Ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος υπήρξε εξόχως αποκαλυπτικός μέσα στην αναγκαστική “δημιουργική του ασάφεια” όταν ρωτήθηκε (news247Radio) σχετικά με τις δηλώσεις του Ζόραν Ζάεφ σχετικά με την “μακεδονική” γλώσσα και μειονότητα: “Θα γίνει ότι χρειάζεται ώστε η συμφωνία των Πρεσπών να γίνει σεβαστή από την ΠΓΔΜ”.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Τα πράγματα έχουν ως εξής. Η Αθήνα αντιλαμβάνεται πως ο πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας εξαντλεί όλα τα περιθώρια ώστε οι συνταγματικές αλλαγές να περάσουν δίχως πρόβλημα από την τρίτη ψηφοφορία στην βουλή των Σκοπίων όπου απαιτείται διευρυμένη πλειοψηφία 81 βουλευτών. “Ερμηνεύει” τη συμφωνία των Πρεσπών με τρόπο που όχι μόνο αναιρεί βασικές πτυχές αυτής της συμφωνίας αλλά και τον πυρήνα της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1994. Προφανώς αυτό είχε κατά νου και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς όταν, προ καιρού, έλεγε πως η ολοκλήρωση των συμφωνηθέντων θα συνοδευτεί και από μία “μάχη ερμηνειών”.
Η “κατανόηση” της Αθήνας συνοδεύεται από μία διπλωματική διελκυστίνδα προσκηνίου και παρασκηνίου, με παρεμβάσεις στον ΟΗΕ και τον διεθνή παράγοντα αλλά και απευθείας προς τα Σκόπια ώστε τίποτε να μην θεωρεί “δεδικασμένο”. Ο Ζόραν Ζάεφ έχει λάβει τα σχετικά μηνύματα, αμβλύνει κάθε φορά τις προκλητικές διατυπώσεις του, αλλά πρώτιστο μέλημά του είναι να κερδίσει χρόνο και εντυπώσεις μέχρις ότου κυρωθεί το σύνολο της συμφωνίας από τη βουλή της γείτονος.
Αυτή η διαδικασία έχει, ωστόσο, “τέλος χρόνου”.
Στα Σκόπια, στην Αθήνα, στις Βρυξέλλες και στην Ουάσιγκτον γνωρίζουν πολύ καλά πως εάν η “ερμηνεία” Ζάεφ ως προς την συμφωνία παγιωθεί ως η επίσημη θέση της ΠΓΔΜ, τότε όλη η προσπάθεια ίσως καταλήξει στον βυθό των Πρεσπών. Είναι εξαιρετικά δύσκολο έως απίθανο μία τέτοια προσέγγιση της συμφωνίας να κυρωθεί σχετικά “αναίμακτα” από την ελληνική Βουλή και οι αντιδράσεις της αντιπολίτευσης και της κοινής γνώμης θα είναι τόσο ισχυρές που θα προκαλέσουν νέα πολύ μεγαλύτερα προβλήματα.
Το Ποτάμι κάνει δεύτερες και τρίτες σκέψεις (υπό το βάρος και της επικείμενης συνεργασίας του με τη Ν.Δ). Ο αντιπρόεδρος του κόμματος Γιώργος Μαυρωτάς, θετικά διακείμενος ως προς τη λύση του ονοματολογικού, υπήρξε σαφής όταν παρέπεμπε στις δημόσια διατυπωμένες θέσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας σχετικά με το θέμα.
Οι ΑΝΕΛ, με κλιμακούμενη αντίδραση (Σγουρίδης, Τοσουνίδης, Καμμένος), κάνουν λόγο για “νεκρή” συμφωνία και αφήνουν χαραμάδες ακόμα και για υπερψήφιση μιας πρότασης δυσπιστίας της Ν.Δ.
Και η Ν.Δ βρίσκει έδαφος να αισθανθεί δικαιωμένη για τις ενστάσεις της, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανέλαβε την σκληρή του θέση ακόμα και ενώπιον του πρέσβη των ΗΠΑ Τζέφρι Πάϊατ, ο οποίος, αναμφίβολα, δεν πρέπει να αισθάνθηκε άνετα.
Πρακτικά, όλα αυτά μπορεί να μην αλλοιώνουν την κοινοβουλευτική αριθμητική σχετικά με τη συμφωνία. Η κυβέρνηση θα φέρει την κύρωση της στη Βουλή ωσάν να πρόκειται για έναν απλό νόμο. Ήτοι, μπορεί να περάσει με απλή πλειοψηφία επί των παρόντων. Εάν το ΚΚΕ απόσχει από την ψηφοφορία, αυτό επιτρέπει στην κυβέρνηση να κυρώσει τη συμφωνία ακόμα και με την πλειοψηφία των 145 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ.
Όμως δεν είναι αυτή η επιδίωξη.
Σε μια τέτοια περίπτωση, ο Αλέξης Τσίπρας θα οδηγούνταν σε εκλογές σχεδόν μόνος απέναντι στην αντιπολίτευση, με φοβισμένους ακόμα και τους βουλευτές άλλων κομμάτων, ή τους ανεξάρτητους που θέλουν να την στηρίξουν. Οι προκλητικές δηλώσεις του Ζόραν Ζάεφ θα λειτουργούν όχι μόνο αποτρεπτικά αλλά ως ένα επικίνδυνο μονοπάτι προς ένα άδηλο μέλλον. Οι διαδηλώσεις των “μακεδονομάχων” ίσως αναζωπυρωθούν, ο συνδυασμός του Μακεδονικού με άλλα ζητήματα (π.χ εκκλησιαστικό) μπορεί να γίνει εκρηκτικός και οι δημοσκοπήσεις θα εντείνουν το αρνητικό κλίμα.
Μια συμφωνία που σημαντική μερίδα της κοινής γνώμης (αυτής που εκδηλώνεται αλλά κυρίως εκείνης που αποφεύγει να εκδηλωθεί) αντιλαμβάνεται ως έναν “συμβιβασμό”, αναγκαίο, όμως, για να κλείσει μια πληγή που παρεμποδίζει τη διεύρυνση των γεωπολιτικών ερεισμάτων της χώρας, θα μετατραπεί στη συνείδηση περισσοτέρων ως μια “κακή” συμφωνία.
Η εξέλιξη αυτή μπορεί να αποσοβηθεί μόνο με ένα τρόπο. Κι αυτό φαίνεται πως υποδηλώνει η τοποθέτηση του κυβερνητικού εκπροσώπου αλλά ακόμα περισσότερο οι συνεχείς παρεμβάσεις του Προκόπη Παυλόπουλου- προφανώς σε συνεννόηση με τον πρωθυπουργό.
Στο μεσοδιάστημα, από τη στιγμή που θα κυρωθούν οι συνταγματικές αλλαγές στη Βουλή των Σκοπίων μέχρις ότου η συμφωνία φθάσει στο ελληνικό κοινοβούλιο, πρέπει να γίνουν εκείνα τα απαραίτητα βήματα που θα αναιρέσουν τις όποιες προσπάθειες “ερμηνειών” γίνονται τώρα για εσωτερική πολιτική κατανάλωση στην ΠΓΔΜ. Είναι αναγκαίο να υπάρξει συνάντηση του Αλέξη Τσίπρα με τον Ζόραν Ζάεφ, με δημόσια πλήρη αποσαφήνιση από τον δεύτερο της υπακοής του στο πνεύμα και το γράμμα της συμφωνίας των Πρεσπών. Κάτι, άλλωστε, που θα έχει κατοχυρωθεί με τις συνταγματικές αλλαγές.
Κάποιοι υποστηρίζουν πως μια τέτοια συνάντηση θα μπορούσε να συμπέσει (συμβολικά) με τον ένα χρόνο από την ουσιαστική έναρξη της διαπραγμάτευσης και τις συνομιλίες Τσίπρα- Ζάεφ στο Νταβός (Ιανουάριος 2018).
Οι πληροφορίες αναφέρουν πως η Αθήνα δεν θα αρκεστεί σε μία δημόσια τοποθέτηση του κ. Ζάεφ αλλά επιδιώκει ήδη να καταστεί κάτι τέτοιο δεσμευτικό με την υπογραφή ενός πρωτοκόλλου που θα επισυναφθεί ως παράρτημα στη συμφωνία ενόψει των δύο ψηφοφοριών στην ελληνική Βουλή (για την κύρωση της συμφωνίας και για την έγκριση του πρωτοκόλλου ένταξης στο ΝΑΤΟ).
Μόνο με αυτό τον τρόπο μπορούν να αναιρεθούν οι τοποθετήσεις Ζάεφ και η επιχειρούμενη “ερμηνεία” προς τέρψη των βουλευτών του VMRO που στηρίζουν τις συνταγματικές αλλαγές.
Θα αλλάξει, έτσι, το κλίμα στην Ελλάδα; Ως προς τη στάση της Ν.Δ και του ΚΙΝ.ΑΛ όχι. Η ευκαιριακή σημαία των “μακεδονομάχων” δεν θα υποσταλλεί αλλά αυτό θα αφορά πλέον τους εκλογικούς στόχους της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τις σχέσεις της με τον διεθνή παράγοντα. Ο τελευταίος πιθανώς δεν θα μείνει αμέτοχος αλλά θα εκφράσει τις επιθυμίες του με σαφή τρόπο.
Όμως μία μικρή αλλά κρίσιμη μερίδα βουλευτών (του Ποταμιού, των ΑΝ.ΕΛ και ανεξάρτητοι) θα μπορέσουν να κινηθούν και να εκφραστούν πιο ελεύθερα. Κι αυτό ίσως μεταβάλλει και την κοινοβουλευτική αριθμητική και τις πολιτικές εντυπώσεις. Και όχι μόνο αυτό. Επειδή ο διεθνής παράγοντας δεν προσεγγίζει τις εξελίξεις ως προς το θέμα των Σκοπίων με ορίζοντα τις ελληνικές εκλογές αλλά “βλέπει” και μετά από αυτές, λαμβάνει υπόψη του την ανάγκη η συμφωνία να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο νομικά και πολιτικά ισχυρή στην περίπτωση που η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα αλλάξει.
Δίχως, όμως, διευκρινιστικές δηλώσεις και μάλιστα δεσμευτικές ως συμπλήρωμα της συμφωνίας από τον Ζόραν Ζάεφ (με τη συνδρομή του ΟΗΕ ως εγγυητή) τα πράγματα θα γίνουν πολύ πιο δύσκολα…