Πολυάριθμοι σοβαροί Γερμανοί οικονομολόγοι (Πέτερ Μπόφινγκερ, Γκούσταβ Χορν, Μαρσέλ Φράτσερ) και όχι εκείνοι που έγιναν τηλεπερσόνες χτίζοντας την φήμη τους πάνω στην προσήλωση στον σέξι όρο «Grexit» λένε και ξαναλένε ότι η πολιτική που επιβλήθηκε – με ευθύνη κυρίως της Γερμανίας – στην Ελλάδα έχει αποτύχει παταγωδώς. Η ουσία της κριτικής τους εντοπίζεται κυρίως στην λανθασμένη κεντρική σύλληψη αυτής της πολιτικής. Δε μπορείς να βγεις από το φαύλο κύκλο του χρέους εφαρμόζοντας λιτότητα και μεταρρυθμίσεις ταυτόχρονα, ειδικά όταν η λιτότητα είναι πανευρωπαϊκή και δε μπορεί να αντισταθμιστεί. Αυτό που χρειάζεται είναι ανάπτυξη και μεταρρυθμίσεις.
Οι μόνοι που αρνούνται να το παραδεχτούν είναι ο σκληρός πυρήνας της γερμανικής χριστιανοδημοκρατίας με σημαιοφόρο τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος θεωρεί ότι ο καλύτερος τρόπος για να αποδείξεις ότι δεν έκανες λάθος είναι να επιμένεις στο λάθος. Αδιαφορώντας για τις κοινωνικές συνέπειες της πολιτικής αυτής και την καταστροφή που προκαλεί αργά αλλά σταθερά στην ευρωπαϊκή ιδέα, που από ελπίδα για εκατομμύρια νέους ανθρώπους έχει αρχίσει πλέον να μετατρέπεται σε απειλή και να ταϊζει σταθερά εθνικιστικά τέρατα.
Η κυρία Μέρκελ υιοθέτησε αυτή τη λογική του απλοϊκού και εντελώς αντιεπιστημονικού – ναι σχεδόν μπακαλίστικου – υπολογισμού «κόστους-κέρδους» και μάλιστα σε ένα πολύ κοντόφθαλμο ορίζοντα. Την έκανε μάλιστα και προεκλογικό σύνθημα στο πρόσωπο της «Σουηβής νοικοκυράς», ασπαζόμενη και αυτή τη θεωρία ότι μη εξομολογημένη αμαρτία δεν είναι αμαρτία. Ο πειρασμός είναι μεγάλος να σκεφτεί κανείς, ότι αν το 1989/90 ήταν αυτή καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας και όχι ο Χέλμουτ Κολ, η επανένωση των δύο Γερμανιών δεν θα είχε συμβεί ποτέ, γιατί θα κρινόταν ασύμφορη οικονομικά.
Αυτό που ζούμε τις τελευταίες εβδομάδες αγγίζει τα όρια του παραλόγου. Μια αποστεωμένη αγελάδα, όπως γράφτηκε κάπου στον αμερικανικό Τύπο συνεχίζει να μαστιγώνεται με μανία για να κατεβάσει γάλα. Κανένας σύμβουλος του Γερμανού υπουργού Οικονομικών δεν έχει την οξυδέρκεια να σκεφτεί ότι θα πρέπει να την αφήσει να ανακάμψει λίγο, να πάρει μια ανάσα, να σταθεί στα πόδια της για να γίνει πάλι παραγωγική. Είναι πραγματικά γελοίο να απειλείται με χρεοκοπία μια χώρα της Ευρωζώνης για μερικά δισεκατομμύρια από μια άλλη εταίρο της, που έχει κάνει πάλι ρεκόρ εξαγωγών με πάνω από 1,1 τρισεκατομμύρια και αποδεδειγμένα έχει κερδίσει μερικές δεκάδες δισεκατομμυρίων, ακριβώς εξαιτίας της εμπλοκής της στην κρίση.
Είναι επίσης γελοίο να μην μπορούν να καταλάβουν την ουσία του προβλήματος κάποιοι στην Ελλάδα, που εμφανίζονται μερκελικότεροι της Μέρκελ, ειρωνεύονται όσους τολμούν να μιλήσουν για αξιοπρέπεια και προτείνουν ως λύτρωση το «αυτομαστίγωμα» αλλά για την… υπόλοιπη κοινωνία γιατί οι ίδιοι είναι ήδη προ πολλού πεφωτισμένοι.
Το πρόβλημα της Ευρώπης και όχι της Ελλάδας αυτή τη στιγμή είναι ότι η Γερμανία αδυνατεί να παραδεχτεί το λάθος της. Για μια ακόμα φορά καμαρώνει για την τεράστια δύναμή της, αλλά δε μπορεί να τη διαχειριστεί. Μοιάζει να ποντάρει σε αυτή για να κουκουλώσει αυτό το λάθος, υπολογίζοντας ότι θα γονατίσει τον αντίπαλο. Δείχνει έτοιμη να ρισκάρει ακόμα και την αρχή του τέλους της ευρωζώνης και ίσως και μια παγκόσμια οικονομική αναταραχή, μόνο και μόνο επειδή δεν έχει το πολιτικό θάρρος να ομολογήσει ότι η πολιτική της απέτυχε και αρνείται πεισματικά να δώσει την ευκαιρία να δοκιμαστεί κάτι διαφορετικό.
Ο αυτάρεσκος σαρκασμός, με τον οποίο ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν χάνει ευκαιρία όποτε βρεθεί μπροστά σε κάμερα να ειρωνευτεί και να απορρίψει αυτό, που ζητούσε όχι μόνο η Ελλάδα αλλά και η ομάδα των Σοσιαλδημοκρατών στο ευρωκοινοβούλιο (και ισότιμων και με άποψη υποτίθεται εταίρων του στη γερμανική κυβέρνηση) το να δεχτεί δηλαδή να συζητήσει «ένα σχέδιο μεταρρύθμισης και ανασυγκρότησης της Ελλάδας, το οποίο θα αντικαταστήσει το υπάρχον σχεδιασμένο από την Τρόικα» είναι δύσκολο τελικά να μην ανακαλέσει και στον πιο καλοπροαίρετο παρατηρητή ανατριχιαστικές ιστορικές μνήμες.
Η γερμανική πολιτική ελίτ είναι έτοιμη να εκφράσει πάλι σε όλο του το μεγαλείο το νόημα μιας λέξης, που στη γλώσσα της είναι τρομακτικά ακριβής: unbelehrbar, που θα πει ανεπίδεκτη μαθήσεως. Μεθυσμένη από τη δύναμή της και τυφλωμένη από το δέος εκείνων που φοβούνται να της αντιπαρατεθούν και προτιμούν να λουφάξουν, είναι έτοιμη να τραυματίσει πάλι θανάσιμα την ευρωπαϊκή ιδέα. Το ερώτημα είναι αν το κάνει συνειδητά ή απλά από αδεξιότητα. Το αποτέλεσμα και στις δύο περιπτώσεις θα είναι ολέθριο.
* Ο Κώστας Αργυρός είναι δημοσιογράφος κι έχει βραβευτεί για το δημοσιογραφικό του έργο από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Ίδρυμα Μπότση και την Ένωση Ευρωπαίων Δημοσιογράφων. Τα τελευταία χρόνια ασχολήθηκε με το τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ, αναδεικνύοντας κυρίως ευρωπαϊκά θέματα.