“Mr. Stigl” είναι ο παιγνιώδης τίτλος της ελληνικής συμμετοχής στην 58η Μπιενάλε Βενετίας – La Biennale di Venezia (11 Μαΐου-24 Nοεμβρίου 2019). Οι τρεις Έλληνες καλλιτέχνες Πάνος Χαραλάμπους, Εύα Στεφανή και Ζάφος Ξαγοράρης, ανέλαβαν να αναδείξουν διαφορετικές πλευρές του πολιτικού, ιδιωτικού και κοινωνικού μας βίου, σε ένα περιβάλλον που υπάρχει μια διαρκής μετατόπιση από τις μεγάλες αφηγήσεις στις προσωπικές ιστορίες.
Την ελληνική εκπροσώπηση παρουσίασαν την Τετάρτη, 17 Απριλίου στο Αμφιθέατρο του ΥΠΠΟΑ, παρουσία της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού Μυρσίνης Ζορμπά, η επιμελήτρια της έκθεσης Κατερίνα Τσέλου, η Εθνική Επίτροπος και Αναπληρώτρια Διευθύντρια του MOMus- Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Συραγώ Τσιάρα και οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες.
Η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, Μυρσίνη Ζορμπά, ευχαρίστησε όλους για την καλή συνεργασία, την έγκαιρη συγκρότηση της ομάδας και την ενδιαφέρουσα ανταλλαγή ιδεών. Για τη συμμετοχή στην 58η Μπιενάλε της Βενετίας, η υπουργός τόνισε ότι «συστήνει στο διεθνές κοινό της σύγχρονης τέχνης ένα αφήγημα για τους εναλλακτικούς τρόπους σύλληψης και ερμηνείας του παρελθόντος μέσα σ’ ένα παρόν ρευστό, ένα παρόν αβεβαιότητας και ανασφάλειας που επανέρχεται ύστερα από καιρό, προκειμένου να αποκαταστήσει την αμφίθυμη σχέση μας με το σήμερα και τις διαδρομές προς το παρελθόν και το μέλλον». Αναφερόμενη στη σχέση ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν, η κ. Ζορμπά πρόσθεσε ότι «σήμερα βρισκόμαστε σε μια κατάσταση “αιώρησης”, σαν ένα σώμα που δονείται και αιωρείται από την ενέργεια των αντιφάσεων, των επιθυμιών και της μνήμης. Αυτή την αντιφατική κατάσταση, γεμάτη χάσματα και παραδοξότητες, λοξές ή και παράλογες συχνά διαδρομές, αναζητά η ερευνητική καλλιτεχνική ματιά των Ζάφου Ζαγοράρη, Εύας Στεφανής και Πάνου Χαραλάμπους, στην εικαστική πρόταση του ελληνικού περιπτέρου». Η κ. Ζορμπά ευχήθηκε η έκθεση να εγείρει ενδιαφέρουσες αναγνώσεις και να προκαλέσει την ανταπόκριση του κοινού».
Η Εθνική Επίτροπος και Αναπληρώτρια Διευθύντρια του MOMus- Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Συραγώ Τσιάρα αναφερόμενη στους συμμετέχοντες καλλιτέχνες σημείωσε: «Αν κάτι ενώνει υπόγεια τον εικαστικό λόγο των τριών καλλιτεχνών στην επιμελητική προσέγγιση της Κατερίνας Τσέλου, αυτό είναι κυρίως η πρόθεση των δημιουργών ν’ αναζητήσουν ”τι μπορεί να πει κανείς” από τις παρυφές και όχι από το κέντρο των μεγάλων αφηγημάτων, κάτι που οδηγεί στην καλλιέργεια μιας ιδιόρρυθμης, λοξής κατά κάποιον τρόπο οπτικής η οποία επικεντρώνεται στα μη αναμενόμενα, ακουμπάει τρυφερά στο ασήμαντο ή στο δευτερεύον. Δοκιμάζει τις βεβαιότητες του θεατή, φωτίζει αθέατες σχέσεις και ανορθόδοξες γωνίες παρατήρησης, αναδεικνύοντας το σώμα ως το μέτρο των πραγμάτων, το σώμα που δοκιμάζεται στην αναμέτρησή του με την επιβολή, τη στέρηση και τη χειραγώγηση, συγκρούεται με το βάρος των κοινωνικών επιταγών, αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στις επιθυμίες, στις ανάγκες και στις καταβολές του».
Ποιος είναι ο Mr. Stigl, που δανείζει το όνομά του στην έκθεση; Η επιμελήτρια Κατερίνα Τσέλου τόνισε ότι «είναι αποτέλεσμα μιας παρανόησης, ένα ιστορικό παράδοξο, ένας φανταστικός ήρωας μιας άγνωστης, περιφερειακής ιστορίας, ο οποίος με ποιητικό τρόπο μάς μεταφέρει στις παρυφές της επίσημης Ιστορίας, αλλά και της ίδιας της πραγματικότητας. Θα μπορούσε να είναι ο ειρωνικός αφηγητής που μας εισάγει σε έναν τόπο με αμφιβολίες, παραφρασμένους ήχους και σουρεαλιστικά παιχνίδια πάνω στην έννοια της ταυτότητας και της ίδιας της Ιστορίας».
Οι φωνές των ηρώων του Πάνου Χαραλάμπους φτάνουν σε εμάς μέσα από μια παράδοξη συλλογή δίσκων βινυλίου, την οποία χτίζει με συνέπεια από τη δεκαετία του ’80. Συνδέοντας τις εγκαταστάσεις, όπως εξήγησε ο Πάνος Χαραλάμπους, δημιουργεί ένα ιδιοσυγκρασιακό παίξιμο των βινυλίων του. Το νέο του έργο «Ένας άγριος αητός καθότανε περήφανος», είναι μια μεγάλη γυάλινη εγκατάσταση που αποτελείται από 20.000 ποτήρια και καλύπτει το πάτωμα του ελληνικού περιπτέρου. Όπως εξήγησε «πάνω της στήνεται ένας εκστατικός “υπερηχητικός” χορός, μια περιδίνηση “βαθιάς ακρόασης”., η οποία αποτελεί μια ελεγεία στο περιφρονημένο σώμα, έναν ύμνο στο έντονο διονυσιακό στοιχείο του λαϊκού χορού, που κινείται στις παρυφές της Ιστορίας».
Η Εύα Στεφανή παραθέτει «πολλές μικρές αφηγήσεις που παραδοσιακά βρίσκονται στις παρυφές της ιστορίας, ακριβώς επειδή θεωρούνται ασήμαντες». Το νέο της έργο «Μόνο άνδρες» εισβάλλει στην καθημερινότητα μιας σειράς μεσήλικων ανδρών, σκιαγραφώντας έναν κόσμο ανδρών διαφορετικό, αντιηρωικό, μακριά από τη στερεοτυπική αρρενωπή απεικόνιση». Στο «Παράθυρο», μέσα από την παρουσία μιας γυναίκας καθισμένης σε ένα δωμάτιο, το έργο υπενθυμίζει τη σημασία της σιωπής και της μη δράσης, η ιστορία του νεκρού χρόνου που δεν περνά. Στο «Στόμα» αντιπαραβάλλονται εικόνες αρχειακού υλικού από παρελάσεις και επίσημους εθνικούς εορτασμούς, με θραύσματα δικού της κειμένου, τα οποία αφηγείται η ίδια η Στεφανή, συσχετίζοντας με ανατρεπτικό τρόπο τον ιδιωτικό με τον δημόσιο λόγο.
Ο Ζάφος Ξαγοράρης, από τη Βενετία που βρίσκεται για το στήσιμο του ελληνικού περιπτέρου, συνδέθηκε μέσω skype, για να μας μεταφέρει εικόνες από το δικό του έργο που εκτείνεται από τον εξωτερικό μέχρι τον εσωτερικό χώρο του περιπτέρου. Η τοποθέτηση στην είσοδο μιας ανακατασκευής της Πύλης του Στρατοπέδου της Μακρονήσου, με την εγκατάσταση «Παραχώρηση». Όπως είπε, «στόχος είναι να μεταφερθούμε στο 1948 και να συνδέσουμε τα ταραγμένα χρόνια του Εμφυλίου και τους τόπους εξορίας των Ελλήνων– με το κίνημα του μοντερνισμού και την Peggy Guggenheim, στην οποία παραχωρήθηκε εκείνη τη χρονιά το ελληνικό περίπτερο, αλλάζοντας ουσιαστικά την ιστορία της ίδιας της Μπιενάλε».