Η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν και ο εμφύλιος πόλεμος που ακολούθησε ήταν ένα φυτώριο ισλαμιστικού ριζοσπαστισμού. Το ίδιο συνέβη και με άλλους πολέμους, από την Τσετσενία μέχρι το Ιράκ. Υπάρχει όμως μια σύγκρουση που διαμόρφωσε την παγκόσμια πορεία του εξτρεμισμού και της τρομοκρατίας και έχει σχετικά υποτιμηθεί. Είναι οι πόλεμοι στα Βαλκάνια τη δεκαετία του ’90, και ιδιαίτερα ο πόλεμος της Βοσνίας.
Η μουσουλμανική πλευρά αυτής της ιστορίας είναι γνωστή. Στις μουσουλμανικές πολιτοφυλακές εντάχθηκαν χιλιάδες ξένοι εθελοντές. Ορισμένοι προέρχονταν από τη δυτική Ευρώπη. Αλλοι ήταν βετεράνοι του ιερού πολέμου κατά της σοβιετικής εισβολής στο Αφγανιστάν. Τα δίκτυα ισλαμιστικής εξτρεμιστικής βίας που δημιουργήθηκαν εξακολουθούν να λειτουργούν και σήμερα.
Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά. Χιλιάδες εθελοντές από όλη την Ευρώπη εντάχθηκαν στον ορθόδοξο χριστιανικό σερβοσνιακό στρατό, όπως και στον καθολικό κροατοβοσνιακό στρατό. Η κροατική πλευρά, ιδιαίτερα, προσείλκυσε εκείνη την περίοδο πολλούς νεοναζί.
Oπως οι μουσουλμάνοι εθελοντές, έτσι και οι χριστιανοί βετεράνοι επέστρεψαν στις χώρες τους μετά τον πόλεμο και ετοιμάστηκαν για νέα δράση. Μεταξύ αυτών είναι και μέλη της Χρυσής Αυγής, που έλαβαν μέρος στη σφαγή 8.000 Μουσουλμάνων στη Σρεμπρένιτσα.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις άργησαν να αναγνωρίσουν τον κίνδυνο που συνιστούσαν αυτοί οι ριζοσπαστικοποιημένοι βετεράνοι για τις κοινωνίες στις οποίες επέστρεψαν. Πολλοί στην Ελλάδα, όπως και στην Ουκρανία, τη Ρουμανία και τη Ρωσία, εκθείασαν τη συμμετοχή αυτών των ανθρώπων στις μάχες. Και φυσικά δεν αναζητήθηκε καμιά ευθύνη για τα εγκλήματά τους.
Ο κατάλογος των τρομοκρατών και εξτρεμιστών που δημιουργήθηκε από τον πόλεμο στη Βοσνία είναι μεγάλος. Ενας από αυτούς είναι ο λιβεριανοσουηδός νεοναζί Τζάκι Αρκλοβ, ο οποίος εντάχθηκε στις κροατικές δυνάμεις και πρωταγωνίστησε σε βίαια βασανιστήρια στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Ερζεγοβίνης. Συνελήφθη αργότερα από τη βοσνιακή κυβέρνηση και καταδικάστηκε για εγκλήματα πολέμου. Ένα χρόνο αργότερα αφέθηκε ελεύθερος στο πλαίσιο ανταλλαγής αιχμαλώτων και επέστρεψε στη Σουηδία, όπου απηλλάγη από τις κατηγορίες λόγω έλλειψης αποδείξεων. Ξεπλήρωσε την επιείκεια του σουηδικού κράτους ιδρύοντας μαζί με δύο άλλους μια νεοναζιστική οργάνωση. Το 1999 συνελήφθη και καταδικάστηκε για τον φόνο δύο σουηδών αστυνομικών.
Ο Αντερς Μπρέιβικ, δράστης της χειρότερης τρομοκρατικής επίθεσης στην ιστορία της Νορβηγίας, δεν έλαβε μέρος στους πολέμους, την εποχή εκείνη άλλωστε ήταν έφηβος. Επηρεάστηκε όμως πολύ από τους σέρβους εξτρεμιστές και την ιδέα τους για έναν αιώνιο πόλεμο ανάμεσα στον ευρωπαϊκό και τον ισλαμικό πολιτισμό.
Ο ηγέτης των Σερβοβοσνίων Ράντοβαν Κάρατζιτς υποστήριζε ότι οι Μουσουλμάνοι ήθελαν ολόκληρη τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, ήταν μάλιστα έτοιμοι να μεταφέρουν και Τούρκους από τη Γερμανία για να βοηθήσουν στην οικοδόμηση μιας ισλαμικής κοινωνίας. Η θεωρία αυτή οδήγησε σε μεγάλες σφαγές στους βαλκανικούς πολέμους και στη συνέχεια εξελίχθηκε στη λεγόμενη ιδέα του μεγάλου εκτοπισμού, σύμφωνα με την οποία η μουσουλμανική μετανάστευση στην Ευρώπη εκτοπίζει τον ευρωπαϊκό πολιτισμό.
Ο Μπρέιβικ εξήρε τον Κάρατζιτς στο μανιφέστο του, λέγοντας ότι θα τον θυμούνται όλοι ως έντιμο σταυροφόρο και ήρωα πολέμου. Πρόκειται για μια γλώσσα και μια ορολογία που παραπέμπει τόσο στον σερβικό εθνικισμό της δεκαετίας του ’90 όσο και στον σημερινό ακροδεξιό εξτρεμισμό.
Τούτων λεχθέντων, η σημαντικότερη κληρονομιά των βαλκανικών πολέμων και της Βοσνίας, σημαντικότερη κι από την επιστροφή των μαχητών και τον βίαιο λόγο τους, είναι η διάλυση της μεταπολεμικής ψευδαίσθησης για μια πολιτισμένη διεθνή κοινότητα που προσέχει τον πλανήτη.
Οι βαλκανικοί πόλεμοι, και ιδιαίτερα αυτός της Βοσνίας, ήταν από τις πρώτες συγκρούσεις που μεταδόθηκαν ζωντανά από την τηλεόραση. Κι αυτό που είδε ο κόσμος ήταν ακρότητες και σφαγές. Πολιτοφυλακές με μικρότερη ή μεγαλύτερη κρατική στήριξη δημιουργούσαν στρατόπεδα, βασάνιζαν, βίαζαν, σκότωναν και έκαιγαν, ενώ ο λεγόμενος ελεύθερος κόσμος απλώς κοιτούσε.
Χρειάστηκαν πέντε χρόνια για να παρέμβει η Δύση κατά της Σερβίας και πάνω από δέκα για να αποδοθεί δικαιοσύνη. Στο μεταξύ, η τηλεοπτική γενοκτονία κινητοποιούσε τους εξτρεμιστές όλων των πλευρών. Η αναβίωση του ευρωπαϊκού φασισμού ήταν ζήτημα χρόνου.
Των Azeem Ibrahim και Hikmet Karcic
(*) Ο Αζίμ Ιμπραήμ είναι καθηγητής στο U.S.Army War College και διευθυντής του Center for Global Policy στην Ουάσινγκτον. Ο Χικμέτ Κάρτσιτς διδάσκει στο Ινστιτούτο Ισλαμικής Παράδοσης του Σαράγεβου.
ΠΗΓΗ: Foreign Policy