Με γοργά βήματα αναμένεται να προχωρήσει η διαδικασία της διερεύνησης των υποθέσεων που αφορούν εξοπλιστικά προγράμματα επί υπουργίας Γιάννου Παπαντωνίου, μετά το πράσινο φως που δόθηκε από τη συντριπτική πλειοψηφία της Βουλής.
Η πρόταση κατατέθηκε από τους βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας μετά από τις ποινικές δικογραφίες που διαβιβάστηκαν στη Βουλή και αφορούν στον πρώην υπουργό Εθνικής Άμυνας Γιάννο Παπαντωνίου, σχετικά με την ενδεχόμενη τέλεση των αδικημάτων της απιστίας στρεφόμενης κατά του Δημοσίου και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, στο πλαίσιο σύναψης συμβάσεων εξοπλιστικών προγραμμάτων του υπουργείου Εθνικής Άμυνας και σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην πρόταση.
Ενόψει της συζήτησης ο Γιάννος Παπαντωνίου είχε αποστείλει υπόμνημα. «Επί 14 χρόνια όλες οι συμβάσεις του υπουργείου Άμυνας έχουν υποστεί εξονυχιστικό έλεγχο από διοικητικές και δικαστικές αρχές, χωρίς να έχει βρεθεί καμία απολύτως ένδειξη- ή υποψία ένδειξης- παράνομων ή παράτυπων ενεργειών ή παραλείψεων μου. Δεν προέκυψε κανένα απολύτως στοιχείο», αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο Γιάννος Παπαντωνίου και προσθέτει ότι «η πρωτοβουλία της κυβερνητικής πλειοψηφίας να ζητήσει τη σύσταση Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης για έξι δικογραφίες που έχουν διαβιβαστεί στη Βουλή επιχειρεί να ανατρέψει την εικόνα. Όχι μόνο δεν το επιτυγχάνει, αλλά επιβεβαιώνει ότι μοναδικός στόχος είναι η συκοφάντηση».
Οι κατηγορίες
Στον πρώην υπουργό Άμυνας αποδίδονται, πράξεις απιστίας που επέφεραν μεγάλη οικονομική ζημία για το ελληνικό Δημόσιο. Τα αδικήματα σχετίζονται με τα εξοπλιστικά προγράμματα της προμήθειας 170 αρμάτων μάχης Leopard, δώδεκα επιθετικών ελικοπτέρων Apache, τον εκσυγχρονισμό έξι φρεγατών τύπου «S», συστημάτων ηλεκτρονικού πολέμου και 20 μεταφορικών ελικοπτέρων NH90.
Τα εγκλήματα της απιστίας φέρεται να έχουν τελεστεί από το 2001 έως το 2004, ενώ η δεύτερη τακτική σύνοδος της ΙΑ βουλευτικής περιόδου περατώθηκε στις 28-09-2006 και σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 86 του Συντάγματος, η Βουλή μπορεί να ασκήσει την αρμοδιότητά της για την άσκηση δίωξης μέχρι το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει μετά την τέλεση του αδικήματος. Όπως, όμως, τονίζουν οι υπογράφοντες την πρόταση «ανεξαρτήτως του αξιοποίνου ή μη (λόγω παρελεύσεως της τασσόμενης προθεσμίας) των εγκλημάτων απιστίας, από τις δικογραφίες που έχουν διαβιβαστεί στη Βουλή, προκύπτει ότι σε μία περίπτωση ερευνάται τέλεση εγκλήματος νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα». Ταυτόχρονα, σημειώνεται ότι «σε όλες τις περιπτώσεις έχουν γίνει γνωστές περιστάσεις, από τις οποίες θα μπορούσαν να συναχθούν ενδείξεις παραγωγής περιουσιακού οφέλους από την πράξη της απιστίας και στη συνέχεια νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα».
Η υπόθεση αφορά στην προμήθεια των 20 μεταφορικών ελικοπτέρων τύπου ΝΗ90 από την Κοινοπραξία ΝΗ Industries για τον ελληνικό στρατό. Οι εισαγγελικές αρχές κατέληξαν ότι υπάρχουν ενδείξεις πως στη σύμβαση αντισταθμιστικών ωφελημάτων για τα ελικόπτερα περιλαμβάνονται πλήθος ζημιογόνων όρων, με αποτέλεσμα να μειωθούν τα ωφελήματα αυτά που έπρεπε να παρασχεθούν στο ελληνικό δημόσιο.
Ειδικότερα, στο πρόγραμμα που ανατέθηκε στην εταιρεία συμφερόντων Θ. Λιακουνάκου και προέβλεπε την ανάπτυξη αυτοματοποιημένου συστήματος συντονισμού πυρών υποστήριξης για τον ελληνικό στρατό, αν και αποδόθηκε ο υψηλότερος δυνατός συντελεστής, η ανάπτυξή του φέρεται να καθυστέρησε πέραν της δεκαετίας, με αποτέλεσμα να μη δικαιολογείται ο χαρακτηρισμός του ως υψηλού ενδιαφέροντος. Κατά την κατηγορία, η ονομαστική αξία των εκτελεσθέντων από την SONAK αντισταθμιστικών ωφελημάτων δεν υπερέβαινε στην καλύτερη περίπτωση τα 6 εκατ. ευρώ και η εταιρεία απαλλάχθηκε από την υποχρέωση παροχής αντισταθμιστικών ονομαστικής αξίας 11,7 εκατ.ευρώ. Τέλος ενώ η σύμβαση προέβλεπε αναπροσαρμογή της ανά τετραετία, τελικά αυτή εμφανίζεται να έγινε δέκα χρόνια μετά της ισχύος της, με αποτέλεσμα τα αντισταθμιστικά να μειωθούν τουλάχιστον κατά 4,7 εκατ. ευρώ.
Η ποινική δίωξη είναι κατά του πρώην γραμματέας αμυντικών επενδύσεων του ΥΕΘΑ Σπύρου Τραυλού και του επιχειρηματία Θ. Λιακουνάκου ωστόσο θα διερευνηθούν από τη Βουλή τυχόν ευθύνες του τότε υπουργού Γιάννου Παπαντωνίου.
Τόσο ο πρώην γραμματέας, κατηγορούμενος και σε άλλες δικογραφίες εξοπλιστικών προγραμμάτων, όσο και μέλη της Επιτροπής Διαπραγματεύσεων Αντισταθμιστικών Ωφελημάτων κατηγορούνται πλέον με το κακούργημα της απιστίας σε συνδυασμό με τις επιβαρυντικές διατάξεις περί καταχραστών του Δημοσίου (Ν. 1608/50). Αντίστοιχα, η δίωξη κατά του προέδρου της εταιρείας SONAK, Θ. Λιακούνάκου και του διευθύνοντος συμβούλου, Ηλία Αρκουμανέα, αφορά στο κακουργηματικού χαρακτήρα αδίκημα της ηθικής αυτουργίας στην απιστία.
Ο πρώην υπουργός είχε καταθέσει σειρά αγωγών εναντίον της εφημερίδας, διεκδικώντας 1 εκατ. ευρώ για δημοσίευμα τον Μάιο του 2014, το οποίο αποκάλυπτε το 1,3 εκατ. ευρώ που ήρθε στο φως μέσω της λίστας Λαγκάρντ. Το δικαστήριο αναγνώρισε την εγκυρότητα του δημοσιεύματος επιδίκασε ωστόσο 11.175 ευρώ στον πρώην υπουργό επειδή αναγραφόταν η διεύθυνση κατοικίας του.
Ο κ. Παπαντωνίου θέλησε να εισπράξει από την πρώτη ημέρα με τη δέσμευση του λογαριασμού της εφημερίδας Real News.
Μετά από αυτό ο Νίκος Χατζηνικολάου εξαπέλυσε σκληρή επίθεση εναντίον του Γιάννου Παπαντωνίου:
https://youtu.be/jY1sCTf7RtM
Ποινή στο ζεύγος Παπαντωνίου για το Πόθεν Έσχες
Όμως δεν είναι το μοναδικό… “αμάρτημα” για τον Γιάννο Παπαντωνίου.
Πρόσφατα το Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου επικύρωσε την ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών που είχε επιβληθεί στον πρώην υπουργό Γιάννο Παπαντωνίου και στη σύζυγό του, Σταυρούλα Κουράκου, για ανακριβή δήλωση πόθεν έσχες του οικονομικού έτους 2009.
Η ποινή ήταν μετατρέψιμη προς δέκα ευρώ ημερησίως, ενώ στο ζεύγος έχει επιδικαστεί και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης του ελληνικού Δημοσίου, το οποίο έχει δηλώσει παράσταση πολιτικής αγωγής στην υπόθεση, ύψους 20.000 ευρώ για τον καθένα.
Συγκεκριμένα, το ζεύγος Παπαντωνίου καταδικάστηκε λόγω της ανακριβούς δήλωσης πόθεν έσχες του έτους 2009, καθώς δεν είχε συμπεριλάβει στη δήλωση πόθεν έσχες την κατάθεση της Σταυρούλας Κουράκου στην τράπεζα HSBC στην Ελβετία η οποία αποκαλύφθηκε μέσω της λίστας Λαγκάρντ η οποία ανερχόταν στο ποσό των 1.311.000 ευρώ.
Το Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου απέρριψαν ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς του ζεύγους Παπαντωνίου με τους οποίους ζητούσαν να αναιρεθεί η εφετειακή απόφαση.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ, koutipandoras.gr