Η Μάχη για τη βελτίωση της συμφωνίας με τους θεσμούς δεν έχει τελειώσει και έχει σημασία ποιος θα κάνει τη διαπραγμάτευση αυτή, επισήμανε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, σημειώνοντας πως πέρα από τα δυσάρεστα, η συμφωνία μπορεί να δημιουργήσει μια νέα προοπτική για την ελληνική οικονομία.
“Η Συμφωνία που με πολύ σκληρή διαπραγμάτευση καταφέραμε, είναι ένα κείμενο σκοπίμως ανοιχτό σε συγκεκριμένα ζητήματα, με ρητά διατυπωμένη τη δυνατότητα εξεύρεσης ισοδυνάμων, μέσω διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς”, είπε στην ομιλία του στην 80η ΔΕΘ και πρόσθεσε: “Από την επιτυχημένη ή μη αντιμετώπισή τους θα εξαρτηθεί η αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας για τις επόμενες δεκαετίες”.
Αναφέρθηκε αναλυτικά στα σημεία που μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα δώσει μάχη και υπογράμμισε:
-Πρώτη και κύρια μάχη είναι αυτή της αναδιάρθρωσης του χρέους.
Το ζήτημα αυτό μετά από την επιμονή μας στη διαπραγμάτευση μπαίνει επιτέλους στις πραγματικές του διαστάσεις ως πρόβλημα υπερεθνικό, οικονομικό και πολιτικό καθώς από την επίλυση του εξαρτάται η επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην ανάπτυξη αλλά και η θεμελίωση μιας νέας χρηματοπιστωτικής και αρχιτεκτονικής για όλη την Ευρώπη.
Το ερώτημα λοιπόν που αναπόφευκτα μπαίνει σε όλους και όλες είναι ποιος είναι ικανός να ολοκληρώσει την διαπραγμάτευση του χρέους;
Εκείνοι που μέχρι πρόσφατα έλεγαν ότι το χρέος είναι βιώσιμο και αναζητούσαν πιστοποιητικά βιωσιμότητας, ως επαίτες της Ευρώπης
ή εκείνοι που έθεσαν το ζήτημα στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης στην Ευρώπη.
-Το δεύτερο μεγάλο θέμα που η επόμενη κυβέρνηση θα έχει μπροστά της θα είναι αυτό της διαχείρισης των κόκκινων δανείων.
Πρόκειται για κολοσσιαίο πρόβλημα που από την επίλυσή του εξαρτάται η παροχή ρευστότητας στην πραγματική οικονομία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι έτοιμος να εφαρμόσει άμεσα μέτρα για την αντιμετώπιση του, με ταυτόχρονη μέριμνα για την προστασία της πρώτης κατοικίας όσων αποδεδειγμένα δεν έχουν τη δυνατότητα να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους.
Στο πλαίσιο της ανοιχτής διαπραγμάτευσης θα καταθέσουμε και θα διεκδικήσουμε την εφαρμογή της πρότασης μας, για τη δημιουργία φορέα που θα μεσολαβεί μεταξύ των εμπλεκόμενων τραπεζών και των οφειλετών.
Τα κύρια σημεία της πρότασης αυτής αφορούν
· Την επιτάχυνση εφαρμογής του νόμου Κατσέλη
· Την υλοποίηση του νόμου για τις υπερχρεωμένες μικρομεσαίες επιχειρήσεις
· Τις αλλαγές του Κώδικα δεοντολογίας των Τραπεζών αλλά και την ενεργοποίηση του θεσμού του ενήμερου δανειολήπτη.
– Τρίτο επίδικο της Συμφωνίας αποτελεί η δημιουργία του νέου Ταμείου Αξιοποίησης της κρατικής περιουσίας.
Προς στιγμή έχουμε εξασφαλίσει ότι το Ταμείο αυτό θα έχει διάρκεια ζωής ίση με αυτή του δανειακού προγράμματος, έτσι ώστε να αξιοποιηθεί η δημόσια περιουσία με τις μέγιστες δυνατές αποδόσεις.
Η μεγάλη διαφορά του Ταμείου αυτού από το αμαρτωλό ΤΑΙΠΕΔ, είναι η δυνατότητα που δίνεται στο ελληνικό δημόσιο να συγκεντρώσει, να οργανώσει και να αξιοποιήσει τα διάφορα περιουσιακά του στοιχεία, χωρίς να είναι αναγκασμένο να τα ξεπουλήσει.
Τα έσοδα εξάλλου από τη λειτουργία του Ταμείου αυτού μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατά 50% για την αποπληρωμή του δανείου του ESM για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, κατά 25% για την απομείωση του χρέους και κατά 25% για την χρηματοδότηση παραγωγικών επενδύσεων.
Είναι επομένως κρίσιμο ζήτημα τόσο το θεσμικό πλαίσιο που θα διέπει το ταμείο όσο και η χρηστή διαχείριση της περιουσίας του.
Και μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να εγγυηθεί αυτή την επιτυχία, αυτής της πολύπλοκης διαπραγματευτικής και διαχειριστικής προσπάθειας.
-Τέταρτο πεδίο διαπραγμάτευσης είναι το κρίσιμο και κεντρικό για τον ΣΥΡΙΖΑ θέμα των εργασιακών σχέσεων και των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Σε αυτό το σημείο η Συμφωνία είναι απολύτως ανοιχτή και η μοναδική δέσμευση που έχουμε αναλάβει είναι να ρυθμίσουμε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις σε αρμονία με τις Ευρωπαϊκές καλές πρακτικές και σύμφωνα με τις αρχές της Διεθνούς Ένωσης Εργασίας.
Εξάλλου μετά από δική μας επιμονή εντάχθηκε στη συμφωνία η υποχρέωση καταπολέμησης των διαφορετικών μορφών αδήλωτης εργασίας.
Και εδώ ο ΣΥΡΙΖΑ αναδεικνύεται ως η μόνη πολιτική δύναμη που μπορεί να εργαστεί για την αποκατάσταση της ομαλής λειτουργίας της αγοράς εργασίας, αντιστρέφοντας το βέλος των εξελίξεων, από την μέχρι τώρα αντιαναπτυξιακή και κοινωνικά άδικη απορρύθμιση της αγοράς εργασίας.
Θυμίζω ότι η Νέα Δημοκρατία ήταν και εξακολουθεί να είναι η πολιτική δύναμη που πρωταγωνιστεί στην προσπάθεια απορρύθμισης της αγοράς εργασίας.
Είχε υπογράψει και απολύτως δεσμευτεί και στην απελευθέρωση απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα, και στην απόλυτη διάλυση των εργασιακών σχέσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο η κυβέρνηση μας θα προχωρήσει :
(1) Στο διάλογο υπό την εποπτεία της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας ώστε να υιοθετηθεί πλαίσιο για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, την συνδικαλιστική δράση και την προστασία από τις ομαδικές απολύσεις
(2) Στην αναβάθμιση και αναστελέχωση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας με στόχο την αποτελεσματική καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας
(3) Στην πλήρη εφαρμογή της διασύνδεσης των πληροφοριακών συστημάτων του Υπουργείου Εργασίας για την παρακολούθηση της εργατικής νομοθεσίας.
Και θα ήθελα εδώ να θυμίσω ότι στη διάρκεια της σκληρής διαπραγμάτευσης αλλά και στο τελικό κείμενο, καταφέραμε να αποκρούσουμε την επιδίωξη των δανειστών αλλά και των εγχώριων συμφερόντων για την ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ και της μικρής ΔΕΗ.
Αυτό είναι η απόδειξη πως και κερδήθηκαν και μπορούν να κερδηθούν πράγματα, παρόλο που πολλοί πασχίζουν να αποδείξουν ότι αυτό είναι απολύτως αδύνατο.
Και είναι σε αυτό ακριβώς το σημείο, αγαπητοί φίλοι, που η ΝΔ χάνει κατά κράτος καθώς από το ίδιο το πρόγραμμά της προκύπτει ότι μοναδικός της στόχος είναι όχι μόνο να μη διεκδικήσει τίποτα καλύτερο από όσα οι εταίροι έχουν την ευγενή καλοσύνη να μας προσφέρουν,
αλλά να συνεχίσει χωρίς παρεκκλίσεις και ταλαντεύσεις στην κατεύθυνση της κοινωνικής κατεδάφισης της προηγούμενης πενταετίας.
Ακριβώς το ίδιο προκύπτει και από την επιμονή της το διάστημα της διαπραγμάτευσης, να προχωρήσει η κυβέρνησή μας σε συμφωνία όπως όπως.
Ακόμα και όταν οι εταίροι ζητούσαν 20 δις μεγαλύτερα πλεονάσματα.
Όταν ζητούσαν κατάργηση του ΕΚΑΣ.
Όταν δεν ήταν διατεθειμένοι να συζητήσουν το θέμα του χρέους.
Όταν έλεγαν ότι δεν υπάρχει περίπτωση νέας συμφωνίας αν δεν ολοκληρωθεί η προηγούμενη.