Στη Διάσκεψη των προέδρων, η Νέα Δημοκρατία έχει κοινοβουλευτικά και πολιτικά έμπειρους εκπροσώπους με διακριτό και αρκετά ήπιο δημόσιο λόγο. Ο πρώην πρόεδρος του κόμματος και της Βουλής Βαγγέλης Μεϊμαράκης, ο Γιάννης Τραγάκης με τις πολλές κοινοβουλευτικές θητείες, ο και αντιπρόεδρος της Βουλής Νικήτας Κακλαμάνης και ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος Νίκος Δένδιας είναι πρόσωπα με αξιόλογο πολιτικό ειδικό βάρος. Πάνω απ΄ όλα, όμως, έχουν διακριθεί για τις κατά καιρούς τοποθετήσεις τους σχετικά με την ανάγκη εθνικής συνεννόησης.
Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης ήταν σαφής σχετικά με τη δήλωσή του, πρόσφατα, για την επέτειο ίδρυσης της Ν.Δ. Ο Νίκος Δένδιας, μόλις προχθές, τοποθετήθηκε για την ανάγκη συναινετικής συγκρότησης του ΕΣΡ. Αλλά και οι άλλοι, σε αντίθεση με άλλους “θερμοκέφαλους” του κόμματος, ήταν ιδιαίτερα προσεκτικοί και μακριά από ιαχές διχασμού.
Γι αυτό και ήταν ακόμα πιο θεσμικά ασταθής η επιλογή της Ν.Δ να ψηφίσει “παρών” στην ψηφοφορία για το ΕΣΡ. Τα συγκεκριμένα πρόσωπα κλήθηκαν να υπερασπίσουν (αμήχανα) μία θέση που θα ταίριαζε περισσότερο στους συνήθεις ακραίους του κόμματος.
Ο Πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης περιέγραψε αυτή την περίεργη κατάσταση, λέγοντας πως δεν συνάδει με το γεγονός ότι η Ν.Δ θα έπρεπε να νοιώθει δικαιωμένη από την απόφαση του ΣτΕ (αφού η δική της άποψη επικράτησε) και από το ότι η κυβέρνηση αναγκάστηκε να μεταβιβάσει τις αρμοδιότητες για την αδειοδότηση των καναλιών στο ΕΣΡ.
Επιπλέον, η Ν.Δ διατύπωσε τη δική της πρόταση για την αδειοδότηση των καναλιών. Παρότι ομοιάζει σε πάρα πολλά με το νόμο Παππά και παρά τη μεγάλη καθυστέρηση, είναι ένα σημαντικό βήμα.
Αφού, λοιπόν, η Ν.Δ “νίκησε” και αφού η κυβέρνηση απέσυρε την αντισυνταγματική διάταξη, προς τι η κωλυσιεργία και τα προσχήματα; Για ποιο λόγο να επιμένει η αξιωματική αντιπολίτευση σε μία θέση που ξεπεράστηκε από την απόφαση του ΣτΕ, την οπισθοχώρηση της κυβέρνησης και μοιάζει τόσο θεσμικά παράταιρη με την συμφωνία των άλλων κομμάτων;
Για ποιο λόγο η Ν.Δ θα επιμείνει να “σπάει” τη συναίνεση των άλλων; Πολιτικός λόγος δεν υπάρχει. Ούτε διαφωνία επί της ανάγκης άμεσης ρύθμισης του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου, αφ’ ης στιγμής διατυπώνει σχετική πρόταση νόμου.
Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει λόγος να μην συγκροτηθεί άμεσα το ΕΣΡ. Οτιδήποτε άλλο βάζει σε δεύτερες σκέψεις.