Άγρυπνοι στις αυλές των σπιτιών τους παρέμεναν μέχρι αργά τη νύχτα αρκετοί κάτοικοι και ιδιοκτήτες εξοχικών στη Μόλα Καλύβα, στο πρώτο «πόδι» της Χαλκιδικής, μετά την μεγάλη φωτιά που ξέσπασε στην περιοχή, με τις πύρινες «γλώσσες» να φτάνουν μέχρι τον ομώνυμο οικισμό. Την ίδια ώρα, ολονύχτια προβλέπεται η μάχη των επίγειων δυνάμεων πυρόσβεσης για να σβήσουν τις δεκάδες, διάσπαρτες, εστίες φωτιάς που εξακολουθούν να κατακαίνε το πευκοδάσος στην Κασσάνδρα.
Η εικόνα αργά το βράδυ της Παρασκευής ήταν πολύ καλύτερη σε σχέση με τις προηγούμενες ώρες, όταν η πυρκαγιά μαινόταν ανεξέλεγκτη. Σ’ αυτό βοήθησε το γεγονός ότι κόπασαν οι ισχυροί άνεμοι που έπνεαν από νωρίς και ενίσχυαν το μέτωπο της πυρκαγιάς που κατευθυνόταν προς το Κασσανδρινό. Αξιωματικοί της Πυροσβεστικής εμφανίζονταν συγκρατημένα αισιόδοξοι για την επιχείρηση της κατάσβεσης, με την προϋπόθεση ότι δεν θα φυσήξουν ισχυροί άνεμοι κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Παρότι το μέγεθος της καταστροφής δεν μπορεί να αποτιμηθεί ακόμη και θα φανεί με το πρώτο φως της ημέρας όταν σβήσει και η τελευταία εστία φωτιάς, ο μέχρι στιγμής ανεπίσημος απολογισμός αναφέρει ότι από την πυρκαγιά καταστράφηκαν τουλάχιστον δύο σπίτια στην περιοχή της Μόλα Καλύβα, ενώ μεγάλες εκτιμάται ότι είναι οι καμένες εκτάσεις στο πευκοδάσος της περιοχής. Ζημιές φαίνεται ακόμη να προκλήθηκαν σε εκατοντάδες ελαιόδεντρα.
«Ήταν φρίκη. Πάθαμε σοκ. Νιώσαμε εγκλωβισμένοι. Η πρώτη σκέψη ήταν να μαζέψουμε τα απολύτως απαραίτητα σε περίπτωση που θα έπρεπε να εκκενωθεί ο οικισμός» περιέγραψε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Πανδώρα Κουγκαριώτου, ιδιοκτήτρια επιχείρησης στην Μόλα Καλύβα, τις πρώτες στιγμές μετά την εκδήλωση της φωτιάς.
Από την πλευρά του, ο Σωτήρης Χρηστοφορίδης, ιδιοκτήτης ενοικιαζόμενων δωματίων, ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι μέσα σε μόλις λίγα λεπτά είδε το δάσος να «λαμπαδιάζει» και να «παραδίδεται στις φλόγες». Ο ίδιος επισήμανε ότι τα κουκουνάρια από το πευκοδάσος «έσκαγαν σαν βόμβες δημιουργώντας συνεχώς νέες εστίες φωτιάς». «Χωρίς δεύτερη σκέψη σπεύσαμε με ό,τι μέσα διαθέταμε να βοηθήσουμε στην κατάσβεση», πρόσθεσε.
Με λάστιχα κάτοικοι του οικισμού επιχειρούσαν να βρέξουν τις αυλές των σπιτιών τους, την ίδια ώρα που πυκνοί μαύροι καπνοί κύκλωσαν τον οικισμό και η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική. Στο άκουσμα της μεγάλης φωτιάς αρκετοί ιδιοκτήτες εξοχικών κατοικιών, που μετά το πέρας της θερινής σεζόν είχαν επιστρέψει στους τόπους μόνιμης διαμονής τους, έσπευσαν στην Μόλα Καλύβα για να σώσουν τις περιουσίες τους.
Η περιοχή –τουριστικός προορισμός– ακόμη και τώρα, στα τέλη Σεπτεμβρίου, συγκεντρώνει ικανοποιητικό αριθμό ξένων επισκεπτών. Για πολλούς εξ αυτών, όπως τόνισαν, η πυρκαγιά ήταν μία πρωτόγνωρη εμπειρία, αλλά δεν τους εξώθησε να διακόψουν την παραθέρισή τους.
Άπαντες, ντόπιοι και ξένοι, εξήραν την έγκαιρη κινητοποίηση της Πυροσβεστικής, χωρίς την οποία όπως είπαν η κατάσταση θα ήταν πολύ χειρότερη. Από την πρώτη στιγμή δεκάδες πυροσβέστες με υδροφόρα οχήματα μετέβησαν στην φλεγόμενη περιοχή, ενώ τρία αεροσκάφη κι ένα ελικόπτερο έκαναν συνεχώς ρίψεις νερού μέχρι να πέσει το σκοτάδι. Εξάλλου, σκαπτικά μηχανήματα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης κινητοποιήθηκαν άμεσα συνδράμοντας στο έργο της πυρόσβεσης και αρκετοί ήταν οι εθελοντές που ρίχθηκαν στη μάχη με τις φλόγες.
Τα αίτια που προκάλεσαν την πυρκαγιά ερευνώνται εάν και κάποιοι έσπευσαν να μιλήσουν για ανθρώπινο παράγοντα. «Εάν επρόκειτο για εμπρησμό, ο υπαίτιος θα πρέπει να εντοπιστεί και να τιμωρηθεί σκληρά» ανέφερε ο βουλγαρικής καταγωγής Γκεόργκι Βίγιατσεφ, που διατηρεί διαμέρισμα στην περιοχή και όπου κάνει κάθε καλοκαίρι τις διακοπές του. Καθώς επέστρεφε το βράδυ στο σπίτι του, προέβλεψε ότι «δύσκολα θα κλείσει μάτι τη νύχτα» και το πιθανότερο είναι «να κοιμηθεί σε βάρδιες με τη σύζυγό του».