 δισ. ευρώ.