Η σχέση της Αμερικής και της Τουρκίας είναι περίπλοκη και δύσκολη, όπως χαρακτηριστικά είπε ο νέος πρέσβης των ΗΠΑ στην Άγκυρα, Ντέιβιντ Σάτερφιλντ, και στην Ουάσιγκτον βρίσκονται στο στάδιο λήψης πολύ μεγάλων αποφάσεων, που θα αφορούν αναγκαστικά την Ελλάδα και την Κύπρο, ως τις δυνάμεις που θα αναλάβουν το βάρος αντικατάστασης της κατοχικής δύναμης, γράφει ο Μιχάλης Ιγνατίου στο hellasjournal.com.
Οι ψίθυροι στην Ουάσιγκτον αυξάνονται και πληθύνονται για την τελική απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης, η οποία αναμένεται να οριστικοποιηθεί όσο κοντεύει το χρονοδιάγραμμα παράδοσης του πυραυλικού συστήματος S-400 στην Τουρκία. Υπό αυτές τις συνθήκες οι προβλέψεις απαγορεύονται διότι η απόφαση θα εκπλήξει, υπό την έννοια ότι υπάρχουν υποστηρικτές και των δύο απόψεων: Ακόμα και σήμερα ένα μικρό μέρος της γραφειοκρατίας αλληθωρίζει προς την Τουρκία, θα έλεγα λόγω μαζοχισμού, και ας στενοχωρήσω Αμερικανούς φίλους διπλωμάτες.
Είναι αυτοί που θεωρούν δεδομένη την Ελλάδα, οπότε δεν θα τους ένοιαζε να κάνουν και κάποιες υποχωρήσεις προς την Τουρκία. Η πλειοψηφία, βεβαίως, έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα είναι ο πιο πιστός σύμμαχος της Αμερικής, ανεξάρτητα από πολιτικές καταστάσεις και αυτό αποδείχθηκε στη διάρκεια της διακυβέρνησης της χώρας από την αριστερή κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός φερόμενος έξυπνα, έπαιξε καλά το παιγνίδι με τον Μπάρακ Ομπάμα, ο οποίος αναδείχθηκε σε υποστηρικτή της χώρας χωρίς όμως να προσφέρει οικονομική βοήθεια. Συνέχισε στην ίδια γραμμή και με τον σημερινό Πλανητάρχη, ο οποίος ανάλογα με τις εξελίξεις στις σχέσεις των ΗΠΑ και της Τουρκίας, θα μπορούσε να υποστηρίξει την Ελλάδα και οικονομικά. Μιλώντας πάντα υποθετικά: εάν η Τουρκία εγκαταλείψει τη Δύση, η Αμερική θα στηριχθεί στη γραμμή άμυνας που ξεκινά από το Ισραήλ μέχρι και το Γιβραλτάρ, άρα συμπεριλαμβάνονται η Ελλάδα και η Κύπρος.
Επίσης θα χρησιμοποιηθούν δύο χώρες-κλειδιά, η Βουλγαρία και η Ρουμανία. Δίπλα ακριβώς στην Τουρκία βρίσκονται οι Κούρδοι της Συρίας και του Ιράκ που τυγχάνουν μίας πρωτόγνωρης (καλής) συμπεριφοράς από την Ουάσιγκτον. Άρα, εάν το θελήσει η Αμερική «καθαρίζει» με την Τουρκία χωρίς συνέπειες για τα στρατηγικά της συμφέροντα. Από τη χθεσινή κατάθεση του προτεινόμενου πρέσβη των ΗΠΑ στην Τουρκία, στην Επιτροπή Διεθνών Σχέσεων της Γερουσίας, εξάγεται το συμπέρασμα, ότι οι Αμερικανοί θα εκδικηθούν.
Δηλαδή το διαζύγιο δεν θα είναι «πολιτισμένο». Εννοούν ότι όταν χάνεις στην στρατηγική σκακιέρα, δεν μπορείς να μένεις με δεμένα χέρια. Ο κ. Σάτερφιλντ, που ανήκει στη σχολή των γραφειοκρατών, αναγκάστηκε χθες να ακολουθήσει στο έπακρον τη γραμμή του αντιπροέδρου Μάικ Πένς και να επαναλάβει το μήνυμα του, το οποίο ήταν στεγνό και απειλητικό. Εάν ομιλούσε κανείς με όρους μαφίας, ήταν ένα μήνυμα πριν έρθει το τέλος. Οι προειδοποιήσεις και τα τελεσίγραφα, όπως έχουν διατυπωθεί, θα υλοποιηθούν είναι το συμπέρασμα όλων όσων συζητούν με τα στελέχη των Διευθύνσεων Ευρωπαϊκών Υποθέσεων.
Το πιο σημαντικό είναι ότι δημιουργήθηκε η «αντιτουρκική» σχολή ανάμεσα στους αξιωματούχους της γραφειοκρατίας, οι οποίοι δείχνουν εκδικητικές τάσεις. Η αλήθεια είναι ότι όταν χάνεται μία μεγάλη χώρα για τις υπερδυνάμεις, το πρόβλημα είναι τεράστιο. Και αυτός που θα την χάσει θα καταγραφεί από την ιστορία, ανεξάρτητα εάν ο Ερντογάν ήταν αυτός που οδήγησε την Τουρκία στην έξοδο. “Υπάρχει αυξανόμενη συνειδητοποίηση στην αμερικανική κυβέρνηση ότι αυτές οι κρίσεις με την Τουρκία γίνονται ένα μόνιμο χαρακτηριστικό και η αντίληψη είναι ότι η Τουρκία βαθμιαία απομακρύνεται από τις ΗΠΑ”, δήλωσε ο Τούρκος αναλυτής Σονέρ Κακαπτάϊ, διευθυντής του τουρκικού ερευνητικού προγράμματος στο Ινστιτούτο Πολιτικής για την Εγγύς Ανατολή, που ενισχύεται οικονομικά από τουρκικά κεφάλαια. Η δήλωση του έκανε αίσθηση διότι έχει γνώση του τουρκικού πολιτικού, διπλωματικού και οικονομικού πεδίου της Τουρκίας. “Για πρώτη φορά», υποστήριξε, «από τη δεκαετία του 1950, οι πολιτικοί των ΗΠΑ αναρωτιούνται εάν η Ελλάδα ή η Τουρκία θα αποτελέσουν τη βάση της πολιτικής τους στην Ανατολική Μεσόγειο”.
Υποστήριξε επίσης ότι το τελευταίο σχέδιο νόμου, που εισήγαγαν οι γερουσιαστές Ρόμπερτ Μενέντεζ και Μάρκο Ρούμπιο, με τη συνδρομή των ακτιβιστών του HALC, αντικατοπτρίζει τη στρατηγική συνειδητοποίηση ότι η Τουρκία μπορεί να μην είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο. Η γειτονική χώρα κατέστη ακρογωνιαίος λίθος της αμερικανικής πολιτικής στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν ο καθηγητής Γουόλστατερ, παρουσίασε το δόγμα του, ένα ακραίο φιλοτουρκικό κείμενο, που ενστερνίστηκε τότε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Είχε προηγηθεί ένα άρθρο του στην εφημερίδα Wall Street Journal, το 1979, μετά την επανάσταση των Μουλλάδων στο Ιράν, στο οποίο σημείωνε ότι και να χαθεί το Ιράν -όπως και έγινε- υπάρχει η Τουρκία. Θα είναι η πρώτη φορά εδώ και 40 χρόνια που η Αμερική θα αλλάξει πολιτική. Εφόσον βέβαια η Τουρκία δεν ακυρώσει την αγορά των ρωσικών S-400.
Πηγή: hellasjournal. com