Σε μία από τις πολλές βιογραφίες του στρατηγού της Συνομοσπονδίας Ρόμπερτ Ε. Λι (1807-1870), υπάρχει μια παρατήρηση του ιστορικού που τη συνέγραψε, η οποία προκαλεί αίσθηση: «Δεν υπάρχει ίσως στην παγκόσμια ιστορία, κάποιος άλλος στρατηγός που καίτοι απέτυχε τόσο συχνά στις μάχες, να έχει κερδίσει ωστόσο τέτοιον σεβασμό».
Η φράση τούτη καταδεικνύει το μέγεθος του αναθεωρητισμού που περιβάλλει αυτήν την πολωτική προσωπικότητα, που ενσαρκώνει ο αρχιστράτηγος της Συνομοσπονδίας κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου: για κάποιους, ο Λι αποτελεί μία ιστορική εικόνα του Αμερικανικού Νότου, ενώ για άλλους ορθώνεται ως ένα σύμβολο της δουλείας των μαύρων.
Πάνω από ενάμιση αιώνα αργότερα, ο Λι βρίσκεται πάλι στο επίκεντρο των φυλετικών ταραχών στης Σαρλότσβιλ, της Βιρτζίνιας. Το Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης ψήφισε τον Φεβρουάριο υπέρ της απομάκρυνσης του αγάλματος του στρατηγού, που είχε ανεγερθεί το 1924, θεωρώντας πως η ύπαρξή του διαιωνίζει τον διχασμό και προέβη επίσης και στη μετονομασία του πάρκου στο οποίο βρίσκεται στημένο. Έκτοτε, η μετεγκατάσταση του μνημείου έχει αναστείλει προσωρινά από τη δικαιοσύνη, ενώ έχουν πληθύνει οι ένθερμες διαμαρτυρίες της από τους ακροδεξιούς κύκλους. Το περασμένο Σάββατο, δεκάδες υπέρμαχοι της «υπεροχής της λευκής φυλής» διαδήλωσαν στην πόλη, και οι συγκρούσεις που σημειώθηκαν με αντιφασιστικές και ομάδες μαύρων διαδηλωτών, κατέληξαν στο θλιβερό επεισόδιο με τον Νεοναζί, που με το αυτοκίνητό του έπεσε πάνω στους αντιδιαδηλωτές, σκοτώνοντας ένα άτομο.
Ο Λι, ήταν γιος ενός ήρωα του Πολέμου της Ανεξαρτησίας και από πολύ νέος είχε δώσει λαμπρά δείγματα της στρατιωτικής του δεινότητας. Αποφοίτησε με άριστα από τη φημισμένη στρατιωτική ακαδημία του Ουέστ Πόιντ και συμμετείχε δραστήρια σε αρκετές μεγάλες μάχες του πολέμου μεταξύ των ΗΠΑ και του Μεξικού. Τις παραμονές του Εμφυλίου Πολέμου, το 1861, ζητήθηκε από τον Λι να οδηγήσει τις δυνάμεις της Ένωσης, αλλά εκείνος αρνήθηκε διότι δεν ήθελε να πολεμήσει ενάντια στην γενέτειρά του Πολιτεία της Βιρτζίνια, που ήταν μέλος της Συνομοσπονδίας του Νότου.
Μετά την παραίτησή του από τον αμερικανικό στρατό, ο Λι συμφώνησε να διοικήσει ένα τμήμα από τις δυνάμεις της Συνομοσπονδίας. Οι ιστορικοί συμφωνούν πως ναι μεν ο Λι είχε στρατηγικές ικανότητες, αλλά την ίδια στιγμή διέπραξε σοβαρά λάθη τακτικής, που διευκόλυναν τη νίκη των στρατευμάτων της Ένωσης το 1865.
Όσο απομακρυνόταν η αλγεινή ανάμνηση του πολέμου μεταξύ Βορρά και Νότου, τόσο η δημόσια εικόνα του Λι αποκαθίστατο, καθώς ο Αμερικανικός Νότος είχε ανάγκη να οικοδομήσει τους δικούς του μύθους. Η εικόνα του στρατηγού άρχισε να κερδίζει μεγάλη δημοτικότητα, ειδικά στις αρχές του Εικοστού Αιώνα, όταν στο συλλογικό φαντασιακό του Νότου εμπεδώθηκε η ρομαντική ιδέα της προδιαγεγραμμένης ήττας σε έναν πόλεμο για έναν «χαμένο σκοπό». Η Συνομοσπονδία ανεξαρτητοποιήθηκε από την Ένωση και πολέμησε μολονότι γνώριζε καλά πως ήταν σε στρατιωτικά μειονεκτικότερη θέση από τις βόρειες Πολιτείες. Επίσης, επικράτησε η αντίληψη πως ο Νότος δεν αγωνίσθηκε για να διατηρηθεί η δουλεία στις ΗΠΑ, αλλά πάλεψε για κάποια υψηλά συνταγματικά ιδανικά της ανεξαρτησίας του.
Είναι συνηθισμένο, ειδικά στις νότιες Πολιτείες των ΗΠΑ, να ονομάζονται σχολεία, δρόμοι και να αναγείρονται αγάλματα προς τιμήν του Λι ως ήρωα του Εμφυλίου Πολέμου. Υπάρχουν περίπου 718 μνημεία προς τιμήν της Συνομοσπονδίας του Νότου, όπως υπολογίζει το Κέντρο Souther Poverty Law, μια οργάνωση μελέτης των ακραίων ομάδων. Υπάρχουν επίσης 109 δημόσια σχολεία που φέρουν το όνομα του Λι, του Προέδρου της Συνομοσπονδίας Τζέφερσον Ντέιβις, ή άλλων προβεβλημένων προσωπικοτήτων του Νότου στον Αμερικανικό Εμφύλιο.
Ωστόσο , ο μύθος του Λι τελευταία έχει πέσει σε δυσμένεια, λόγω των τάσεων των σύγχρονων ιστορικο-πολιτικών αναλύσεων, αλλά και των αυξανόμενων κινητοποιήσεων των τελευταίων ετών για τα δικαιώματα των Αφροαμερικανών και των Λατίνων στις ΗΠΑ.
Η στάση που τήρησε ο Λι στον πόλεμο ως ιδιοκτήτης σκλάβων, ιδιαίτερα η οικογένεια της συζύγου του, είναι διαβόητη. Οι ειδικοί μελετητές τονίζουν πως τα έγγραφα από την περίοδο εκείνη αποκαλύπτουν ότι ο Λι ήταν ιδιαίτερα σκληρός αφέντης απέναντι στους σκλάβους του και ενθάρρυνε οποιαδήποτε κατάχρηση εξουσίας επάνω τους. Έναν σκλάβος τον χαρακτήριζε ως «τον χειρότερο άνθρωπο» που είχε δει ποτέ του. Οι υπερασπιστές του επικαλούνται μία επιστολή που είχε γράψει το 1865 στη σύζυγό του, χαρακτηρίζοντας τη δουλεία ως ένα «κακό ηθικά και πολιτικά». Αλλά επίσης ήταν ο Λι εκείνος που υποστήριζε ότι το μέλλον των σκλάβων εξαρτάται από τον Θεό και πως αυτοί ζουν καλλίτερα στις ΗΠΑ από ότι στην Αφρική.
Η αυξανόμενη αμφισβήτηση της εικόνας του Λι οφείλεται στο γεγονός ότι οι υπέρμαχοι της «υπεροχής της λευκής φυλής» , συμπεριλαμβανομένων των δραστών ρατσιστικών δολοφονιών, ολοένα και περισσότερο καταφεύγουν στη συμβολογία της Συνομοσπονδίας. Επίσης τα σύμβολα του Νότου επιστρατεύονται και στον δημόσιο διάλογο τα τελευταία χρόνια στις ΗΠΑ για τη δράση και τις μεθόδους της αστυνομίας απέναντι στις μειονότητες και για τις προκαταλήψεις στην απονομή δικαιοσύνης σε μέλη των φυλετικών αυτών μειονοτήτων. Κατά τον ίδιο τρόπο έχουν πληθύνει οι εκστρατείες για την απομάκρυνση αγαλμάτων του στρατηγού, όπως συνέβη στη Νέα Ορλεάνη το 2015, όπως και για την αποκαθήλωση ρατσιστικών εμβλημάτων της «λευκής υπεροχής» από τα Πανεπιστήμια.