Στις 15 Μαρτίου, με τις Ολλανδικές εκλογές, ξεκινά ο κρισιμότερος τις τελευταίες δεκαετίες εκλογικός μαραθώνιος στην Ευρώπη.
Ένας κύκλος εκλογών που όλοι οι αναλυτές θεωρούν πως θα επηρεάσει καταλυτικά τις εξελίξεις στην Ευρωζώνη και την Ευρώπη, σε μία στιγμή, μάλιστα, που το ευρωπαϊκό οικοδόμημα κλονίζεται μετά το Brexit, τον “πόλεμο” με τη νέα διοίκηση του Ντόναλντ Τραμπ στην Ουάσιγκτον και με ανοικτά πολλά μέτωπα, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η κρίση χρέους και η δημοσιονομική λιτότητα.
Οι αναλύσεις αποτυπώνουν διάφορα σενάρια, άλλα αρνητικά, άλλα λιγότερο αρνητικά, ωστόσο είναι βέβαιο πως στη Χάγη, κατ αρχάς, στο Παρίσι και, τέλος, στις 24 Σεπτεμβρίου στο Βερολίνο θα κριθούν πολλά.
Το “δύσκολο” σενάριο στη Χάγη
Ο ακροδεξιός και ξενοφοβικός Γκέερτ Βίλντερς κερδίζει τις εκλογές στην Ολλανδία. Το Ολλανδικό εκλογικό σύστημα ίσως δεν του επιτρέψει να σχηματίσει κυβέρνηση, δεδομένου και του γεγονότος ότι ο νυν πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε έχει δηλώσει πως το κόμμα του δεν πρόκειται να συνεργαστεί. Σε μία τέτοια περίπτωση, ακόμα κι αν σχηματιστεί κυβέρνηση μειοψηφίας ή η χώρα οδηγηθεί σε νέες εκλογές, το πολιτικό αποτύπωμα του Βίλντερς θα είναι ισχυρό. Ο συγκεκριμένος πολιτικός έχει διατυπώσει σκληρά ρατσιστικές απόψεις και θεωρείται εκφραστής πολιτικών Τραμπ, όπως φάνηκε, άλλωστε, και σε πρόσφατη συνάντηση ηγετών “ομοειδών”κομμάτων της Ευρώπης. Το πολιτικό σύστημα της Ολλανδίας του δίνει άλλωστε τη δυνατότητα, ακόμα κι αν δεν κυβερνήσει, να μπλοκάρει κεντρικές αποφάσεις μέσω δημοψηφισμάτων.
Η “ειδική” περίπτωση της Γαλλίας
Βαθιά διχασμένη και εν μέσω του σκανδάλου Φιγιόν (μπορεί να ασκηθούν διώξεις σε βάρος του ιδίου και της συζύγου του αυτή την εβδομάδα) η Γαλλία πορεύεται προς τις προεδρικές εκλογές του Μαϊου και τις βουλευτικές του Ιουνίου. Η Μαρί Λεπέν προηγείται στις δημοσκοπήσεις και είναι βέβαιο πως θα βρεθεί στον δεύτερο γύρο. Εάν ο Φρανσουά Φιγιόν, ηγέτης της κεντροδεξιάς (Ρεπουμπλικανοί) δεν παραιτηθεί και δεν υπάρξει νέος υποψήφιος, οι δημοσκοπήσεις λένε πως αντιμέτωπος της Λεπέν θα βρεθεί ο ανεξάρτητος, πρώην υπουργός του Φρανσουά Ολάντ, Εμανουέλ Μακρόν. Παρά το ότι κι αυτός βρέθηκε στη δίνη κατηγοριών ότι είναι gay, φαίνεται πως θα είναι σίγουρα στον δεύτερο γύρο και μπορεί να κερδίσει την ηγέτη της ακροδεξιάς. Όμως, ένα υψηλό ποσοστό για τη Λεπέν θα επιβεβαιώσει τον κοινωνικό διχασμό της Γαλλίας και θα φέρει τα ακραία λαϊκιστικά κόμματα της άκρας δεξιάς στο κεντρικό ευρωπαϊκό πολιτικό παιχνίδι.
Στην σχετικά απίθανη περίπτωση που η Λεπέν κερδίσει τις προεδρικές εκλογές και με βάση όσα έχει πει δρομολογείται το σενάριο- εφιάλτης για ένα Frexit. Η Γαλλία θα βρεθεί εκτός ευρώ και εκτός Συνθήκης Σένγκεν, με ανυπολόγιστες συνέπειες και, πάντως, με την κατάρρευση ολόκληρη του ευρωπαϊκού οικοδομήματος προ των θυρών.
Ο Γερμανικός καταλύτης
Εάν “διασωθεί” το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα στη Γαλλία, τότε η κρισιμότερη μάχη της χρονιάς αφορά τους νέους “ενοίκους” του Ράϊχσταγκ στο Βερολίνο. Η Άνγκελα Μέρκελ δεν πρόκειται να κάνει έναν υγιεινό περίπατο για να “σπάσει” το ρεκόρ του Αντενάουερ στην Καγκελαρία, όπως φαινόταν μέχρι πριν μερικές εβδομάδες, καθώς η υποψηφιότητα του Μάρτιν Σουλτς αλλάζει τα δεδομένα. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μάχη στήθος με στήθος, ενώ σε μια απευθείας εκλογή από τον λαό, ο πρώην πρόεδρος του ΕΚ θα κέρδιζε την Καγκελάριο. Παρότι το πιθανότερο σενάριο παραμένει μία νίκη της Μέρκελ, έστω και οριακά, η ενίσχυση του SPD θα αποτελέσει καταλύτη για την κυβέρνηση της επόμενης ημέρας.
Νίκη SPD θα σήμαινε δύο πράγματα: ή κυβερνητικός συνασπισμός με τους Πράσινους και το αριστερό Die Linke (δύσκολο αλλά πιθανό), ή ένας μεγάλος συνασπισμός με τους Σοσιαλδημοκράτες, το CDU και τους Πράσινους.
Νίκη CDU θα ανάγκαζε τους Σοσιαλδημοκράτες να συμμετάσχουν σε μία επανάληψη του μεγάλου συνασπισμού αλλά, ανάλογα με το ποσοστό τους, με σκληρούς όρους, ένας εκ των οποίων είναι αλλαγή μείγματος οικονομικής πολιτικής και απομάκρυνση του Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε από το υπ. Οικονομικών. Εκτός εάν τα ποσοστά ευνοούν τον σχηματισμό κυβέρνησης CDU με τους Φιλελεύθερους (που απ΄ ότι φαίνεται επιστρέφουν στη Βουλή), οπότε θα έχουμε μία ακόμα σκληρότερη ως προς τα οικονομικά κυβέρνηση, με τον Σόϊμπλε παρόντα και με το αίτημα για έξοδος της Ελλαδας από την Ευρωζώνη ακόμα πιο ισχυρό.
Σε οποιαδήποτε από τις δύο περιπτώσεις, το ξενοφοβικό AfD θα είναι στη νέα Μπούντεσταγκ, με ποσοστό άνω του 10%, κάτι που εφόσον κυβερνά πάλι η Μέρκελ θα αναγκάσει τη Γερμανία να διολισθήσει σε ακόμα σκληρότερες πολιτικές στην οικονομία και στο προσφυγικό.
Η συνάντηση των ακροδεξιών ηγετών: Βίλντερς, Πέτρι (AfD), Λεπέν κ.ά