Με δεδομένη την αρνητική απάντηση της κυβέρνησης στις κρίσιμες παρατηρήσεις της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, το αποτελέσμα του νόμου, που περίμενε η αγορά και οι τράπεζες για περισσότερο από δύο χρόνια, τίθεται εν αμφιβόλω.
Οι προειδοποιήσεις του προέδρου της ΕΕΤ, Νικόλα Καραμούζη για τα σημεία που χρήζουν διόρθωσης και τα οποία απέρριψε ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Δημήτρης Παπαδημητρίου, αφορούν όχι μόνο στην αποτελεσματικότητα του νόμου, αλλά και στην ευκαιρία και στον πολύτιμο χρόνο που θα χαθεί.
«Αν οι κομβικές παρατηρήσεις της ΕΕΤ δεν ληφθούν υπόψη στην τελική κατάρτιση του νομοσχεδίου, ο εξωδικαστικός συμβιβασμός δεν θα επιτελέσει την αποστολή του, και πολύ σύντομα θα πρέπει να αντικατασταθεί ή να τροποποιηθεί, και μέχρι αυτό να συμβεί θα έχει χαθεί μια μεγάλη ευκαιρία και πολύτιμος χρόνος.
Ενδεχομένως δε, να δημιουργηθούν μη αναστρέψιμες καταστάσεις στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, επεσήμανε ο κ. Καραμούζης, μιλώντας χθες στη Διαρκή Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, όπου έχει τεθεί υπό επεξεργασία το σχέδιο νόμου για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό.
«Παράλληλα, είναι φανερό ότι όσο δεν αντιμετωπίζονται τα “κόκκινα δάνεια” τόσο γίνεται δυσκολότερη η χρηματοδότηση της οικονομίας από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Γι’ αυτό πρέπει να ενισχύσουμε την εμπιστοσύνη στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα με ένα νομοσχέδιο το οποίο θα γίνεται αποδεκτό από τις τράπεζες, από τις αγορές, και θα προσφέρει μια δεύτερη ευκαιρία στις επιχειρήσεις να επανέλθουν στο επιχειρείν», είπε ο πρόεδρος της ΕΕΤ.
Τα προβληματικά σημεία
Στον νόμο εντάσσονται πέρα από τις επιχειρηματικές και ατομικές οφειλές των επιχειρήσεων, όπως στεγαστικά ή προσωπικά δάνεια. «Για τις ατομικές οφειλές υπάρχουν αρκετά τραπεζικά προϊόντα σε διμερή βάση. Το κέντρο βάρος του νόμου πρέπει να είναι η διαφύλαξη της επιχειρηματικότητας», είπε ο πρόεδρος της ΕΕΤ.
Ο καθορισμός του ελάχιστου ύψους οφειλών στις 20.000 ευρώ, μπορεί να επιβαρύνει υπέρμετρα το σύστημα από τη μεγάλη προσέλευση στις τράπεζες.
Η δικαστική επικύρωση στο τέλος της διαδικασίας θα επιβαρύνει την όλη διαδικασία κατά 18 μήνες, σύμφωνα με τον κ. Καραμούζη και όχι κατά 5 μήνες όπως επισημαίνεται στο σχέδιο νόμου.
Η ηλεκτρονική εφαρμογή του συστήματος αιτήσεων πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή την ίδια μέρα που θα αρχίσει να ισχύει ο νόμος και να μην υποβληθεί ούτε μια αίτηση γραπτά. Υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις που θα υποβάλουν αίτηση, και με γραπτές αιτήσεις θα δημιουργηθεί τεράστια γραφειοκρατία που θα υπονομεύσει το νόμο.
Η αναστολή που προβλέπεται από την υποβολή της αιτήσεως μέχρι την έκδοση δικαστικής απόφασης, και αφορά τον κώδικα δεοντολογίας της ΤτΕ, πρέπει να καταργηθεί διότι η αναστολή θα ευνοήσει τη δημιουργία περαιτέρω οφειλών και στρατηγικών κακοπληρωτών.