“Μεγάλη πρόοδο” διαπιστώνει για την Ελλάδα ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρέγκλινγκ, και κάνει λόγο για ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας, άνθηση του τουρισμού, αύξηση των εξαγωγών κι ανάπτυξη ύψους 2,5%, ενώ εκτιμά πως στο τέλος του προγράμματος, εάν υπάρχει ανάγκη, ενδέχεται να δοθούν νέες ελαφρύνσεις σε ό,τι αφορά το χρέος.
“Η Ελλάδα είναι η τελευταία χώρα για την οποία υπάρχει ακόμη σε εξέλιξη στήριξη. Το πρόγραμμα θα διαρκέσει μέχρι τον Αύγουστο, γιατί υπάρχουν ακόμα πράγματα να γίνουν στην Ελλάδα. Αλλά κι εκεί υπάρχει μεγάλη πρόοδος. Το 2009 η Ελλάδα είχε το υψηλότερο δημοσιονομικό έλλειμμα, πάνω από 15% του ΑΕΠ. Το 2016 υπήρχε στην Ελλάδα ισοσκελισμένος προϋπολογισμός (‘μαύρο μηδέν’) – όπως στη Γερμανία”, δηλώνει ο κ. Ρέγκλινγκ σε συνέντευξη που παραχωρεί στην “Augsburger Allgemeine Zeitung” και, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το αν η ανάκαμψη στην Ελλάδα είναι βιώσιμη, επισημαίνει ότι υπάρχουν ακόμη πράγματα να γίνουν, αλλά “η πρόοδος είναι ισχυρή”: “Η Ελλάδα έχει ανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της. Οι μισθοί και οι συντάξεις έχουν μειωθεί κατά 20-40%. Αυτό οδηγεί σε μείωση των τιμών, ώστε η χώρα να είναι και πάλι ανταγωνιστική. Ακόμα και το έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώνεται. Διότι δεν ανθεί μόνο ο Τουρισμός, αλλά αυξάνονται και οι εξαγωγές. Η πρόοδος είναι σαφής και βιώσιμη. Αυτή τη χρονιά αναμένεται ανάπτυξη 2,5%”, δηλώνει.
Ο κ. Ρέγκλινγκ υποδεικνύει τη Διοίκηση ως τον τομέα στον οποίο πρέπει ακόμη να βελτιωθεί η κατάσταση και αναφέρεται συγκεκριμένα στην φορολογική διοίκηση και στο νομικό σύστημα. “Η Διοίκηση είναι ακόμα αδύναμη, π.χ. η φορολογική διοίκηση. Υπάρχουν προβλήματα στο νομικό σύστημα. Πρέπει να γίνουν περαιτέρω ιδιωτικοποιήσεις και να μεταρρυθμιστεί το Δημόσιο. Θα ήταν κρίμα να σταματήσει εδώ η μέχρι τώρα πρόοδος με το τέλος του προγράμματος”, λέει χαρακτηριστικά, ενώ, σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο μιας περαιτέρω περικοπής του ελληνικού χρέους, επισημαίνει ότι η Ελλάδα είχε ήδη “μεγάλες ελαφρύνσεις” και αναφέρεται στην περικοπή χρέους άνω του 50% που δέχθηκαν το 2012 οι ιδιώτες πιστωτές, διευκρινίζοντας ταυτόχρονα ότι οι δημόσιοι πιστωτές δεν δέχονται “κούρεμα” χρέους. “Αντ’ αυτού χορηγείται μια συμφέρουσα χρηματοδότηση, χωρίς κόστος για τον φορολογούμενο στη Γερμανία. Υπάρχουν σκέψεις μήπως στο τέλος του προγράμματος καταστούν για ακόμα μια φορά αναγκαίες ελαφρύνσεις, π.χ. μεγαλύτερος χρόνος αποπληρωμής. Όλα αυτά όμως δεν συνιστούν άφεση του χρέους”, τονίζει ο κ. Ρέγκλινγκ.
Ο επικεφαλής του EMΣ εμφανίζεται πάντως απολύτως πεπεισμένος ότι ο Μηχανισμός θα πάρει πίσω τα δάνεια ύψους 273 δισεκατομμυρίων ευρώ που έχει χορηγήσει για τα προγράμματα διάσωσης. Αναγνωρίζει ότι στην Γερμανία υπάρχει για αυτό μεγάλος σκεπτικισμός, αλλά αναφέρεται στο παράδειγμα της Ισπανίας, για την οποία γερμανοί καθηγητές προέβλεπαν ότι δεν θα αποπληρώσει ποτέ τα δάνειά της και καταλήγει: “Αυτό ήταν ανοησία. Τα δάνεια εξυπηρετούνται και οι τόκοι καταβάλλονται. Η Ισπανία ήδη εξοφλεί νωρίτερα το δάνειό της”.
Σε ό,τι αφορά τον μελλοντικό ρόλο του ΕΜΣ, όταν δεν θα υπάρχουν σε εξέλιξη προγράμματα στήριξης, ο κ. Ρέγκλινγκ θεωρεί σημαντικό να υπάρχει μακροπρόθεσμα ένας μηχανισμός αντιμετώπισης κρίσεων, διότι το οικονομικό μας σύστημα περνάει κατά διαστήματα κρίσεις. “Το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή γίναμε περιττοί, είναι καλό. Αυτός ήταν ο σκοπός. O ΕΜΣ όμως έχει δημιουργηθεί ως μόνιμος θεσμός. Υπάρχει σχετικά με αυτό μια συζήτηση εάν θα πρέπει να αναλάβει επιπλέον αρμοδιότητες κατά την εμβάθυνση της Νομισματικής Ένωσης. Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης είναι στην πλειοψηφία τους της άποψης ότι μελλοντικά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο ΕΜΣ θα πρέπει να σχεδιάζουν και να διαπραγματεύονται από κοινού προγράμματα μεταρρυθμίσεων για ένα κράτος-μέλος, εάν αυτό είναι απαραίτητο”, δηλώνει ο Κλάους Ρέγκλινγκ και, απαντώντας σε ερώτηση εάν ο Μηχανισμός θα πρέπει, εκτός από το να δίνει χρήματα, να προσφέρει συμβουλές και να προτείνει μεταρρυθμίσεις, αναφέρεται στο παράδειγμα της Ελλάδας: “Στην πράξη αυτό θα ήταν συνδεδεμένο για μας με μια νέα εντολή. Στην Ελλάδα όμως εξελιχθήκαμε σε αυτόν τον ρόλο. Δεν βρίσκονται επιτόπου μόνο η τρόικα της ΕΕ, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ, αλλά και ο ΕΜΣ. Η τρόικα εξελίχθηκε σε κουαρτέτο”, εξηγεί και εκτιμά ότι θα ήταν λογικό ο ΕΜΣ να αποκτούσε έναν ισχυρότερο ρόλο, καθώς από τη μια πλευρά το ΔΝΤ φαίνεται να αποσύρεται δυναμικά από την Ευρώπη και από την άλλη η Ευρώπη πρέπει να είναι προετοιμασμένη, για το ενδεχόμενο άλλης μιας κρίσης. Ο κ. Ρέγκλινγκ ωστόσο δεν βλέπει την εξέλιξη του ΕΜΣ σε ευρωπαϊκό νομισματικό ταμείο, όπως το ΔΝΤ, με 2500 υπαλλήλους. “Το ΔΝΤ είναι αρμόδιο για όλον τον κόσμο και για αυτό πολύ μεγαλύτερο. Επιπλέον, ο ΕΜΣ έχει ως εταίρο την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία επιβλέπει σήμερα την οικονομική και δημοσιονομική πολιτική των χωρών και υποβάλλει προτάσεις. Οι αρμοδιότητες της Επιτροπής ρυθμίζονται από τις Συνθήκες της ΕΕ και έτσι θα παραμείνουν”, τονίζει και σημειώνει ότι ο ΕΜΣ θα μπορούσε να αναλάβει έναν ρόλο όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, η οποία αναφέρεται ρητά στις Συνθήκες, αλλά είναι σχετικά ανεξάρτητη από την Επιτροπή και ελέγχεται κυρίως από τα κράτη-μέλη.
Επιπλέον χρήματα πάντως δεν θα χρειαστεί ο ΕΜΣ, λέει ο Κλάους Ρέγκλινγκ, καθώς διαθέτει ήδη αδιάθετες πιστώσεις ύψους 400 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Αναφερόμενος στις προτάσεις του Γάλλου Προέδρου Μακρόν για τον ορισμό υπουργού Οικονομικών της Ευρωζώνης, ο κ. Ρέγκλινγκ θεωρεί ότι δεν αποτελεί αυτή τη στιγμή προτεραιότητα, αλλά θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ποιες αρμοδιότητες θα μπορούσε να έχει. “Θα συμμετείχε σίγουρα στο Eurogroup και στο Εποπτικό Συμβούλιο του ΕΜΣ. Θα εκπροσωπούσε διεθνώς τον ευρω-χώρο. Το αποφασιστικό ερώτημα όμως θα είναι εάν ο ευρω-χώρος θα αποκτήσει έναν κοινό προϋπολογισμό και σε αυτό το θέμα δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ομοφωνία”, επισημαίνει. Σε ό,τι αφορά δε την εξασφάλιση των καταθέσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο κ. Ρέγκλινγκ απορρίπτει την υπόθεση ότι οι Γερμανοί αποταμιευτές θα κληθούν να πληρώσουν για άλλους και τονίζει ότι το σύστημα θα είναι προς το συμφέρον και των Γερμανών, καθώς από τη μία πλευρά τα ευρωπαϊκά προγράμματα διάσωσης θα είναι μικρότερα, ενώ δεν αποκλείεται κάποια στιγμή να επωφεληθεί και ο Γερμανός αποταμιευτής από μια τέτοια εξασφάλιση.
Καταλήγοντας, ο κ. Ρέγκλινγκ ερωτάται σχετικά με το αν είναι πράγματι σωστή η διατήρηση της συνοχής της Ευρώπης, καθώς πολλά δεξιά και λαϊκιστικά κόμματα στην Ευρώπη υποστηρίζουν τον διαχωρισμό. “Υπάρχουν περισσότερα λαϊκιστικά κόμματα από ό,τι παλαιότερα. Και στην Γερμανία επίσης. Αυτό είναι ανησυχητικό. Υπάρχει όμως και η μεγαλύτερη στήριξη στο ευρώ από το 2004. Αυτό είναι ευχάριστο. Νομίζω ότι θεωρείται πως η Ευρώπη σε συγκεκριμένους τομείς πρέπει να κάνει περισσότερα: στην κοινή φύλαξη των συνόρων, στην προστασία του κλίματος, στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, αλλά και σε ό,τι αφορά μια λειτουργούσα νομισματική ένωση. Σε θέματα δηλαδή που δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν μόνα τους τα κράτη”, αναφέρει.