Ο πρωθυπουργός, με άρθρο στο Έθνος της Κυριακής που κυκλοφορεί εκτάκτως το Σάββατο (25/5), εκφράζει βεβαιότητα ότι οι ψηφοφόροι θα επιλέξουν το σχέδιο του για το αύριο.
Βρισκόμαστε µπροστά σε µια κρίσιµη εκλογική αναµέτρηση. Οχι µόνο για το µέλλον της Ευρώπης, όπου σηκώνουν κεφάλι ο φασισµός, ο ρατσισµός και η ακροδεξιά. Αλλά και για το αύριο της πατρίδας µας. Με τις θυσίες του ελληνικού λαού και την αποφασιστική και σταθερή στάση της κυβέρνησής του, η Ελλάδα βγήκε από τα µνηµόνια. Απαλλάχτηκε από τον βραχνά του ∆ΝΤ και της επιτροπείας. Μπορούµε πια να χαράξουµε τον δικό µας δρόµο. Τη δική µας πολιτική. Που θα απαντά στις δικές µας κοινωνικές και εθνικές ανάγκες. Ποιον δρόµο όµως; Στα χέρια του κάθε πολίτη, στα χέρια της µεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, βρίσκεται η απόφαση.
Και το κάναµε χωρίς τις µαζικές ανθρωποθυσίες των προηγούµενων χρόνων. Με έγνοια για την κοινωνική πλειοψηφία. Με την κοινωνία όρθια. Μέσα στον ζόφο των µνηµονίων, αξιοποιήσαµε για τον σκοπό αυτόν κάθε µέσο, κάθε ευκαιρία, κάθε δυνατότητα, κάθε ευρώ. Και καταφέραµε να πολλαπλασιάσουµε τις κοινωνικές δαπάνες, να ανατάξουµε την Υγεία και την Παιδεία, να αντιµετωπίσουµε την ανθρωπιστική κρίση, να διανείµουµε το υπερπλεόνασµα στους πιο ευάλωτους ως κοινωνικό µέρισµα. Να σταµατήσουµε την κατεδάφιση του κοινωνικού κράτους και να το στηρίξουµε µε κάθε τρόπο.
Εμείς επίσης, αµέσως µετά την έξοδο από τα µνηµόνια, αποκαταστήσαµε τις συλλογικές διαπραγµατεύσεις, αυξήσαµε 11% τον κατώτατο µισθό, καταργήσαµε την ντροπή του υποκατώτατου για τους νέους, αποτρέψαµε την περικοπή των συντάξεων. Και πρόσφατα θεσπίσαµε τη 13η σύνταξη, στο πλαίσιο που επιτρέπουν τα οικονοµικά της χώρας, µειώσαµε τον ΦΠΑ στα τρόφιµα και στην ενέργεια, δώσαµε κίνητρα στις επιχειρήσεις για την πρόσληψη νέων. Επί εννιά µήνες η ελληνική Βουλή ψηφίζει µόνο θετικά µέτρα για τους πολλούς. Μέτρα στήριξης των πολλών, ελάφρυνσης των φορολογικών βαρών. Η χώρα µπήκε σε µια νέα κανονικότητα. Η ανεργία έχει µειωθεί κατά σχεδόν δέκα µονάδες. Αν µη τι άλλο, οι νέες δυνατότητες επιτρέπουν στην κοινωνική πλειοψηφία να ελπίζει για το αύριο.
Γι’ αυτό το αύριο, το δικό µας σχέδιο έχει, όπως και στα δίσεκτα χρόνια, στο επίκεντρο τον εργαζόµενο, τον µικροµεσαίο, τον αγρότη, τον νέο. Οι νέες οικονοµικές δυνατότητες, οι νέες ευκαιρίες, θέλουµε και επιδιώκουµε να είναι δυνατότητες και ευκαιρίες για τους πολλούς. Οχι για τις ελίτ. Η ανάπτυξη είναι για εµάς προϋπόθεση της κοινωνικής δικαιοσύνης. Και η κοινωνική δικαιοσύνη προϋπόθεση της ανάπτυξης.
Στον αντίποδα, το σχέδιο της Ν∆ τροµάζει µε την αγριότητα των µέτρων που περιλαµβάνει. Ο κ. Μητσοτάκης καταγγέλλει το οκτάωρο ως αναχρονισµό, θεωρεί τα κοινωνικά επιδόµατα και το κοινωνικό κράτος εµπόδια στην επιχειρηµατικότητα, προτείνει επταήµερη εργασία, υπόσχεται να επαναφέρει το καθεστώς των απολύσεων στο ∆ηµόσιο, εξυµνεί το ασφαλιστικό Πινοσέτ και την εισβολή επιχειρηµατικών συµφερόντων στον χώρο της δηµόσιας Υγείας, και δεν διστάζει να προαναγγείλει το ξήλωµα όλων των κατακτήσεων των τελευταίων χρόνων.
Αυτές οι προγραµµατικές θέσεις, συνδυασµένες µε τον πολιτικό του έρωτα για τους ολιγάρχες και τις ελίτ, έναν έρωτα που του ανταποδίδουν µε τη φανατισµένη και τοξική τους προπαγάνδα κατά του ΣΥΡΙΖΑ, καθιστά βέβαιο ένα πράγµα. Οτι ο δρόµος που προτείνει στον ελληνικό λαό η Ν∆ είναι δρόµος επιστροφής στο παλιό καθεστώς, στα παλιά συµφέροντα, στις παλιές συνταγές, ακόµα και στα φθαρµένα πρόσωπα, που οδήγησαν στην κρίση και στα µνηµόνια.
Σε µια επιστροφή στους κανόνες του ∆ΝΤ, µε ελληνικό µανδύα. Η θερµή του στήριξη στον Βέµπερ, που έχει εκτεθεί ανεπανόρθωτα στο πρόσφατο παρελθόν, µε τις περιφρονητικές του απόψεις για την Ελλάδα και τον λαό της και τη συνηγορία του υπέρ του Grexit, βεβαιώνει του λόγου το ασφαλές. Το δίληµµα συνεπώς για κάθε Ελληνα πολίτη, κάθε δηµοκράτη, σε αυτές τις εκλογές είναι σαφές. Με τους πολλούς ή µε τις ελίτ; Με τον ΣΥΡΙΖΑ ή µε τη Ν∆; Κι αυτό το δίληµµα ο ελληνικός λαός, η µεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, θα το απαντήσει στις κάλπες µε τρόπο που δεν θα σηκώνει καµιά αµφισβήτηση».