Με άρθρο του στο capital.gr ο τομεάρχης Εξωτερικών της Ν.Δ Γιώργος Κουμουτσάκος διατυπώνει τη θέση ότι η Τουρκία δεν είναι μια “νευρική δύναμη” (όπως την αποκαλεί ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς) αλλά λειτουργεί βάσει σχεδίου.
Διαβάστε το άρθρο του κ. Κουμουτσάκου:
H Τουρκία ασκεί αυξημένη πίεση σε όλα τα μέτωπα σε Ελλάδα και Κύπρο. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Δεν είναι θέμα παροδικής νευρικότητας. Οφείλεται στο γεγονός ότι η Τουρκία βλέπει να κινδυνεύει το σύνολο των μακροχρόνιων σχεδιασμών της αναφορικά με την Ανατολική Μεσόγειο.
Γιατί; Διότι το – ρεαλιστικό – ενδεχόμενο εντοπισμού και εκμετάλλευσης ενός μεγάλου κοιτάσματος τύπου Zohr στην κυπριακή ΑΟΖ από δυτικές πετρελαϊκές εταιρίες θα ανατρέψει τα σχέδια της Τουρκίας για ανάδειξή της σε ενεργειακή “στρόφιγγα” που θα ελέγχει τη ροή της ενέργειας προς την ΕΕ.
Πράγματι, η εκμετάλλευση ενός μεγάλου κυπριακού κοιτάσματος σε συνδυασμό με αυτά που ήδη εντοπίσθηκαν στην Αίγυπτο και το Ισραήλ, θα συμβάλλει αποφασιστικά στην ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ.
Επομένως το θέμα δεν είναι ούτε κυπριακό, ούτε ελληνικό. Είναι ευρωπαϊκό και διεθνές.
Παράλληλα, η διπλωματική θέση της Κύπρου στις συνομιλίες για την επανένωση του νησιού θα ενισχυθεί. H θέση της Ελλάδας ως συνδετικού κρίκου μεταξύ Κύπρου, Αιγύπτου και Ισραήλ με την ΕΕ θα αναβαθμισθεί, ενώ, μεσοπρόθεσμα, οι ισορροπίες στην εκμετάλλευση των πόρων του Αιγαίου θα επηρεασθούν επίσης υπέρ της Ελλάδας.
Το διακύβευμα λοιπόν για την Τουρκία είναι τεράστιο. Όχι μόνον κινδυνεύει να μην καταστεί ο ρυθμιστής της ροής ενέργειας προς την Ευρώπη, αλλά και να υποστούν σοβαρό πλήγμα οι δυνατότητές της να πετύχει την “φινλανδοποίηση” ολόκληρης της λεκάνης της Ανατολικής Μεσογείου, δηλαδή να επιβάλει τις θέσεις της στα αμέσως γειτονικά της κράτη της περιοχής, όχι μόνο σε θέματα ενέργειας, αλλά και σε ευρύτερα θέματα πολιτικής.
Η Τουρκία δοκιμάζει την ικανότητα και βούληση της Κύπρου, της Ελλάδας, της ΕΕ και των ΗΠΑ να αντισταθούν στις πιέσεις της.
Στο σκηνικό αυτό έντασης προστίθενται και οι εσωτερικές σκοπιμότητες του Τούρκου Προέδρου, λόγω των εκλογών του 2019, που εισάγουν ένα πρόσθετο στοιχείο αδυναμίας ασφαλών προβλέψεων των τουρκικών κινήσεων σε τακτικό βραχυπρόθεσμο πλαίσιο.
Συνεπώς, είναι πολύ σημαντικό να αντιδράσουμε σωστά. Ψύχραιμα και αποφασιστικά για να στείλουμε τα σωστά μηνύματα στην Άγκυρα.
Αυτό απαιτεί την περαιτέρω ενίσχυση των διεθνών ερεισμάτων μας, ιδίως με την ΕΕ και τις ΗΠΑ. Η Τουρκία εξελίσσεται σε έναν όλο και πιο αβέβαιο και απρόβλεπτο εταίρο και σύμμαχο για την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, στον οποίο, σήμερα, δεν μπορούν να στηριχθούν βασικά δυτικά συμφέροντα, όπως η ενεργειακή ασφάλεια.
Από ελληνικής πλευράς το ζητούμενο είναι να τεθεί σε εφαρμογή μία συνολική στρατηγική ανάσχεσης του επίμονου τουρκικού αναθεωρητισμού. Η στρατηγική αυτή πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα, που θα συνδυάζουν τη σωστή αναλογία αποτροπής, οικοδόμησης συμμαχιών και ερεισμάτων, καθώς βέβαια και ουσιαστικού διαλόγου με την Τουρκία.
Ένας τέτοιος διάλογος έχει πράγματι ανάγκη ανοικτούς και σταθερούς διαύλους επικοινωνίας με την τουρκική πλευρά. Αν μη τι άλλο για να διαμορφωθεί σαφέστερη εικόνα των πραγματικών της προθέσεων. Αυτό όμως προϋποθέτει ότι οι δίαυλοι επικοινωνίας θα λειτουργούν αμφίδρομα και όχι μόνο προς μία κατεύθυνση. Διότι αυτό που παρατηρούμε, τόσο στην περίπτωση της επίσκεψης Ερντογάν, όσο και στην τελευταία κρίση με τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς, είναι ότι η τουρκική πλευρά χρησιμοποίησε τους υφιστάμενους διαύλους επικοινωνίας για να περάσει τα δικά της μηνύματα, να αποπροσανατολίσει την ελληνική πλευρά για να την οδηγήσει σε λάθος κινήσεις και αντιδράσεις.
Ταυτόχρονα, πρέπει να συνεχισθεί και να ενισχυθεί η διπλωματική προσπάθεια ενίσχυσης των διεθνών ερεισμάτων της χώρας και ευαισθητοποίησης και κινητοποίησης ΕΕ και ΗΠΑ, αλλά και των κρατών της περιοχής όπως της Αιγύπτου και του Ισραήλ. Πρώτο βήμα – μεγάλου συμβολισμού αλλά και ουσίας – είναι η δημιουργία Ανώτατου Συμβουλίου Στρατηγικής Συνεργασίας με την Κύπρο.
Επείγουσα είναι και η λήψη μέτρων για την άμεση αναβάθμιση της επιχειρησιακής ετοιμότητας των Ενόπλων Δυνάμεων και της δυνατότητάς τους να αντιδράσουν αποτελεσματικά σε ξαφνική, βραχυχρόνια σημειακή κρίση.
Μακροχρόνια πρέπει να διαμορφωθεί το σωστό μείγμα πολιτικών ενίσχυσης της αποτρεπτικής δύναμης της χώρας και ενίσχυσης των κοινών συμφερόντων και συμμαχιών της Ελλάδας και της Κύπρου.
Πρέπει να επιδιώξουμε την άμεση ενίσχυση της ευρωπαϊκής παρουσίας στα σύνορά μας και να προωθήσουμε την ταχεία ανάπτυξη της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας, σύμφωνα με τις προτάσεις Μακρόν και Γιούνκερ.
Οφείλουμε να οικοδομήσουμε σχέσεις κοινών συμφερόντων με τους Ευρωπαίους και Αμερικανούς εταίρους και συμμάχους μας για την αξιοποίηση των πόρων της ελληνικής υφαλοκρηπίδας από δυτικές εταιρείες.
Πρέπει να ενισχύσουμε το σύνολο των υποδομών του κρατικού μηχανισμού για το σχεδιασμό πολιτικής και τη διαχείριση κρίσεων. Πρώτο, αναγκαίο και επείγον βήμα προς την κατεύθυνση αυτή που επιτέλους κερδίζει έδαφος είναι η δημιουργία Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας. Το σοβαρό κενό που δημιουργείται από την έλλειψη της δομής αυτής αναδείχθηκε και πάλι από τα τελευταία γεγονότα. Αυτό όμως πρέπει να γίνει σωστά, σύμφωνα με τα πρότυπα του Ηνωμένου Βασιλείου, του Ισραήλ και άλλων κρατών με ανεπτυγμένη κουλτούρα και μηχανισμούς ασφαλείας και όχι να δημιουργηθεί άλλο ένα φόρουμ συζητήσεων μεταξύ νυν και πρώην πολιτικών.
Οφείλουμε να δούμε τις εξελίξεις όχι μόνο ως πρόκληση αλλά και ως ευκαιρία.
Ήδη, χάρη στην αξιοπρέπεια και στο φρόνημα με το οποίο αντιμετωπίζουν την περιπέτειά τους οι δύο στρατιωτικοί μας, ο Ανθυπολοχαγός Άγγελος Μητρετώδης και ο Λοχίας Δημήτρης Κουκλατζής και οι οικογένειές τους, διαπιστώνεται μία αυξημένη εθνική συσπείρωση και ομοψυχία απέναντι στις προκλήσεις της Τουρκίας.
Πρέπει να κτίσουμε στο πνεύμα αυτό. Μπορούμε να αντεπεξέλθουμε με επιτυχία στις προκλήσεις της Τουρκίας. Ακόμη περισσότερο. Μπορούμε να καταστήσουμε την Ελλάδα, σε συνεργασία με την Κύπρο, κομβικό κράτος στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Αρκεί να κινηθούμε με αποφασιστικότητα και σχεδιασμό. Και με ομοψυχία.
Πηγή: capital.gr