Για άμεσο κίνδυνο εισβολής στο Κοινοβούλιο, ισχυρισμό που είχε διατυπώσει και ο πρόεδρος του Σώματος Ν. Βούτσης, κάνει λόγο η Ελληνική Αστυνομία απαντώντας με ανακοίνωσή της στις επικρίσεις που δέχθηκε για της στάση της κατά τα επεισόδια που σημειώθηκαν στο συλλαλητήριο της Κυριακής στο Σύνταγμα.
Απαντώντας στην κριτική, η ΕΛ.ΑΣ σημειώνει ότι ο επιχειρησιακός σχεδιασμός των μέτρων είχε ως βασικό στόχο αφενός την πραγματοποίηση του συλλαλητηρίου σε συνθήκες ομαλότητας και ασφάλειας, (…) αφετέρου δε την προστασία των κτιριακών εγκαταστάσεων της Βουλής των Ελλήνων και παρακείμενων δημοσίων κτιρίων, όπως το Υπουργείο Εξωτερικών, από πιθανές έκνομες ενέργειες, καθώς υπήρχαν σοβαρές πληροφορίες για πρόθεση εισβολής στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, ενώ είχαν κυκλοφορήσει και σχετικοί χάρτες στους οποίους αποτυπώνονταν οι χώροι και οι είσοδοι του κτιρίου καθώς και σχετικές οδηγίες.
Xάρτης που δημοσιοποίησε η ΕΛΑΣ, με οδηγίες για εισβολή στο Κοινοβούλιο
Η ΕΛΑΣ σημειώνει ότι οι αστυνομικές δυνάμεις «είχαν αναπτυχτεί στα προβλεπόμενα από τον επιχειρησιακό σχεδιασμό καίρια σημεία, ενήργησαν δε με ψυχραιμία, σύνεση και αυτοσυγκράτηση, υπό την εποπτεία των επικεφαλής Αξιωματικών και τις οδηγίες και κατευθύνσεις που τους είχαν δοθεί.
Η επιχειρησιακή ανταπόκριση ήταν η πλέον ενδεδειγμένη, με τις αστυνομικές δυνάμεις πάντοτε αμυνόμενες στις συνεχείς, έντονες και σε αρκετές περιπτώσεις ακραίως επικίνδυνες εις βάρος τους επιθέσεις πολυάριθμων ομάδων ατόμων, τα οποία με ενωμένες δυνάμεις και χρησιμοποιώντας εξοπλισμό, όπως αντιασφυξιογόνες μάσκες, μπουφάν με ειδικά προστατευτικά καθώς και πλήθος επικίνδυνων αντικειμένων, πρόσφορων να επιφέρουν σοβαρές σωματικές ή/και θανατηφόρες βλάβες, όπως κοντάρια, μεταλλικές ράβδους, πέτρες, μάρμαρα, όπλα εκτόξευσης φωτοβολίδων ευθείας βολής, βόμβες μολότοφ, σφενδόνες, λοστούς, κ.λπ., επιχειρούσαν να εισέλθουν στο χώρο του Κοινοβουλίου.
Υπό τις συνθήκες αυτές έγινε η απολύτως αναγκαία χρήση δακρυγόνων, αποκλειστικά στους χώρους στους οποίους εκδηλώθηκαν οι σφοδρές επιθέσεις εναντίον των αστυνομικών δυνάμεων και μόνο κατά το χρόνο εκδήλωσής τους, ενώ έλαβε χώρα όταν εξαντλήθηκε οποιαδήποτε δυνατότητα ηπιότερης αποτροπής των έκνομων ενεργειών και πλέον υφίστατο άμεσος κίνδυνος για εισβολή στο χώρο της Βουλής, καθώς και για τη σωματική ακεραιότητα και την ίδια τη ζωή των αστυνομικών (video σε ένα μόνο από τα σημεία που δέχτηκαν δεκάδες επιθέσεις οι αστυνομικές δυνάμεις).
Η ΕΛΑΣ σημειώνει επίσης ότι «τυχόν παρορμητική ή μη συνετή αντίδραση και η έστω και για λίγα μέτρα μετακίνηση των αστυνομικών δυνάμεων θα είχε ως σφόδρα πιθανό αποτέλεσμα την επέκταση και τη γενίκευση των επεισοδίων στο χώρο των διαδηλωτών, με ανυπολόγιστες συνέπειες όχι μόνον για την επιτυχή ολοκλήρωση του συλλαλητηρίου, αλλά ενδεχομένως και για τη ζωή συνανθρώπων μας.
Η γενική επιχειρησιακή αντίδραση της ΕΛΑΣ χαρακτηρίζεται «υποδειγματική» ενώ ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στη «βιαιότητα των επιθέσεων σε βάρος των αστυνομικών δυνάμεων» που είχε σαν αποτέλεσμα να τραυματιστούν να μεταφερθούν στο 401 Γ.Σ.Ν.Α. είκοσι οκτώ (28) αστυνομικοί, ενώ σημαντικές ήταν οι φθορές που υπέστησαν ο ατομικός εξοπλισμός και τα δημόσια είδη [καταστροφή ή φθορά μεγάλου αριθμού στολών, 29 κρανών, 42 ασπίδων, 25 περικνημίδων, 24 προσωπίδων, κ.λ.π.].
• Οι συλλήψεις πραγματοποιήθηκαν κατά τρόπο συνετό και ασφαλή, ώστε να αποφευχθούν γενικευμένες εντάσεις και αυξημένος βαθμός διακινδύνευσης τόσο για το αστυνομικό προσωπικό όσο και για τους ίδιους τους συλληφθέντες, ενώ σε ό,τι αφορά στις διάφορες αιτιάσεις για τη μη πραγματοποίηση προσαγωγών υπενθυμίζεται ότι αυτές πραγματοποιούνται κατά τρόπο στοχευμένο και υπό συγκεκριμένες θεσμικές προϋποθέσεις και όχι κατά τρόπο τυχαίο ή βάσει της αμφίεσης ή των χαρακτηριστικών των πολιτών.
«Συμπερασματικά» καταλήγει η ανακοίνωση «η Ελληνική Αστυνομία εκπλήρωσε την αποστολή της κατά τρόπο υπεύθυνο και αποτελεσματικό, στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και επαναδιαβεβαίωσε τη σταθερή της βούληση να υπερασπίζεται με αυταπάρνηση την Πολιτεία, την κοινωνία και τους πολίτες.
•Στον αντίποδα, η τακτική, ο εξοπλισμός, η οργάνωση, η στόχευση, η βιαιότητα των ενεργειών και η εν γένει συμπεριφορά και δράση των ατόμων που προκάλεσαν τα επεισόδια γεννούν ιδιαίτερο προβληματισμό αναφορικά με τα πραγματικά αίτια και βεβαίως το σκοπό που εξυπηρετούν, δεδομένης της χρησιμοποίησης εθνικού συμβόλου (Ελληνική σημαία με τον ιστό της) ως όπλο επίθεσης σε βάρος αστυνομικών, της βεβήλωσης του Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη, και της προσπάθειας κατάλυσης – ουσιαστικά – της Δημοκρατίας, με τη βίαιη είσοδο στη Βουλή των Ελλήνων.
Συνοψίζοντας, η Ελληνική Αστυνομία σε κάθε περίπτωση αποδέχεται την κριτική, δεν μπορεί όμως να σιωπά στις περιπτώσεις που η διαστρέβλωση των γεγονότων και οι οποίες σκοπιμότητες αδικούν κατάφωρα το έργο και την προσφορά της στο κοινωνικό σύνολο και δεν επιτρέπουν ούτε καν μια απλή έκφραση συμπάθειας προς τους τραυματισθέντες αστυνομικούς, στους οποίους μόνον η Ηγεσία του Σώματος και οι συνάδελφοί τους έσπευσαν να συμπαρασταθούν στο νοσοκομείο που διακομίσθηκαν και να τους εκφράσουν τη στήριξη και την ευγνωμοσύνη τους.