Τρεις ημερομηνίες μέσα σε διάστημα μόλις δέκα ημερών θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό εάν η κυβέρνηση θα κατορθώσει να απεγκλωβίσει την αξιολόγηση από την επικίνδυνη διελκυστίνδα ΔΝΤ και Βερολίνου ή εάν θα εμπλακεί ακόμα περισσότερο στη δίνη αφενός του εκλογικού ευρωπαϊκού κύκλου που ξεκινά στα μέσα Μαρτίου από την Ολλανδία και αφετέρου σε πολιτικές εξελίξεις που εκ των πραγμάτων θα “τρέξουν” στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό.
Η πρώτη ημερομηνία είναι η 6η Φεβρουαρίου και αναφέρεται στις αποφάσεις που θα λάβει το Ταμείο.
Ιδιαίτερα κρίσιμη είναι η συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΔΝΤ στην οποία θα συζητηθούν οι δύο εκθέσεις για την Ελλάδα, αλλά και οι εξελίξεις στις διαπραγματεύσεις.
Οι παρασκηνιακές διαβουλεύσεις του τελευταίου διαστήματος έχουν δημιουργήσει δεδομένα που δεν αφήνουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας. Όσο περνά ο καιρός το Ταμείο μοιάζει να είναι όλο και περισσότερο «με το ένα πόδι έξω» από το Ελληνικό πρόγραμμα. Ταυτόχρονα, η νέα ηγεσία των ΗΠΑ βάζει νέα εμπόδια, καθώς κανείς αξιωματούχος του Ταμείου δεν μπορεί να είναι σίγουρος για την πολιτική που θα ακολουθήσει ο νέος πρόεδρος.
Η δεύτερη ημερομηνία είναι η 9η Φεβρουαρίου, ημερομηνία συνεδρίασης του Euroworking Group. Τότε θα κριθούν, τουλάχιστον σε τεχνικό επίπεδο, τα αποτελέσματα των συζητήσεων σχετικά με τα εκκρεμούντα ζητήματα της αξιολόγησης, προκειμένου να ετοιμαστεί το τελικό staff level agreement. Στο κυβερνητικό επιτελείο γνωρίζουν πως πρέπει να είναι απολύτως προετοιμασμένοι ακόμα και για την παραμικρή λεπτομέρεια, ώστε να μην δώσουν λαβή στους “σκληρούς” του EWG υπό τον Τόμας Βίζερ να αμφισβητήσουν το κλείσιμο της αξιολόγησης.
Η τρίτη ημερομηνία, εφόσον όλα έχουν εξελιχθεί σχετικά ομαλά, είναι η 20η Φεβρουαρίου, ημερομηνία συνεδρίασης του Eurogroup, που είναι και το τελευταίο πριν τις εκλογές της 15ης Μαρτίου στην Ολλανδία, γεγονός που σημαίνει ότι θα έχει ιδιαίτερη κρισιμότητα και για τον πρόεδρό του Γερούν ΝτάΪσελμπλουμ που κατέρχεται στις εκλογές, ελπίζοντας πως θα είναι ξανά υπουργός Οικονομικών και θα κρατήσει και την θέση του στις Βρυξέλλες.
Έτσι, όπως διαμορφώνονται οι ισορροπίες, οι Ευρωπαίοι έχοντας προσδεθεί στο άρμα του ΔΝΤ, αδυνατούν να αποχωριστούν το Ταμείο, ειδικά πριν ολοκληρωθεί ο εκλογικός κύκλος στην Ευρώπη, ο οποίος ξεκινά στα μέσα Μαρτίου και αναμένεται να ολοκληρωθεί στα τέλη του έτους με το σχηματισμό κυβέρνησης στη Γερμανία.
Το Μέγαρο Μαξίμου φοβάται πως εφόσον το ΔΝΤ καθυστερήσει να αποφασίσει, ο Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε θα σύρει ακόμα περισσότερο την αξιολόγηση ή θα ασκήσει ακόμα εντονότερες πιέσεις στην Αθήνα να αποδεχθεί τα πιο σκληρά μέτρα που ζητάει το Ταμείο.
Οι υποχωρήσεις
Ήδη μετά την απόρριψη της Ελληνικής πρότασης κατά τη διάρκεια των συναντήσεων που είχε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος στο περιθώριο της συνεδρίασης της Πέμπτης, ξεκίνησε νέος γύρος παρασκηνιακών διαβουλεύσεων. Στόχος είναι να βρεθεί η «χρυσή τομή» μεταξύ όλων των πλευρών έστω και την τελευταία στιγμή.
Ενδεικτικό του κλίματος ανησυχίας που υπάρχει και στις τάξεις των δανειστών είναι ότι τα τελευταία 24ωρα πληθαίνουν οι φωνές των Ευρωπαίων αξιωματούχων που εκτιμούν ότι η Ελληνική πρόταση είναι μια καλή βάση συζήτησης. Όπως αναφέρουν παρά τις πρώτες αρνητικές αντιδράσεις των σκληροπυρηνικών, η τελική λύση θα βρεθεί μέσα στα πλαίσια της πρότασης που έχει καταθέσει η κυβέρνηση, εφόσον όμως αποδεχθεί η Ελληνική πλευρά να κάνει μερικές ακόμα υποχωρήσεις. Οι υποχωρήσεις αυτές έχουν να κάνουν με την αποδοχή του στόχου για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% πέρα από τα τρία χρόνια που έχει προτείνει η κυβέρνηση, αλλά και τη δέσμευση σχετικά με τα δημοσιονομικά μέτρα τα οποία θα πρέπει να ληφθούν μετά το 2018, εάν δεν επιτευχθούν τα μέτρα.
Αυτή η εξέλιξη θα επιτρέψει στους Ευρωπαίους να προχωρήσουν τις διαπραγματεύσεις και να επανεκκινήσουν την αξιολόγηση. Αντίστοιχα θα επιτρέψουν στο ΔΝΤ να μεταθέσει για αργότερα τις οριστικές του αποφάσεις, παραμένοντας προς το παρόν ως τεχνικός σύμβουλος στο υφιστάμενο πρόγραμμα.
Με δεδομένες τις απαιτήσεις του Ταμείου και το κλίμα κατά της ΕΕ που επικρατεί στην Ουάσιγκτον και το επιτελείο του Ντόναλντ Τραμπ είναι εξαιρετικά δύσκολο να δεχθεί η Κριστίν Λαγκάρντ να παραμείνει στο ελληνικό πρόγραμμα δίχως να δημιουργηθούν προϋποθέσεις που να αξιοποιήσει: ήτοι υψηλά πλεονάσματα για πολλά χρόνια και μέτρα “μαμούθ” στη φορολογία και το συνταξιοδοτικό. Κάτι, όμως, που πολιτικά δεν μπορεί να αντέξει η κυβέρνηση.
Δεν είναι τυχαίο ότι χθες είδαν το φως της δημοσιότητας δημοσιογραφικές πληροφορίες (εφημερία Το Παρόν) ότι 35 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνουν πως δεν πρόκειται να ψηφίσουν προληπτικά νέα μέτρα, ενώ στους κόλπους της κυβέρνησης υπάρχει και η σκέψη να κληθεί η Βουλή να νομοθετήσει τα μέτρα με ρήτρα ακύρωσης αλλά με πλειοψηφία 180 βουλευτών, δεδομένου ότι αυτά θα εφαρμοστούν εάν χρειαστεί από την επόμενη κυβέρνηση -μετά τις εκλογές.
Η Ν.Δ, ωστόσο, εμφανίζεται προσώρας αποφασισμένη να μην συναινέσει στο παραμικρό, οπότε ακόμα κι αν η κυβέρνηση επιδιώξει ευρύτερη κοινοβουλευτική πλειοψηφία κάτι τέτοιο μοιάζει απίθανο και οδηγεί είτε σε ανασύνθεση του μπλοκ διακυβέρνησης από την παρούσα Βουλή, είτε, το πιθανότερο, σε εκλογές και σε ένα νέο κύκλο αβεβαιότητας -με εικόνα… Grexit- εν μέσω του κρίσιμου ευρωπαϊκού εκλογικού κύκλου.
Οι επαφές του Αλέξη Τσίπρα
Το αν υπάρχουν πιθανότητες συμφωνίας έως το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου, θα φανεί από τα αποτελέσματα των επαφών που θα έχει ο πρωθυπουργός στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής στη Μάλτα στις 3 Φεβρουαρίου. Τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων (επίσημών και παρασκηνιακών) θα κριθούν στη συνεδρίαση του EuroWorking Group στις 9 Φεβρουαρίου, όπου οι εκπρόσωποι των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης θα προετοιμάσουν το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου.
Το πότε θα επιστρέψουν στην Αθήνα οι επικεφαλής των τεχνικών κλιμακίων, αποτελεί πλέον πολιτική απόφαση η οποία θα ληφθεί από την πλευρά των δανειστών. Ο χρόνος επιστροφής τους θα κρίνει και τις πιθανότητες να υπάρξει ολοκλήρωση της αξιολόγησης εντός του Φεβρουαρίου, γεγονός που με τις συγκεκριμένες συνθήκες μοιάζει ιδιαίτερα δύσκολο.
Δείτε το ρεπορτάζ με τις σκέψεις του πρωθυπουργού και το “γαϊτανάκι” με τους Θεσμούς