Η Ιταλία μπορεί να μην συμμορφωθεί με τις υποδείξεις της Ευρώπης σύμφωνα με τον ιταλικό Τύπο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ζητήσει από την Ρώμη να λάβει έκτακτα οικονομικά μέτρα ύψους 3,4 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Η Ιταλία διαθέτει αναμφισβήτητα κουλτούρα μεγάλης χώρας. Και είναι, παρά το γεγονός ότι η ιταλική οικονομία βυθίζεται σε ύφεση και αντιμετωπίζει οξύτατα προβλήματα. Ωστόσο, οι πολιτικές δυνάμεις σε μεγάλο βαθμό συμφωνούν πως η κυβέρνηση Τζεντιλόνι δεν πρέπει να υποκύψει στις πιέσεις για λήψη έκτακτων μέτρων. Και ο Ιταλικός Τύπος κινείται προς την ίδια κατεύθυνση. Σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με τον Τύπο μπορεί τα μέτρα αυτά να μην υιοθετηθούν ποτέ και να χρησιμοποιηθεί το αντίστοιχο ποσό για στήριξη της οικονομίας και της απασχόλησης.
Πρόκειται ουσιαστικά για «ανταρσία», η οποία μπορεί να γίνει πραγματικότητα, αν επιλεγεί η λύση των πρόωρων εκλογών τον Ιούνιο. Ο πρώην πρωθυπουργός και επικεφαλής του κεντροαριστερού Δημοκρατικού Κόμματος, Ματτέο Ρέντσι, πιέζει προς την λύση αυτή, γράφει η Λα Ρεπούμπλικα. Και γενικότερα, κανένας πολιτικός δεν πρόκειται να πάρει την ευθύνη περικοπών, κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. «Ακόμη και αν αυτό προκαλέσει την υιοθέτηση έκτακτων κυρώσεων από τις Βρυξέλλες», γράφουν πολλοί αναλυτές.
Σεβασμός στους ευρωπαϊκούς κανόνες αλλά…
Προς το παρόν, ο πρωθυπουργός Πάολο Τζεντιλόνι αφήνει να διαρρεύσει ότι θα συνεχισθεί ο διάλογος με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και πως θα βρεθεί ένας κάποιος συμβιβασμός. Αλλά ουδείς γνωρίζει αν θα υπερισχύσει, τελικά, η μετριοπαθέστερη αυτή γραμμή.
«Θα σεβαστούμε τους ευρωπαϊκούς κανόνες, αλλά χωρίς μέτρα που μπορεί να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία μας. Θέλουμε να συνεχίσουμε την μεταρρυθμιστική δράση της κυβέρνησής μας», είπε ο Τζεντιλόνι κατά την συνάντησή του με τον Ισπανό πρωθυπουργό Μαριάνο Ραχόι.
Η Ιταλία, δηλαδή, μπορεί να λάβει κάποιες γενικού χαρακτήρα δεσμεύσεις, τις οποίες ενδέχεται και να μην εφαρμόσει, αν οι δυο πολιτικές δυνάμεις που στηρίζουν την κυβέρνηση (Δημοκρατικό Κόμμα και Νέα Κεντροδεξιά) θεωρήσουν ότι θα εκληφθούν από τους ψηφοφόρους ως συνέχιση της λιτότητας.
Εκτός και αν οι εκλογές γίνουν πιο αργά, το φθινόπωρο ή ακόμη και στις αρχές του 2019, και τα μέτρα που ζητά η Ευρώπη, στο μεταξύ, πάψουν να αποτελούν κύριο θέμα της πολιτικής αντιπαράθεσης