Toυ Αθανάσιου Τσακρή
Καθηγητή Μικροβιολογίας, Ιατρικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών
Καθώς έχουμε μπει για τα καλά στο χειμώνα οι αναπνευστικές λοιμώξεις που οφείλονται στον ιό της γρίπης βρίσκονται σε έξαρση. Ήδη το ενδημικό κύμα της γρίπης βρίσκεται σε ανοδική τάση όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και σε πολλές άλλες χώρες του Βορείου Ημισφαιρίου, και χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση και επικράτηση ενός νέου γενετικά διαφοροποιημένου στελέχους της γρίπης Η3Ν2. Η χώρα μας όπως και άλλες χώρες της Νοτίου Ευρώπης, ακολουθεί, με διαφορά φάσης λίγων βδομάδων, την ενδημική έξαρση της γρίπης που βρίσκεται πιο μπροστά στις βορειότερες χώρες της Ευρώπης.
Από τους ιούς που προκαλούν αναπνευστικές λοιμώξεις, ο ιός της γρίπης θεωρείται ο πλέον παθογόνος και με ιδιαίτερα υψηλή μεταδοτικότητα. Στην Ελλάδα έξαρση της εποχικής γρίπης παρατηρείται κυρίως μεταξύ Δεκεμβρίου και Απριλίου, οπότε και εκδηλώνεται κάθε χρόνο μεγάλος αριθμός κρουσμάτων, με κορύφωση της δραστηριότητας του ιού συνήθως το μήνα Φεβρουάριο.
Η γρίπη μεταδίδεται από το ένα άτομο στο άλλο όταν ένας ασθενής βήχει, φταρνίζεται ή μιλά και διασπείρει τα ιϊκά σωματίδια στον αέρα με τη μορφή πολύ μικρών σταγονιδίων. Οι ιοί της γρίπης μεταδίδονται, επίσης, μέσω των χεριών, όταν αγγίζουμε αντικείμενα και επιφάνειες που έχουν μολυνθεί και στη συνέχεια μεταφέρουμε τον ιό στα μάτια, τη μύτη ή το στόμα. Παράγοντες όπως ο ψυχρός καιρός και ο συγχρωτισμός αυξάνουν τη μετάδοση και τη κυκλοφορία του ιού.
Η γρίπη χαρακτηρίζεται, από την αιφνίδια έναρξη έντονων συμπτωμάτων, όπως υψηλού πυρετού, έντονης κόπωσης και καταβολής, μυαλγιών, αρθραλγιών, πονοκέφαλου και βήχα, που μπορούν να διαρκέσουν από 2–7 ημέρες. Τα παιδιά μπορεί να παρουσιάζουν συμπτώματα από το γαστρεντερικό, όπως ναυτία, εμετούς και διάρροια, ενώ στους ενήλικες τα συμπτώματα αυτά είναι λιγότερο συχνά. Αντίθετα, σε άλλες ιογενείς αναπνευστικές λοιμώξεις, όπως είναι το κοινό κρυολόγημα, τα παραπάνω συμπτώματα είναι συνήθως πιο ήπια και κυριαρχούν η καταρροή και ο πονόλαιμος.
Αν και ο ιός της γρίπης στη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων προκαλεί αναπνευστική λοίμωξη που αυτοπεριορίζεται μετά από λίγες μέρες, σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές, ιδιαίτερα στα άτομα των ομάδων υψηλού κινδύνου, όπως είναι αυτά με καρδιαγγειακή νόσο ή χρόνια πνευμονοπάθεια, αλλά και άτομα με μεταβολικά (π.χ. σακχαρώδης διαβήτης) και νευρολογικά νοσήματα, νεφρικά νόσο, μειωμένη λειτουργία του ανοσοποιητικού τους συστήματος ή παχυσαρκία. Υψηλό κίνδυνο επιπλοκών έχουν επίσης τα άτομα άνω των 65 ετών και τα βρέφη. Μία από τις σημαντικότερες επιπλοκές της γρίπης, που σε ορισμένες περιπτώσεις οδηγεί στον θάνατο, είναι η πνευμονία από τον πνευμονιόκοκκο, ενώ ακόμη και ο ίδιος ο ιός της γρίπης μπορεί να προκαλέσει πνευμονία. Στις επιπλοκές της λοίμωξης από τον ιό της γρίπης περιλαμβάνονται επίσης οι κρίσεις άσθματος, η παρόξυνση της χρόνιας βρογχίτιδας, η επιδείνωση της καρδιακής ανεπάρκειας ή του διαβήτη, αλλά και πολύ σοβαρές επιπλοκές, όπως η εγκεφαλίτιδα και η μυοκαρδίτιδα. Τα παιδιά μπορεί, επίσης, να παρουσιάσουν άλλες λοιμώξεις όπως είναι η ιγμορίτιδα και η ωτίτιδα.
Μπορεί οι επιπλοκές της γρίπης να μην είναι πολύ συχνές, η επίπτωση όμως της γρίπης είναι τόσο μεγάλη, ώστε κάθε χρόνο χιλιάδες ασθενείς χρειάζονται νοσηλεία. Στη χώρα μας, μόνο κατά την περίοδο της εποχικής γρίπη 2013-2014 καταγράφηκαν 338 σοβαρά κρούσματα γρίπης που χρειάστηκαν νοσηλεία σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας και από τους ασθενείς που νοσηλεύτηκαν 145 κατέληξαν από τις επιπλοκές της γρίπης.
Η έγκαιρη διάγνωση της γρίπης έχει ιδιαίτερη αξία. Μπορεί να μειώσει την παραμονή του ασθενούς στα τμήματα επειγόντων του νοσοκομείου, να βοηθήσει στη σωστή θεραπευτική αντιμετώπιση, αλλά και να συντελέσει στην αποφυγή διασποράς του ιού στην κοινότητα. Στις περιπτώσεις που ο ασθενής εμφανίσει συμπτώματα γρίπης και συγχρόνως υπάρχουν προδιαθεσικοί παράγοντες για σοβαρή λοίμωξη, ή όταν υπάρχουν ενδείξεις σοβαρής λοίμωξης, ανεξάρτητα από το αν ο ασθενής ανήκει στις ομάδες υψηλού κινδύνου, συνιστάται η διενέργεια ειδικών διαγνωστικών εξετάσεων, όπως και η έγκαιρη χορήγηση της κατάλληλης αντιϊκής θεραπείας. Για τη διάγνωση της γρίπης διατίθενται τόσο ταχείες εργαστηριακές μέθοδοι, όσο και ειδικές μοριακές εξετάσεις. Οι διαγνωστικές δοκιμασίες ανιχνεύουν την παρουσία πρωτεϊνών ή γενετικού υλικού των ιών της γρίπης τύπου Α και Β στις εκκρίσεις του αναπνευστικού συστήματος ή στο φαρυγγικό επίχρισμα και μπορούν να δώσουν σημαντική διαγνωστική πληροφορία. Οι διαγνωστικές εξετάσεις της γρίπης επιτρέπουν την άμεση λήψη διαγνωστικών και θεραπευτικών αποφάσεων για τον ασθενή, όπως είναι η λήψη αντιϊκών φαρμάκων ή η διακοπή των αντιβιοτικών. Επειδή βέβαια μπορεί να συνυπάρχει λοίμωξη από άλλους αναπνευστικούς ιούς ή βακτήρια, σε ορισμένες περιπτώσεις θα πρέπει να πραγματοποιείται ταυτόχρονα και ο αντίστοιχος εργαστηριακός έλεγχος, κατά την κρίση του γιατρού και με βάση την κλινική εικόνα του ασθενούς.
Η αναμονή των αποτελεσμάτων της ειδικής εργαστηριακής εξέτασης δεν πρέπει βέβαια να καθυστερεί την λήψη προφυλακτικών μέτρων ή την έναρξη αντιιϊκής αγωγής , εάν πιθανολογείται λοίμωξη από τον ιό της γρίπης. Η έγκαιρη χορήγηση αντιιϊκής θεραπείας (μέσα σε 48 ώρες) μειώνει τις πιθανότητες επιπλοκών που μπορεί να οδηγήσουν σε νοσηλεία σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας ή και δυσμενή κατάληξη για τον ασθενή. Τα αντιϊικά φάρμακα κατά της γρίπης μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για την πρόληψη της εμφάνισης συμπτωμάτων γρίπης, κατά τη κρίση βέβαια του θεράποντα ιατρού. Όλα τα παραπάνω έχουν επίσης ιδιαίτερη σημασία για την αποφυγή επιβάρυνσης των Μονάδων Εντατικής που αν και υποστελεχωμένες, επιβαρύνονται με την επιπλέον νοσηλεία ασθενών με επιπλοκές της γρίπης.
Την μεγαλύτερη όμως σημασία για την αντιμετώπιση του προβλήματος της γρίπης έχει η πρόληψή της. Ο εμβολιασμός με το εποχικό αντιγριπικό εμβόλιο, αποτελεί κάθε χρόνο σημαντικό τρόπο πρόληψης της γρίπης σε όλο τον κόσμο. Ειδικά για τα άτομα που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου και τους επαγγελματίες υγείας -οι οποίοι έχουν τριπλάσιο κίνδυνο να νοσήσουν λόγω της επαφής τους με άτομα που νοσούν από γρίπη- ο εμβολιασμός είναι απόλυτα απαραίτητος, καθώς όχι μόνο βοηθάει σημαντικά στην ατομική προστασία από τη γρίπη αλλά συμβάλλει επιπλέον στον περιορισμό εξάπλωσης του ιού στην κοινότητα και ιδιαίτερα στο νοσοκομειακό περιβάλλον. Στη φετινή όμως ενδημική περίοδο της γρίπης, ιδιαίτερη ανησυχία έχει προκαλέσει το γεγονός ότι το προεξάρχον στέλεχος που ευθύνεται, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική, για την υψηλή νοσηρότητα της γρίπης είναι στέλεχος της γρίπης Α (H3N2), που εμφανίζει γενετικές διαφορές από το αντίστοιχο στέλεχος Α(Η3Ν2) που περιέχεται στο εμβόλιο της εποχικής γρίπης που κυκλοφορεί φέτος στις χώρες του Βόρειου Ημισφαιρίου. Αυτό συνέβη διότι, το εποχικό εμβόλιο της γρίπης περιέχει στελέχη της γρίπης που αναμέναμε ότι θα επικρατήσουν φέτος στο βόρειο ημισφαίριο και όχι τον διαφοροποιημένο υπότυπο H3N2, που όλα τα δεδομένα δείχνουν ότι θα αποτελέσει το σημαντικότερο αίτιο της φετινής γρίπης. Ο υπότυπος αυτός απομονώνεται μέχρι στιγμής σε περισσότερα από τα μισά επιβεβαιωμένα περιστατικά γρίπης στις Ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με τια δεδομένα του ΚΕΕΛΠΝΟ, στην Ελλάδα επίσης κυριαρχεί το στέλεχος της γρίπης Η3Ν2, ενώ με μικρότερη συχνότητα απομονώνονται το στέλεχος Α (H1N1)pdm09 και το στέλεχος τύπου Β.
Παράλληλα, λόγω της εμφάνισης του διαφοροποιημένου στελέχους γρίπης Α(Η3Ν2) και της, κατά τα αναμενόμενα, περιορισμένης αποτελεσματικότητας του εμβολίου, το ΚΕΕΛΠΝΟ τονίζει την ανάγκη ιδιαίτερης ευαισθητοποίησης της κοινότητας για τη σχολαστική τήρηση των μέτρων υγιεινής των χεριών και αναπνευστική υγιεινής. Το συχνό πλύσιμο των χεριών και η αποφυγή συγχρωτισμού σε κλειστούς χώρους και ιδιαίτερα με άτομα που εμφανίζουν συμπτώματα ιογενούς αναπνευστικής λοίμωξης, αποτελούν απλά και βασικά μέτρα πρόληψης, που θα περιορίσουν σημαντικά τις πιθανότητες έκθεσης στον ιό της γρίπης. Ακόμη τονίζεται η σημασία της έγκαιρης χορήγησης αντιϊικής θεραπείας στις ομάδες αυξημένου κινδύνου του πληθυσμού, όπως και σε άτομα με σοβαρή λοίμωξη. Για το λόγο αυτό απαραίτητη είναι από τον ασθενή η αναζήτηση ιατρικής συμβουλής σε περίπτωση παρατεταμένων ή σοβαρών συμπτωμάτων γρίπης, ακόμη και όταν δεν ανήκουν σε ομάδα αυξημένου κινδύνου για επιπλοκές.
Τα τελευταία χρόνια, με την επανεμφάνιση του ενδεχόμενου πανδημικής γρίπης, η ευαισθητοποίηση τόσο της κοινότητας όσο και των γιατρών είναι αυξημένη. Η παγκόσμια επιφυλακή για την αποφυγή της πανδημικής γρίπης οδήγησε σε καλύτερη ενημέρωση του πληθυσμού και αυξημένη λήψη των ενδεδειγμένων προληπτικών, διαγνωστικών και θεραπευτικών μέτρων. Στα πλαίσια αυτά, και περισσότερο στη χώρα μας, λόγω της οικονομικής κρίσης που δεν επιτρέπει περιττή απώλεια εργατοωρών και σπατάλη πόρων, είναι πολύτιμη η συμβολή του εργαστηρίου για την έγκαιρη διάγνωση, αλλά και του κλινικού γιατρού για τη χορήγηση της κατάλληλης θεραπείας και την αποφυγή επιπλοκών από τη νόσο. Θα πρέπει να γίνει συνείδηση ότι η γρίπη αποτελεί ένα σοβαρό πρόβλημα Δημόσιας Υγείας που κάθε χρόνο με μικρότερη ή μεγαλύτερη ένταση θα μας απασχολεί. Εκατοντάδες ζωές χάνονται κάθε χρόνο, ενώ παράλληλα οι οικονομικές επιπτώσεις επιβαρύνουν τόσο το Σύστημα Υγείας της χώρας μας όσο και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.