«Συνηθίζω να λέω ότι η Ελλάδα είναι το δεύτερο σπίτι μου. Είχα την τιμή να είμαι πρέσβης στην Αθήνα για επτά χρόνια. Σε προσωπικό επίπεδο, η Ελλάδα είναι πολύ κοντά στην καρδιά μου και μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι είναι πολύ κοντά και στις καρδιές των Ρουμάνων», λέει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Ρουμάνος υπουργός, αρμόδιος για ευρωπαϊκές υποθέσεις, Γκεόργκε Τσιάμπα.
Υπογραμμίζει, δε, ότι η χώρα του είναι προσηλωμένη στην ενίσχυση της διμερούς συνεργασίας, επισημαίνοντας πως «οι υψηλού επιπέδου τετραμερείς συναντήσεις της Ρουμανίας, της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της Σερβίας, μαζί με τις διμερείς διαβουλεύσεις μεταξύ των χωρών αυτών αποδεικνύουν ακριβώς αυτό».
Στην προσέγγιση και το πολύ καλό κλίμα στη διμερή συνεργασία δεν συνεισφέρουν μόνο οι συναντήσεις και επαφές σε πολιτικό επίπεδο, αλλά και οι επαφές σε επίπεδο πολιτών. «Η ρουμανική κοινότητα που ζει κι εργάζεται στην Ελλάδα καθώς και η κοινότητα των Ελλήνων στη Ρουμανία συμβάλλουν σε αυτή την εξαιρετική συνεργασία μεταξύ των χωρών μας. Θα πρέπει να ευχαριστήσω τις ελληνικές αρχές για την εποικοδομητική και συνεχή στήριξη για τη διατήρηση της ταυτότητας των Ρουμάνων, με εκπαιδευτικά, πολιτιστικά και θρησκευτικά μέσα», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ρουμάνος υπουργός.
«Ορόσημο η Συμφωνία των Πρεσπών»
Στη συνέντευξή του στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο κ. Τσιάμπα αναφέρεται και στη Συμφωνία των Πρεσπών, συγχαίροντας «και τα δύο μέρη για το θάρρος και την αποφασιστικότητα να γράψουν από κοινού ιστορία», όπως χαρακτηριστικά λέει.
«Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι ένα μοντέλο χειρισμού διμερών ζητημάτων με ευρωπαϊκό τρόπο. Η συμφωνία ορόσημο για το ζήτημα της ονομασίας μεταξύ της Ελλάδας και της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα σε ό,τι αφορά τη συμφιλίωση και τις καλές γειτονικές σχέσεις για ολόκληρη την περιοχή, ακόμα και πηγή έμπνευσης», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ρουμάνος υπουργός.
Υπογραμμίζει, δε, τη σημασία της υπογραφής της συμφωνίας και της επακόλουθης επικύρωσής της από τα κοινοβούλια τόσο στα Σκόπια όσο και στην Αθήνα, επισημαίνοντας πως η εξέλιξη αυτή κατέστησε δυνατή την υπογραφή του πρωτοκόλλου εισδοχής της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ καθώς και την προσέγγιση των Σκοπίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. «Η Ρουμανία», επισημαίνει ο κ. Τσιάμπα, «ήταν μεταξύ των πρώτων χωρών εταίρων του ΝΑΤΟ που επικύρωσε το πρωτόκολλο».
Στήριξη στην ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων
Σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων, ο κ. Τσιάμπα διαβεβαιώνει, μεταξύ άλλων, ότι «η ρουμανική προεδρία θα συνεχίζει να ενθαρρύνει και να στηρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική των εταίρων στην περιοχή, στη βάση της δικής τους αξίας».
«Η στήριξή μας είναι απόλυτη καθώς η πρόοδος θα πρέπει να βασίζεται στα όσα αξίζουν. Ωστόσο αυτό πηγαίνει μαζί με τη συνεχή ανάγκη του πλήρους σεβασμού και εκπλήρωσης των κριτηρίων ένταξης -ειδικά των πολιτικών- που είναι ιδιαίτερης σημασίας για τη διασφάλιση των κοινών ευρωπαϊκών αξιών. Αυτή η συνεχής προσέγγιση προϋποθέτει να συνεχίσουν οι εταίροι αυτοί τη δυναμική των εσωτερικών μεταρρυθμίσεων, αποδεικνύοντας την ικανότητά τους να ανταποκριθούν στις δεσμεύσεις τους», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ρουμάνος υπουργός.
Επισημαίνει ακόμα πως η δέσμευση της Ρουμανίας στην ενταξιακή διαδικασία των Δυτικών Βαλκανίων και η έμμεση έτσι εμπέδωση της σταθερότητας, της δημοκρατίας και της ευημερίας στην περιοχή είναι συνεχής και αδιάκοπη. «Το να διατηρηθεί ανοιχτή η ευρωπαϊκή προοπτική των χωρών αυτών της περιοχής, που ενδιαφέρονται για κάτι τέτοιο και μπορούν να αποδείξουν την αποφασιστικότητα και τις επιλογές τους με σαφήνεια είναι ζήτημα στρατηγικής σημασίας», σημειώνει ο κ. Τσιάμπα και προσθέτει πως «η Ρουμανία θα συνεχίζει να προσφέρει πλήρη στήριξη στις υποψήφιες και εν δυνάμει υποψήφιες χώρες στη διαδικασία ένταξής τους, τόσο σε πολιτικό όσο και σε τεχνικό επίπεδο».
«Η πρόοδος στην ευρωπαϊκή προοπτική της περιοχής υπήρξε συνεχώς στο επίκεντρο της ρουμανικής πολιτικής για πολλά χρόνια και αυτό θα συνεχιστεί και μετά την παράδοση της προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης», τονίζει ο κ. Τσιάμπα και αναφέρεται στον θετικό αντίκτυπο που είχε για τη δική του χώρα η ενταξιακή διαδικασία, επισημαίνοντας χαρακτηριστικά πως δέκα χρόνια μετά, το ΑΕΠ της Ρουμανίας διπλασιάστηκε και ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης συνεχίζει να είναι μεταξύ των υψηλότερων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Συνοχή, μια κοινή ευρωπαϊκή αξία»
Η Ρουμανία ασκεί το τρέχον εξάμηνο την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όπως λέει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο κ. Τσιάμπα, τα αποτελέσματα μέχρι στιγμής είναι πολύ καλά. «Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Επιτροπή έχουν πει, με δημόσιες τοποθετήσεις τους, ότι η ρουμανική προεδρία έχει προσθέσει αξία στο ευρωπαϊκό project. Έχουμε σημαντικά αποτελέσματα και στους τέσσερις πυλώνες του προγράμματός μας: την Ευρώπη της σύγκλισης, μια πιο ασφαλή Ευρώπη, μια Ευρώπη ισχυρότερο διεθνή παίκτη και μια Ευρώπη κοινών αξιών», σημειώνει, μεταξύ άλλων, ο Ρουμάνος υπουργός.
Ερωτηθείς για το πώς προέκυψε το μότο της ρουμανικής προεδρίας «Συνοχή, μια κοινή ευρωπαϊκή αξία», ο κ. Τσιάμπα εξηγεί: «Το πρόγραμμα της προεδρίας μας καταρτίστηκε πάνω στην ιδέα της συνοχής. Όπως αναφέραμε σε αυτό το προγραμματικό έγγραφο, θεωρούμε τη συνοχή μια κοινή ευρωπαϊκή αξία καθώς και μια έκφραση ενότητας μεταξύ των χωρών και των περιοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής σύγκλισης είναι ουσιαστική για την αρμονική, ισορροπημένη και βιώσιμη ανάπτυξη, που μπορεί να επιτευχθεί με τη γεφύρωση του αναπτυξιακού χάσματος μεταξύ των διαφόρων περιοχών και τη δημιουργία ίσων ευκαιριών για όλους τους πολίτες. Η προσέγγιση της Ρουμανικής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξελίσσεται πάνω στις αρχές της συνοχής, όπως καταγράφεται και στο μότο και κεντρικό θέμα της προεδρίας μας».
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Ρουμάνος υπουργός, «θεωρούμε κατ’ αρχάς αναγκαία την ενίσχυση της συνοχής σε ό,τι αφορά την πολιτική δράση προκειμένου να ενισχυθούν οι δεσμοί μεταξύ των κρατών μελών, των ευρωπαϊκών θεσμών και των πολιτών. Βλέπουμε τη συνοχή τόσο ως μια κοινή ευρωπαϊκή αξία όσο και ως έκφραση ενότητας μεταξύ των κρατών και των περιοχών στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
«Χρειάζεται ακόμα», συμπληρώνει, «να ενισχύσουμε την οικονομική διάσταση της συνοχής ως καταλυτικό παράγοντα για να μειωθεί το αναπτυξιακό χάσμα μεταξύ των κρατών μελών και να ενισχυθεί η (ενιαία) εσωτερική αγορά».
«Κορυφαία προτεραιότητα οι ελεύθερες και δίκαιες εκλογές»
Ενόψει των ευρωεκλογών της 26ης Μαΐου, ο κ. Τσιάμπα τονίζει ότι «η διασφάλιση ελεύθερων και δίκαιων ευρωπαϊκών εκλογών είναι επίσης μία από τις κορυφαίες προτεραιότητές μας» και επισημαίνει σχετικά: «Είμαστε πλήρως προσηλωμένοι να συμβάλουμε στη διασφάλιση ενός ελεύθερου και δίκαιου περιβάλλοντος για τις ευρωπαϊκές εκλογές και να υπερασπιστούμε τους Ευρωπαίους πολίτες ενάντια στις προσπάθειες παραπληροφόρησης και χειραγώγησης. Κατορθώσαμε να κάνουμε σημαντικά βήματα και καταλήξαμε πάνω σε μια σειρά μέτρων προς αυτή την κατεύθυνση: συμφωνήσαμε σε ό,τι αφορά τη νομοθεσία που σχετίζεται με τη λειτουργία και τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και ιδρυμάτων και σε συντονισμένες προσπάθειες καταπολέμησης της παραπληροφόρησης. Η Ευρώπη είναι έτοιμη να αντιδράσει απέναντι σε εχθρικά τρίτα μέρη που χρησιμοποιούν την παραπληροφόρηση και την προπαγάνδα προκειμένου να σκορπίσουν αστάθεια».
«Η ψήφος των πολιτών είναι σημαντική, ελεύθερη και προστατευμένη»
Ο κ. Τσιάμπα υπογραμμίζει πως το μήνυμα που θα πρέπει να σταλεί στους πολίτες ενόψει των ευρωεκλογών είναι πως η ψήφος τους είναι «σημαντική, είναι ελεύθερη και προστατευμένη».
«Αυτό είναι το καθήκον μας. Παρακολουθήσαμε τον έντονο διάλογο για το πώς η Cambridge Analytica χρησιμοποίησε προσωπικές πληροφορίες που συγκέντρωσε από τα social media. Πιστεύω ότι είναι πολύ παρεμβατικό και άβολο για κάποιον, χωρίς τη συγκατάθεσή του, να τον γνωρίζει κάποιος άλλος καλύτερα από τον ίδιο του τον εαυτό ή τους στενούς συγγενείς του, με απώτερο στόχο τη χειραγώγηση. Πιστεύω σθεναρά ότι είναι πολύ σημαντικό να μάθουμε από τα λάθη μας. Η νομοθεσία που σχετίζεται με τη λειτουργία και τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και ιδρυμάτων είναι ένα παράδειγμα για το πώς μπορούμε να διορθώσουμε τα πράγματα», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Σημειώνει, δε, ότι «είναι εξίσου σημαντικό να έχουμε ένα καλύτερο σύστημα κανονισμών και κυρώσεων και τα απαραίτητα “εργαλεία” αναγνώρισης αυτών που είναι υπεύθυνοι για τη διάδοση ψευδών ειδήσεων, με στόχο τη χειραγώγηση των αποφάσεων των πολιτών, όταν πρόκειται για τις εκλογές».