Με γλαφυρό τρόπο η γαλλική La Tribune περιγράφει την κατάσταση της Αθήνας στις διαπραγματεύσεις με τους Θεσμούς ώστε να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, κάνοντας μια δραματική ανασκόπηση των προσπαθειών της ελληνικής κυβέρνησης.
Ο «αδίστακτος» ρόλος του Σόιμπλε, που δεν εγκατέλειψε ποτέ το σχέδιο του για Grexit, ο οποίος κλείνει την παγίδα στον Έλληνα πρωθυπουργό και τα περιθώρια αντίδρασης που έχει ο Αλέξης Τσίπρας.
Όπως μεταδίδει από το Παρίσι η ανταποκρίτρια του real.gr La Tribune αναφέρει πως το γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας κάλεσε τη Γερμανία να μην “παίζει με τη φωτιά” μεταφράζεται σε αδυναμία έναντι του παιχνιδιού που παίζει ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ, ο οποίος ποτέ δεν εγκατέλειψε το σχέδιό του για έξοδο της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ
Ο Αλέξης Τσίπρας θέλησε να δείξει την αποφασιστικότητά του στο πλαίσιο του συνεδρίου του ΣΥ.ΡΙΖ.Α και κάλεσε το Γερμανό ΥΠΟΙΚ Wolfgang Schaeuble να “μην παίζει με τη φωτιά”. Αλλά, πίσω από αυτές τις δηλώσεις του Έλληνα Πρωθυπουργού κρύβεται στην πραγματικότητα μια κραυγή απελπισίας. Διότι ο Αλέξης Τσίπρας, που από τον Ιούλιο του 2015 προσπαθεί να κερδίσει την εύνοια των δανειστών, βλέπει να εγκλωβίζεται σταδιακά σε μία παγίδα, από την οποία, αν δε θέλει να είναι το θύμα, πρέπει να ξεφύγει. Για να κατανοήσουμε την κατάσταση, πρέπει να καταλάβουμε τι ακριβώς είναι αυτό που επιχείρησε να εξασφαλίσει η ελληνική Κυβέρνηση με την υπογραφή του τρίτου μνημονίου και την συνακόλουθη επικύρωση του μέσω των εκλογών του Σεπτεμβρίου του 2015.
Ο Αλέξης Τσίπρας είχε υποσχεθεί να τηρήσει τους όρους του προγράμματος που υπογράφηκε, προστατεύοντας παράλληλα τα συμφέροντα της χώρας του, ενόψει μιας αναμενόμενης υποχώρησης και από την πλευρά των δανειστών. Εν ολίγοις, η Ελλάδα είχε στόχο αρχικά να εξασφαλίσει ευελιξία στις απαιτήσεις των δανειστών, στη συνέχεια να τις εφαρμόσει και να χρησιμοποιήσει αυτήν την εφαρμογή για να λάβει με τη σειρά της καλύτερους και ευνοϊκότερους όρους όσον αφορά τους αντικειμενικούς στόχους και την αναδιάρθρωση του χρέους.Επρόκειτο δηλαδή, σύμφωνα με το πλαίσιο σκέψης του Αλέξη Τσίπρα, για μια απόπειρα αλλαγής της λογικής σε αντίθεση με την κατά γράμμα εφαρμογή των απαιτήσεων των δανειστών, από τις προηγούμενες Κυβερνήσεις μεταξύ 2010 και 2015.
Βασικότερος στόχος της ελληνικής Κυβέρνησης ήταν η αναθεώρηση του δημόσιου χρέους της χώρας, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου καλύπτεται από τα κράτη μέλη της ΕΕ και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Ο Αλέξης Τσίπρας μπορούσε, και αυτό είναι κάτι που διαφοροποιεί το τρίτο μνημόνιο, να στηρίζεται στη μεγάλη διάσταση απόψεων μεταξύ Ευρωπαίων δανειστών και ΔΝΤ, που αρνείτο τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα στήριξης χωρίς την προηγούμενη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Όντας καλός μαθητής, ο Έλληνας Πρωθυπουργός μπορούσε να προσβλέπει σε μια υποχώρηση των Ευρωπαίων ενώπιον των απαιτήσεων του ΔΝΤ, το οποίο, παράλληλα, θα μπορούσε να υποχωρήσει με τη σειρά του, από κάποιες υπερβολικές απαιτήσεις του για ριζικές μεταρρυθμίσεις, κυρίως ως προς το συνταξιοδοτικό.
Σε αυτό το διάλογο, ο Αλέξης Τσίπρας είχε διαλέξει πλευρό καταγγέλλοντας για ενάμιση χρόνο τις απαιτήσεις του ΔΝΤ, ελπίζοντας σε καλύτερες συνθήκες της κατ’ ιδίαν διαπραγμάτευσης με τους Ευρωπαίους. Ωστόσο, αυτή η στρατηγική αποδείχτηκε ανεπιτυχής.
Με το τρίτο μνημόνιο, η Ελλάδα έχασε τον έλεγχο της μοίρας της. (…) Ασθενική είναι και η επιστροφή στην ανάπτυξη, η οποία εξαρτάται, εν πολλοίς, από τις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές. Επιπλέον, ακόμη κι αν τα ποσοστά ανάπτυξης που προβλέπει η Κομισιόν το 2017 πραγματοποιηθούν, αυτό σε καμία περίπτωση δεν λύνει το πρόβλημα της Κυβέρνησης: η εν λόγω ανάκαμψη δεν είναι μόνο καθυστερημένη, αλλά ήρθε και με μειώσεις σε μισθούς και κοινωνικές δαπάνες, γεγονός που σημαίνει ότι δεν επαρκεί για να θεραπεύσει τις κοινωνικές ανισότητες και τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα του ελληνικού λαού.
Ο ΟΟΣΑ ανέδειξε πρόσφατα τον τρόπο με τον οποίο αμβλύνει τις ανισότητες η ανάπτυξη που επετεύχθη. Η υψηλή φορολογική πίεση στη μεσαία και τις πιο αδύναμες φορολογικά τάξεις, ενισχυμένη από την αύξηση του ΦΠΑ, θα συνεχίσει να βαρύνει το επίπεδο ζωής που είναι σε ελεύθερη πτώση από το 2010. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει το χαρτί της ανάπτυξης για να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών. Έτσι εξηγείται και η έκφραση του θυμού του. Ενώ επιθυμία του ήταν μια “πολιτική” διαπραγμάτευση, βρέθηκε εν μέσω “τεχνικών” συζητήσεων. (…)
Θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι η Angela Merkel δεν έχει κανένα συμφέρον να δει την ελληνική κρίση να φουντώνει ξανά. Αλλά, αν το CDU έρθει αντιμέτωπο με πραγματικές δυσκολίες, τότε ενδέχεται να θέλει να δείξει το πόσο αυστηρή είναι με τους “τεμπέληδες Έλληνες” και να συνταχθεί με τον Wolfgang Schaeuble για να φέρει προς το μέρος της τη μερίδα των συντηρητικών ψηφοφόρων. Υπό αυτές τις συνθήκες, η συζήτηση ανάμεσα στη Γερμανίδα Καγκελάριο και τον Υπουργό της, θα είναι αποφασιστικής σημασίας.
Το 2015, η Angela Merkel χρησιμοποίησε τον Schaeuble ως “μπαμπούλα”. Θα θελήσει αυτή τη φορά να εξισορροπήσει την κατάσταση; Θα το δείξει το μέλλον. Περιμένοντας, το ΔΝΤ έχει επίγνωση της όλης κατάστασης και δεν αντιδρά, για να μην πυροδοτήσει την κρίση. Αλλά, αυτή η σύνεση δεν θα κρατήσει για πάντα. Το πρόγραμμα λήγει σε λιγότερο από δύο χρόνια. Σε κάθε περίπτωση, πληρούνται όλοι οι όροι για να ξεσπάσει μια νέα έκρηξη. Όσον αφορά τον Α. Τσίπρα, δεν μπορεί να κάνει τίποτα απέναντι σε αυτή τη ζοφερή λογική, της οποίας είναι ταυτόχρονα θεατής και θύμα.