Έπειτα από μια σειρά αρνητικών εμπειριών όπου άρχισαν να μαζεύονται πάνω από τον ουρανό της από το 2010 και μετά, η Ελλάδα βρίσκεται σε μια κατάσταση όπου δεν μπορεί παρά να δείξει το άλλο της πρόσωπο. Αυτό της ανάπτυξης και των επενδύσεων.
Αυτό αναφέρουν σε κοινό τους άρθρο στον ιστότοπο του Ινστιτούτου Brookings οι Θεόδωρος Πελαγίδης και Μιχαήλ Μητσόπουλος. «Αυτή τη στιγμή ελάχιστοι παρατηρητές είναι εξοικειωμένοι το άλλο πρόσωπο της Ελλάδας – μιας χώρας που παρά τα όποια ελαττώματά της, συνιστά ένας μέρος με πάμπολλες αδρανείς πόρους που, αν κινητοποιηθούν καταλλήλως, θα μπορούσαν να δώσουν το έναυσμα στην οικονομία. Το μήνυμα σήμερα στην παγκόσμια επενδυτική κοινότητα θα πρέπει να είναι ότι η χώρα είναι έτοιμη να τους υποδεχθεί», αναφέρουν στο πρελούδιο της ανάλυσής τους.
Αναφερόμενοι στις ευκαιρίες που μπορεί να βρει ένας πιθανός επενδυτής στην Ελλάδα, κάνουν ειδική μνεία στον τομέα της ενέργειας όπου το κέρδος μπορεί να είναι άμεσο. Ιδιαιτέρως αν αναπτυχθεί η ενεργειακή σύνδεση της νησιωτικής Ελλάδας με την ηπειρωτική χώρα και υπάρξει μια συνολική αναβάθμιση του ενεργειακού συστήματος της χώρας. Όπως αναφέρουν, η Ελλάδα έχει το κατάλληλο εργατικό δυναμικό και την τεχνογνωσία για να υποστηρίξει μια τέτοια επένδυση. Η χώρα μας παράγει μπαταρίες, φωτοβολταϊκά και πολλά άλλα προϊόντα «καθαρής» τεχνολογίας. Επίσης, παρά τους πενιχρούς μισθούς, τη ελάχιστη υποστήριξη και την έλλειψη χρηματοδότησης από το κράτος, τα ελληνικά πανεπιστήμια προωθούν έρευνες σε διάφορους δυναμικούς τομείς. Αναφέρουν μια σειρά από παραδείγματα εταιρειών που δραστηριοποιούνται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα σε μια σημαντικών τομέων και αναφέρουν πως το μοναδικό πρόβλημα είναι ότι λόγω νομικών ασαφειών δεν μπορεί να υπάρχει σύνδεση και συνεργασία των εταιρειών με τα ερευνητικά πανεπιστήμια.
Αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα, σύμφωνα με το άρθρο, είναι τολμηρές μεταρρυθμίσεις που θα βελτιώσουν το περιβάλλον για τις ξένες επενδύσεις. Κάτι που σημαίνει ότι θα αλλάξουν τα πάντα στο πώς ιδρύεται μια εταιρεία, τη χρηματοδότησή της, τη διανομή των κερδών, τις ριψοκίνδυνες και καινοτόμες επενδύσεις εντός και εκτός της χώρας και την υποστήριξη του νομικού οικοσυστήματος που έχει να κάνει με την πνευματική ιδιοκτησία. Δεδομένα που στο εξωτερικό θεωρούνται καθιερωμένες συμβάσεις και πρακτικές.
Οι αρθρογράφοι εξυμνούν τη δύναμη της Ελλάδας στη θάλασσα, με τους Έλληνες πλοιοκτήτες, αυτή τη στιγμή, να θεωρούνται από τους κυρίαρχους του χώρου παγκοσμίως. «Είναι παγκόσμιοι ηγέτες με στέρεες βάσεις τις οποίες μπορούν να επεκτείνουν», αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Ένας άλλος τομέας που οι ελληνικές εταιρείες διαπρέπουν παραδοσιακά είναι τα τρόφιμα και η παραγωγή ποτών. Τα γεωργικά προϊόντα της Ελλάδας είναι ότι τα πούρα για την Κούβα, σημειώνουν. Από το λάδι έως την μπίρα και από φυτικά καλλυντικά έως μέταλλα και τρόφιμα, η ελληνική γη μπορεί να δώσει πάρα πολλές ευκαιρίες σε αυτούς που θα της δουν και θα θελήσουν να επενδύσουν.
«Έτσι, αν η Ελλάδα διαθέτει όλα τα συστατικά που απαιτούνται για μια οικονομική άνθηση, γιατί να μην τα καταφέρει; Δυστυχώς, υπάρχει ένας τομέας στον οποίο η Ελλάδα πάσχει και αυτός είναι το πολιτικό της σύστημα. Ο Αλέξης Τσίπρας έχασε πολύ χρόνο στο γραφείο με το να υπαναχωρεί στις υποσχέσεις του ότι θα σχίσει τις προηγούμενες συμφωνίες, αλλά η ελληνική οικονομία δεν έχει την πολυτέλεια να περιμένει. Αν ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του βάλουν έστω και τις μισές προσπάθειές τους στην υπηρεσία των μεταρρυθμίσεων υπέρ της ανάπτυξης, τότε η δημιουργική και παραγωγική Ελλάδα που περιγράφουμε θα μπορούσε να δείξει το άλλο της πρόσωπο», καταλήγει το άρθρο.