Η Ουγγαρία κλιμακώνει τις τελευταίες ημέρες τον “πόλεμο” της φορολογίας κατά μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων -κυρίως στον τομέα του καπνού- απειλώντας ακόμα και με υπέρογκα πρόστιμα φίρμες όπως η Phillip Morris ή η Spar. Οι εταιρείες αυτές έχουν ήδη προσφύγει στην Επιτροπή Ανταγωνισμού στις Βρυξέλλες και απειλούν και με προσφυγές σε ευρωπαϊκά δικαστήρια, καταγγέλοντας ουσιαστικά ότι όλα αυτά αποτελούν εμμέσως αλλά σαφώς προσπάθεια προνομιακής μεταχείρισης υπέρ των ουγγρικών επιχειρήσεων.
Η κυβέρνηση του Βίκτωρα Ορμπάν (που μόλις πρόσφατα συγκέντρωσε τα πυρά Ευρωπαίων αξιωματούχων για την αρχική άρνησή του να δεχθεί μερικές χιλιάδες οικονομικούς μετανάστες στο πλαίσιο της εφαρμογής των ευρωπαϊκών κανόνων με τις ποσοστώσεις) συνεχίζει μία επιθετική πολιτική που καταστρατηγεί τους κανόνες της Ε.Ε αλλά, όπως όλα δείχνουν, εξακολουθεί να διαθέτει την αφανή στήριξη της Γερμανίας, με αποτέλεσμα να μην εγκαλείται επισήμως από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, οι οποίοι στην περίπτωση άλλων χωρών, όπως η Ελλάδα, επιδεικνύουν ακραία αυστηρότητα.
“Μπορείτε να παραπονείστε στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά τότε θα πληρώσετε περισσότερο. Κι αυτή θα είναι η συμπεριφορά μας για κάθε επιχείρηση που εγείρει απειλές και κατηγορίες εναντίον μιας χώρας στην οποία δραστηριοποιείται για να κερδίσει χρήματα”, είπε χαρακτηριστικά ο Γιάνος Λαζάρ, υπουργός Οικονομικών της Ουγγαρίας, σύμφωνα με τους Financial Times.
“Λέμε στη Spar και τη Phillip Morris ότι εάν δεν πληρώσουν τον φόρο, τότε θα επιβάλλουμε και άλλον και μετά και άλλον και στο τέλος θα πληρώσουν”, συμπλήρωσε ο Ούγγρος υπουργός.
Η διαμάχη αυτή είναι η πλέον πρόσφατη μιας σειράς διενέξεων της Βουδαπέστης με τις Βρυξέλλες από το 2010 που η κυβέρνηση Ορμπάν ανέλαβε την εξουσία και επέβαλε μιας σειρά φόρους που χτυπούσαν επιχειρήσεις μίντια που ελέγχονται από ξένες εταιρείες, τηλεπικοινωνίες, τράπεζες και άλλες επιχειρήσεις, στο πλαίσιο μιας προσπάθειας δημοσιονομικού συμμαζέματος για να αποφευχθεί η εκ νέου υπαγωγή της χώρας στον έλεγχο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Τον Ιούνιο, για παράδειγμα, η Ουγγρική κυβέρνηση ήρθε σε οξεία αντιπαράθεση με τον πολυεθνικό όμιλο Bertelsman στον οποίου ανήκουν τηλεοπτικοί σταθμοί όπως το RTL Klub και άλλα μίντια, με την επιβολή αύξησης φόρου κατά 50% (!). “Η κυβέρνηση μπορεί να επιβάλλει φόρους όπου και όποτε θέλει αλλά εάν είναι υπερβολικοί και επιλεκτικοί, τότε θα τους πολεμήσουμε”, είπε εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά τους FT.
[διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης για τον φόρο στο Ιντερνετ]
Πριν μερικούς μήνες η κυβέρνηση Ορμπαν είχε ξεσηκώσει θύελλα λαϊκών αντιδράσεων για την επιβολή υπερβολικού φόρου στο ΙΝτερνέτ.
Χιλιάδες Ούγγροι ξεχύθηκαν στους δρόμους της χώρας προκειμένου να διαμαρτυρηθούν για το τέλος στο Ιντερνετ, που φιλοδοξεί να θεσπίσει ο πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπάν, ο οποίος δεν μοιάζει πλέον πανίσχυρος. Εγκλωβισμένος μεταξύ Ανατολής και Δύσης και αντιμέτωπος με τις μαζικές διαδηλώσεις, ο Ορμπάν προσπαθεί να υπεραμυνθεί του φόρου ύψους 2,3 ευρώ, ισχυριζόμενος ότι πρόκειται για καθαρά εισπρακτικό μέτρο.
Ωστόσο πολλοί ιδεολογικοί του αντίπαλοι πιστεύουν ότι είναι μία προσπάθεια φίμωσης όσων διαδικτυακών φωνών δεν είναι αρεστές στην κυβέρνηση. Υστερα από τέσσερα χρόνια παραμονής στην εξουσία οι επικριτές του Ορμπάν καταγγέλλουν ότι έχει εκτροχιάσει τη χώρα από το δημοκρατικό μονοπάτι με μέτρα όπως η αναδιάρθρωση του τομέα των ΜΜΕ και η δημιουργία ενός ραδιοτηλεοπτικού συμβουλίου υπό κυβερνητικό έλεγχο. Νέοι πολιτικοί κανόνες έχουν οδηγήσει στην αποδυνάμωση της αντιπολίτευσης και μετά την επανεκλογή Ορμπάν στις αρχές του έτους πολλές ΜΚΟ που χρηματοδοτούνται από το εξωτερικό έχουν βρεθεί στο στόχαστρο ερευνών για οικονομικές ανωμαλίες. «Ο φόρος στο Ιντερνετ είναι σύμβολο του κυβερνητικού αυταρχισμού», ανέφερε ο ιδρυτής του ουγγρικής ιστοσελίδας κοινωνικής δικτύωσης, Ζολτ Βαράντι, μιλώντας ενώπιον οργισμένου πλήθους που φώναζε «Ορμπάν φύγε!». Η προχθεσινή κινητοποίηση δεν αφορά τα 700 φιορίνια. Ο φόρος έχει γίνει σύμβολο και η δυσαρέσκεια τον ξεπερνά. Εδειξε ότι υπάρχει ευρύτατη αντιπολίτευση εναντίον του Ορμπάν στην ουγγρική κοινωνία», είπε ο Πέτερ Κρεκό, πολιτικός αναλυτής στο γαλλικό πρακτορείο. Η Κορνέλια Μαγιάρ του Ουγγρικού Προοδευτικού Ινστιτούτου σχολίασε ότι ο φόρος στο Ιντερνετ, τον οποίο η αρμόδια επίτροπος Νέλι Κρος αποκάλεσε «ιδιαίτερα κακή ιδέα», είναι το κερασάκι στην τούρτα μιας σειράς αντιδημοφιλών ενεργειών και διαφθοράς. «Η Ουγγαρία υπολείπεται σε όλους τους ψηφιακούς δείκτες στην Ε.Ε. και το ψηφιακό σκέλος της οικονομίας είναι το βασικό που κρατάει την Ευρώπη εκτός ύφεσης. Η φορολόγηση του Ιντερνετ λοιπόν είναι ιδιαίτερα κακή ιδέα, είπε η εκπρόσωπος της Κρος.
Ωστόσο αυτή η μάχη του Ορμπαν είχε άδοξο τέλος, για την ώρα.
Το πρώτο σχέδιο φορολόγησης του ίντερνετ παγκοσμίως προκάλεσε τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας από τότε που ο κ. Όρμπαν επέστρεψε στην εξουσία το 2010, με δεκάδες χιλιάδες άτομα να συμμετέχουν σε κινητοποιήσεις σε πολλές πόλεις και περιοχές της ανατολικοευρωπαϊκής χώρας, υποχρεώνοντας σε υποχώρηση τον ούγγρο πρόεδρο.
«Όποια κι αν ήταν η πρόθεση της κυβέρνησης, ο φόρος απλούστατα δεν είναι δυνατό να εφαρμοστεί», σχολίασε λιτά σήμερα Παρασκευή ο κ. Όρμπαν, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό Kossuth Radio.
Ενώπιον της λαϊκής οργής, η κυβέρνηση αρχικά υποχώρησε λίγο, προτείνοντας μηνιαίο όριο 700 φόριντ (2,3 ευρώ) για νοικοκυριά και 5.000 φόριντ (16,2 ευρώ) για επιχειρήσεις, όμως η συνεχιζόμενη λαϊκή αντίδραση οδήγησε σε απόσυρση του επίμαχου σχεδίου.
Ωστόσο, η υποχώρηση δεν φαίνεται να σημαίνει και παραίτηση. Όπως διευκρίνισε σε ανακοίνωσή του το προεδρικό γραφείο, πρόθεση της κυβέρνησης είναι να τροποποιήσει το επίμαχο νομοσχέδιο. Ο ίδιος ο κ. Όρμπαν δήλωσε στο ραδιόφωνο πως η «εθνική διαβούλευση» θα αρχίσει τον Ιανουάριο.
Το κυβερνών κόμμα Fidesz έχει διαμηνύσει πως επιπλέον φορολόγηση είναι απαραίτητη προκειμένου να ισοσκελιστεί ο προϋπολογισμός της Ουγγαρίας.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε αποδοκιμάσει τον σχεδιαζόμενο φόρο. Τον Ιούλιο, ο κ. Όρμπαν είχε δηλώσει πως επιθυμεί να αντικαταστήσει την φιλελεύθερη δημοκρατία με ένα «μη φιλελεύθερο κράτος», εκφράζοντας το θαυμασμό του για την Κίνα και τη Ρωσία.