Toν τίτλο της πρώτης γυναίκας που βραβεύεται με Πούλιτζερ ειδικής μνείας για την «ανυπολόγιστη συνεισφορά της στην αμερικάνικη μουσική και κουλτούρα» κατέκτησε η Αρίθα Φράνκλιν ακριβώς οκτώ μήνες μετά τον θάνατο της, σε ηλικία 76 ετών. Η διάκριση εντάσσει τη βασίλισσα της σόουλ στην ελίτ των μόλις 12 μουσικών και συνθετών που έχουν βραβευθεί με ειδική μνεία από το Ιδρυμα Πούλιτζερ από το 1944 έως σήμερα – ανάμεσά τους, ο Σκοτ Τζόπλιν, ο Ντιουκ Ελινγκτον, ο Θελόνιους Μονκ, ο Τζον Κολτρέιν και ο Μπομπ Ντίλαν.
Παράλληλα, ανοίγει τον δρόμο για τη συμπερίληψη περισσότερων γυναικών στη μέχρι πρότινος ανδροκρατούμενη ομάδα, κάτι που πιθανότατα θα χαροποιούσε την ίδια τη Φράνκλιν, καθότι είχε περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της αγωνιζόμενη για την κατάργηση των διακρίσεων.
Αν και δεν αυτοπροσδιοριζόταν ως φεμινίστρια, η τραγουδίστρια, που είχε επανειλημμένως πέσει θύμα κακοποίησης και είχε μείνει έγκυος στο πρώτο παιδί της σε ηλικία μόλις 12 ετών, δεν δίσταζε ποτέ να εκφέρει ανοικτά την άποψή της, όπως όταν στάθηκε στο πλευρό της ακτιβίστριας Αντζελα Ντέιβις, που είχε χαρακτηριστεί «επικίνδυνη τρομοκράτισσα» από την κυβέρνηση του Ρίτσαρντ Νίξον. Το κομμάτι «A Natural Woman (You Make Me Feel Like)», που έγραψαν για τη Φράνκλιν η Κάρολ Κινγκ και ο Τζέρι Γκόφιν το 1967, δεν άργησε να γίνει σύμβολο του αγώνα για τη χειραφέτηση των μαύρων γυναικών, ενώ το ταυτισμένο με τη φωνή της «R.E.S.P.E.C.T» αποτέλεσε τον ανεπίσημο ύμνο του κινήματος για τα ανθρώπινα δικαιώματα. «Δεν νομίζω πως ήμουν καταλύτης για το γυναικείο κίνημα. Συγγνώμη. Αλλά κι αν ήμουν; Ακόμα καλύτερα», είχε δηλώσει σε συνέντευξή της το 2014.
Η θρυλική περφόρμερ ήταν, επίσης, η πρώτη γυναίκα που εντάχθηκε στο Rock and Roll Hall of Fame. Στις πέντε και πλέον δεκαετίες της δημιουργικής της πορείας είχε κερδίσει 18 Grammy και είχε συμπεριληφθεί 17 φορές στο top 10 των αμερικανικών τσαρτ, ενώ το 2010 το περιοδικό Rolling Stone έβαλε το όνομά της πρώτο στη λίστα με τους καλύτερους τραγουδιστές όλων των εποχών.