Για πρώτη φορά φέτος η επιβολή της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης θα υπολογίζεται όχι μόνο με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης αλλά και με βάση τα τεκμήρια απόκτησης περιουσιακών στοιχείων.
Το αποτέλεσμα θα είναι να πληθύνουν φέτος σημαντικά οι περιπτώσεις φορολογουμένων που λόγω πληρωμής σημαντικού ύψους ποσών για την εξόφληση δανείων και καρτών εντός του 2016, θα επιβαρύνονται με Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης επί των «φουσκωμένων» τεκμαρτών εισοδημάτων και όχι επί των πολύ πιο χαμηλών πραγματικών που έχουν δηλώσει!
Στην ουσία εκατοντάδες χιλιάδες φορολογούμενοι που πλήρωσαν πέρυσι ποσά για να εξοφλήσουν δάνεια και πιστωτικές κάρτες θα δουν την Ειδική Εισφοράς Αλληλεγγύης που θα αναγράφουν τα εκκαθαριστικά σημειώματα των φορολογικών τους δηλώσεων να εκτινάσσεται στα ύψη, λόγω του υπολογισμού της επί σημαντικά αυξημένων ποσών τεκμαρτού εισοδήματος.
Τι φέρνει η μείωση αφορολόγητου από το 2020
Βάζοντας στην εξίσωση, τη μείωση του πρώτου φορολογικού συντελεστή στο 20% το ΥΠΟΙΚ επιχειρεί να… απαλύνει την επιβάρυνση που θα φέρει η μείωση του αφορολόγητου από το 2020.
Σήμερα η έκπτωση φόρου (για άτεκνους) είναι 1.900 ευρώ και με δεδομένο ότι ο πρώτος συντελεστής της κλίμακας είναι 22%, προκύπτει έμμεσο αφορολόγητο 8.636 ευρώ για εισοδήματα που δεν ξεπερνούν τις 20.000 ευρώ.
Με βάση τη συμφωνία της Μάλτας για να μπουν στα κρατικά ταμεία 1,8 δις ευρώ «καθαρά» έσοδα από τη μείωση του αφορολογήτου, η έκπτωση φόρου θα περιοριστεί στα 1.240- 1.260 ευρώ, κάτι που σημαίνει πολύ απλά ότι με συντελεστή 22% διαμορφώνεται έμμεσο αφορολόγητο 5.636- 5.727 ευρώ.
Επειδή μαζί με τη μείωση της έκπτωσης φόρου θα ψηφιστεί και η μείωση του πρώτου συντελεστή στο 20%, το έμμεσο αφορολόγητο που θα προκύψει θα είναι στα επίπεδα των 6.200- 6.300 ευρώ.
Παρά ταύτα θα προκύψουν επιβαρύνσεις και μάλιστα σημαντικές, ειδικά για τα χαμηλά εισοδήματα που δεν ξεπερνάνε τις 12.000 ευρώ. Κι αυτό γιατί εκτός του ότι θα πληρώσουν φόρο ή μεγαλύτερο φόρο εισοδήματος απ’ όσο σήμερα, δεν θα έχουν το παραμικρό όφελος από το μηδενισμό της έκτακτης εισφοράς, που επίσης συμπεριλαμβάνεται στα αντίμετρα και αφορά στα εισοδήματα 12.000- 20.000 ευρώ. Είναι ενδεικτικό της στρέβλωσης που προκαλείται ότι η συνολική επιβάρυνση (φόρος και έκτακτη εισφορά) κλιμακώνεται ως τα 480 ευρώ για εισοδήματα 9.000 ευρώ, γίνεται μια οριακή αποκλιμάκωση στα 420 ευρώ για εισοδήματα 12.000 ευρώ και μόνο από εκεί και πάνω η μείωση των νέων επιβαρύνσεων είναι ταχύτερη, καταλήγοντας στα 84 ευρώ για εισοδήματα 20.000 ευρώ.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα μισθωτού με ετήσιο εισόδημα 10.000 ευρώ. Σήμερα επιβαρύνεται με φόρο εισοδήματος 300 ευρώ και απαλλάσσεται πλήρως από την έκτακτη εισφορά. Με τη «βύθιση» του αφορολογήτου στις 5.636 ευρώ ο φόρος του ανεβαίνει στα 960 ευρώ, με αποτέλεσμα να σηκώνει επιπλέον «βάρος» 660 ευρώ! Αν τελικά ενεργοποιηθεί η μείωση του συντελεστή στο 20%, ο φόρος εισοδήματος του θα διαμορφωθεί στα 760 ευρώ, ενώ δεν θα έχει απολύτως κανένα όφελος από το μηδενισμό της έκτακτης εισφοράς στα άνω των 12.000 ευρώ εισοδήματα, κάτι που σημαίνει ότι προκύπτει επιβάρυνση 460 ευρώ.
Για να αντιμετωπίσει αυτήν τη στρέβλωση το υπουργείο Οικονομικών δεν αποκλείεται να ξεκινήσει το «σβήσιμο» της έκπτωσης φόρου από πιο χαμηλά π.χ. από τις 18.000 ή τις 15.000 ευρώ. Σήμερα, η έκπτωση των 1.900 ευρώ (άρα και το έμμεσο αφορολόγητο των 8.636 ευρώ) είναι ακέραιη για εισοδήματα ως 20.000 ευρώ, ενώ από εκεί και πάνω, η έκπτωση φόρου «σβήνει» κατά 10 ευρώ ανά 1.000 ευρώ επιπλέον εισοδήματος.
ΠΗΓΗ: Ελεύθερος Τύπος, iefimerida.gr